Κοινοποιήθηκε από την ΑΑΔΕ η νέα εγκύκλιος Ε 2062/2019 σχετικά με τις διατάξεις του ν. 4605/2019 για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Σύμφωνα με την εγκύκλιο:
Α. Άρθρα 68 έως 84 (Μέρος Ζ) του ν. 4605/2019 («Πρόγραμμα Επιδότησης Αποπληρωμής Στεγαστικών και Επιχειρηματικών Δανείων με Υποθήκη σε Κύρια Κατοικία»)
1. Ρυθμιζόμενες οφειλές:
Σύμφωνα με τις παρ. 2 έως 6 του άρθρου 68 του ν. 4605/2019, στο πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων που προβλέπονται στα άρθρα 68 έως 84 του νόμου αυτού (συναινετική ρύθμιση κατ’ άρθρα 72 επ. και δικαστική ρύθμιση κατά το άρθρο 77 του νόμου), με σκοπό την προστασία της κύριας κατοικίας του αιτούντος φυσικού προσώπου από την αναγκαστική ρευστοποίηση, εμπίπτουν μόνο οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματα, από οποιαδήποτε αιτία, καθώς και οφειλές από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, για τις οποίες υφίσταται εμπράγματη ασφάλεια στην κύρια κατοικία του οφειλέτη ή του τρίτου αιτούντος. Επομένως, με τις διαδικασίες που προβλέπονται στις νέες διατάξεις δεν ρυθμίζονται οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση. Επίσης, δεν ρυθμίζονται ούτε οφειλές φυσικών προσώπων για τις οποίες υφίσταται εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Η προστασία της κύριας κατοικίας του αιτούντος, κατ’ εφαρμογή των νέων διατάξεων, ισχύει όμως και έναντι του Δημοσίου, ως πιστωτή (βλ. κατωτέρω τα υπ’ αριθ. 2 και 3 σημεία),
παρά το γεγονός ότι οι απαιτήσεις αυτού δεν είναι επιδεκτικές ρύθμισης. Επιπροσθέτως, σε περίπτωση που υφίσταται ήδη εκκρεμής δίκη του ν. 3869/2010 (στο πλαίσιο της οποίας μπορούν να ρυθμιστούν, ως γνωστόν, και οφειλές βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση, βλ. σχετικές ΠΟΛ 1036/2016, ΠΟΛ.1122/2018, ΠΟΛ.1213/2018), τυχόν προσφυγή του οφειλέτη στις διαδικασίες του ν. 4605/2019 έχει επίδραση στην εξέλιξη της εκκρεμούς δίκης του ν. 3869/2010 (βλ. κατωτέρω το υπ’ αριθ. 4 σημείο).
2. Προσωρινή προστασία της κύριας κατοικίας κατ’ άρθρο 78:
2.1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 78, για τον οφειλέτη που έχει υποβάλει αίτηση συναινετικής ρύθμισης κατ’ άρθρο 72 του νόμου και κρίνεται επιλέξιμος κατά τον προέλεγχο επιλεξιμότητας του άρθρου 73, ισχύει αυτοδίκαιη αναστολή κάθε πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας του, η οποία αρχίζει να ισχύει, έναντι των πιστωτών που δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση, μεταξύ των οποίων και το Δημόσιο, από τη μεταγραφή στο βιβλίο μεταγραφών ή την καταχώριση στο κτηματολογικό φύλλο της αίτησης για τη ρύθμιση οφειλών (παρ. 14 του άρθρου 72) και λήγει:
i. είτε με την επίτευξη της συναινετικής ρύθμισης οφειλών με έναν τουλάχιστον πιστωτή (οπότε άρχεται η αναστολή του άρθρου 79, όπως αναλύεται στη συνέχεια, στο υπ’ αριθ. 3 σημείο),
ii. είτε, σε περίπτωση μη επίτευξης συναινετικής ρύθμισης οφειλών για οποιονδήποτε από τους υπ’ αριθμ. (β), (γ), και (δ) λόγους της παραγράφου 6 του άρθρου 74, μετά την άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας για την υποβολή αίτησης δικαστικής ρύθμισης της παραγράφου 4 του άρθρου 77,
iii. είτε, σε περίπτωση μη επίτευξης συναινετικής ρύθμισης οφειλών (ως ανωτέρω) και εμπρόθεσμης (παρ. 4 άρθρου 77) υποβολής αίτησης δικαστικής ρύθμισης, με τη συζήτηση του αιτήματος προσωρινής διαταγής, που υποβάλλεται με την αίτηση δικαστικής ρύθμισης, οπότε δυνατόν να επέλθουν τα ακόλουθα αποτελέσματα:
– Η συνέχιση της αναστολής, σε περίπτωση αποδοχής από το δικαστήριο του αιτήματος προσωρινής διαταγής, καθ’ όσον με αυτή διατάσσεται αναστολή του πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας υπό τους όρους που ορίζονται σε αυτή και μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Σημειώνεται πάντως ότι το δικαστήριο δύναται να ανακαλέσει την προσωρινή διαταγή οποτεδήποτε.
– Η λήξη της αναστολής, σε περίπτωση απόρριψης από το δικαστήριο του αιτήματος προσωρινής διαταγής.
Σημειώνεται ότι προσωρινή προστασία της κύριας κατοικίας με προσωρινή διαταγή μπορεί να χορηγηθεί και στο πλαίσιο εκδίκασης της αίτησης δικαστικής ρύθμισης σε δεύτερο βαθμό.
Αναφορικά με την αυτοδίκαιη αναστολή πλειστηριασμού της παραγράφου 1 του άρθρου 78 του ν. 4605/2019, επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 72: «2. Απαγορεύεται η υποβολή δεύτερης αίτησης από το ίδιο φυσικό πρόσωπο, ακόμα κι αν με τη δεύτερη αίτηση ζητείται ρύθμιση διαφορετικών οφειλών σε σχέση με την πρώτη ή αν ο αιτών εξέπεσε της ρύθμισης που προέκυψε από την προηγούμενη αίτηση. 3. Αν υπάρχουν ελλείψεις ή σφάλματα της αίτησης, τα οποία δεν μπορούν να διορθωθούν με εισαγωγή των στοιχείων στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, μπορεί θ αίτηση να διαγραφεί και ταυτόχρονα να επανυποβληθεί. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 1 του άρθρου 78». Στο οικείο σημείο της αιτιολογικής έκθεσης του νόμου αναφέρεται σχετικά: «Προς αποτροπή καταχρηστικών συμπεριφορών αποκλείεται πάντως το κατά την παρ. 1 του άρθρου 11 (σημ: της τροπολογίας, νυν άρθρου 78 του νόμου) αυτοδίκαιο ανασταλτικό αποτέλεσμα της χρονικά δεύτερης αίτησης».
2.2. Για τον οφειλέτη που έχει υποβάλει αίτηση συναινετικής ρύθμισης κατ’ άρθρο 72 του νόμου και δεν κρίνεται επιλέξιμος κατά τον προέλεγχο επιλεξιμότητας του άρθρου 73 δεν ισχύει θ αυτοδίκαιη αναστολή της παραγράφου 1 του άρθρου 78. Ο αιτών όμως, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 78, έχει τη δυνατότητα να αιτηθεί την αναστολή του πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας του σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 1000 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Κατόπιν των ανωτέρω, σε περίπτωση συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 78 περί προσωρινής προστασίας, το Δημόσιο υποχρεούται αποκλειστικά στη μη έκδοση του προγράμματος πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας, η εφόσον αυτό έχει εκδοθεί, στη μη πραγματοποίηση του. Παρά ταύτα, σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 78, η προσωρινή προστασία του άρθρου 78 δεν εμποδίζει την επιβολή λοιπών πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης η ασφαλιστικών μέτρων στην κύρια κατοικία του αιτούντος, ούτε τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης η ασφαλιστικών μέτρων στην υπόλοιπη περιουσία του οφειλέτη.
3. Προστασία της κύριας κατοικίας κατ’ άρθρο 79 του ν. 4505/2019, ως συνέπεια επίτευξης ρύθμισης, συναινετικής η δικαστικής:
Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 79, μετά την επίτευξη συναινετικής η δικαστικής ρύθμισης με έναν τουλάχιστο πιστωτή δεν επιτρέπεται σε οποιονδήποτε πιστωτή του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, η επίσπευση πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης στην κύρια κατοικία του αιτούντος, η λήψη ασφαλιστικών μέτρων επ’ αυτής, η εγγραφή υποθήκης ή η τροπή της προσημείωσης υποθήκης σε υποθήκη. Σύμφωνα πάντως με την παράγραφο 4 του άρθρου 79, είναι δυνατή η εγγραφή υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης για απαίτηση που γεννιέται κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, κατόπιν συναίνεσης του αιτούντος. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 79, οι απαγορεύσεις της παραγράφου 1 του ιδίου άρθρου δεν καταλαμβάνουν τους πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις, αν και ήταν επιδεκτικές ρύθμισης, δεν ρυθμίστηκαν συναινετικά ή δικαστικά. Στις περιπτώσεις αυτές, όλοι οι πιστωτές (μεταξύ αυτών και το Δημόσιο) μπορούν να αναγγελθούν για το σύνολο των απαιτήσεών τους.
Σημειώνεται τέλος, ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 74, η πρόταση ρύθμισης του πιστωτή που έγινε αποδεκτή από τον αιτούντα (συναινετική ρύθμιση), μεταγράφεται στο βιβλίο μεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος, με επιμέλεια οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον. Αντιστοίχως, στην περίπτωση επίτευξης δικαστικής ρύθμισης, η δικαστική απόφαση μεταγράφεται στο βιβλίο μεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος, με επιμέλεια οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον.
4. Σχέση των ρυθμίσεων του ν. 4605/2019 με εκκρεμή δίκη του ν. 3869/2010:
Σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 83 του ν. 4605/2019, η ύπαρξη τυχόν εκκρεμούς αίτησης για ρύθμιση οφειλών κατά το άρθρο 4 του ν. 3869/2010 (σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό) δεν αποτελεί κώλυμα για την υποβολή αίτησης συναινετικής ρύθμισης κατά τον ν. 4605/2019. Σε περίπτωση όμως που ο αιτών επιτύχει συναινετική ρύθμιση οποιασδήποτε από τις οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθμισης κατά τον ν. 4605/2019 (οπότε επέρχονται οι συνέπειες του άρθρου 79 του νόμου, σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 74 αυτού), η δίκη του ν. 3869/2010 καταργείται, επομένως παύουν να ισχύουν οι έννομες συνέπειες από την κατάθεση της αίτησης του ν. 3869/2010 (βλ. ΠΟΛ 1036/2016, κεφ. Ε) καθώς και η τυχόν χορηγηθείσα προσωρινή προστασία κατ’ άρθρα 5 ή 6 του νόμου αυτού.
Τέλος, σε αντίθεση με τα ισχύοντα για την υποβολή αίτησης συναινετικής ρύθμισης, ως προϋπόθεση υποβολής αίτησης για δικαστική ρύθμιση οφειλών κατά το άρθρο 77 του ν. 4605/2019 (σε περίπτωση που ο αιτών δεν έχει κριθεί επιλέξιμος κατά τη διαδικασία της συναινετικής ρύθμισης ή αυτή δεν επιτεύχθηκε για οποιονδήποτε λόγο) προβλέπεται η παραίτηση του αιτούντος από τυχόν εκκρεμή αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010.
5. Συνεισφορά του Δημοσίου:
Το Δημόσιο συνεισφέρει στις μηνιαίες καταβολές της ρύθμισης του ν. 4605/2019, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 76 αυτού. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, η συνεισφορά του Δημοσίου καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη και δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται. Επιπροσθέτως, για την έγκριση και καταβολή της συνεισφοράς δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα του οφειλέτη. Σημειώνεται ότι, κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 82 του νόμου εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 39100/05-04-2019 Κ.Υ.Α. των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών, για τον προσδιορισμό της συνεισφοράς του Δημοσίου στο πλαίσιο του άρθρου 76 του ν. 4605/2019 και την ειδικότερη ρύθμιση θεμάτων που άπτονται της διαδικασίας καταβολής της.
6. Έναρξη ισχύος:
Σύμφωνα με το άρθρο 84 του νόμου, η ισχύς των διατάξεων του Μέρους Ζ’ αυτού (άρθρων 68 έως 83) αρχίζει την 30η/4/2019, με εξαίρεση τις εξουσιοδοτικές διατάξεις του άρθρου 82, που ισχύουν από 1/4/2019.
Σημειώσεις:
i. Επισημαίνεται ότι από 1/3/2019 δεν υφίσταται πλέον δυνατότητα του οφειλέτη να υποβάλει, στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας του ν. 3869/2010, αίτηση για εξαίρεση της κύριας κατοικίας του από την εκποίηση (βλ. άρθρο πρώτο της από 31/12/2018 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, ΦΕΚ Α’221/31-12-2018, που κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4592/2019, ΦΕΚ Α’20/13-2-2019, με την οποία παρατάθηκε έως τις 28/2/2019 η σχετική προθεσμία που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010).
ii. Σύμφωνα με το άρθρο 82 του ν. 4605/2019 («Εξουσιοδοτικές διατάξεις»), για την ειδικότερη ρύθμιση πολλών θεμάτων του νέου πλαισίου προστασίας της κύριας κατοικίας (ενδεικτικά, για τη λειτουργία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του άρθρου 71, μέσω της οποίας θα διεξάγεται η ηλεκτρονική υποβολή και διαχείριση αιτήσεων του ν. 4605/2019, για τις λεπτομέρειες της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης του άρθρου 74, κ.λπ.) προβλέπεται η έκδοση κανονιστικών αποφάσεων από τους καθ’ ύλην αρμόδιους Υπουργούς.
Ήδη έχει λάβει χώρα η έκδοση της προαναφερθείσας (στο σημείο 5) Κ.Υ.Α. 39100/05-04-2019 σχετικά με τη συνεισφορά του Δημοσίου καθώς και της υπ’ αριθ. 39095/05-04-2019 Κ.Υ.Α. των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών με θέμα «Προσδιορισμός της αξίας μεταφορικών μέσων ως κριτηρίου επιλεξιμότητας του άρθρου 68 του ν. 4605/2019».
Δείτε ολόκληρη την Ε.2062/2019 από το φορολογικό αρχείο του κόμβου