Ένα πολύ μικρό μέρος των συνολικών οφειλών των φορολογούμενων προς το δημόσιο μπορεί να εισπραχθεί. Έτσι, παρά το γεγονός ότι οι φορολογούμενοι εμφανίζονται να χρωστούν στην εφορία το μισό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, το ποσό που τελικά μπορεί να εισπράξει η φορολογική διοίκηση είναι λιγότερο από το 20% της συνολικής οφειλής.
Στο πλαίσιο αυτό θεσμοί, υπουργείο Οικονομικών και φορολογική διοίκηση εξετάζουν αλλαγές στο θεσμικό πλαισίου προκειμένου να γίνονται γρηγορότερα και ευκολότερα διαγραφές οφειλών προς τη φορολογική διοίκηση.
Μιλώντας σε φορολογική ημερίδα ο διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων κ. Γ. Πιτσιλής είπε ότι από το σύνολο των 104 δισ. ευρώ που είναι οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές των φυσικών και νομικών προσώπων προς τη φορολογική διοίκηση, μόλις τα 18 δισεκατομμύρια ευρώ δεν είναι ανεπίδεκτα είσπραξης, δηλαδή είναι ουσιαστικά εισπράξιμα. Τα υπόλοιπα 86 δισεκατομμύρια αφορούν οφειλές φορολογούμενων οι οποίοι είναι ουσιαστικά πτωχευμένοι ή ακόμη και νεκροί.
Ο κ. Πιτσιλής είπε ότι θα πρέπει να επανεξεταστεί το θεσμικό πλαίσιο για τις διαγραφές οφειλών προκειμένου να μην εμφανίζονται σε αυτές απαιτήσεις του δημοσίου, όπως για παράδειγμα, από την Πειραϊκή Πατραϊκή. “Αν κάποιος έχει παλιά χρέη, να τα περιορίσουμε με θεσμική διαφάνεια σε αυτά που πιθανότατα μπορούν να εισπραχθούν”, είπε χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι λύσεις που μπορούν να εξεταστούν προς αυτήν την κατεύθυνση θα μπορούσε να περιλαμβάνουν τον περιορισμό της οφειλής στο ύψος της περιουσίας του οφειλέτη. Για παράδειγμα, αν μια επιχείρηση έχει οφειλή ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ αλλά η συνολική της περιουσία και αξία δεν ξεπερνά τις 200.000 ευρώ, θα μπορούσε να γίνει διαγραφή 800.000 ευρώ.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στο παρελθόν υπέρ της διαγραφής φορολογικών οφειλών ανεπίδεκτων είσπραξης έχει ταχθεί και ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργό κ. Δημήτρης Λιάκος.
Ανεπίδεκτα είσπραξης
Σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, μια φορολογική οφειλή χαρακτηρίζεται ως ανεπίδεκτη είσπραξης όταν:
α) Λήφθηκαν όλα τα προβλεπόμενα ασφαλιστικά, διοικητικά, δικαστικά και αναγκαστικά μέτρα σε βάρος του οφειλέτη.
β) Διενεργήθηκε εκτεταμένη έρευνα για τον εντοπισμό κάθε κινητής ή ακίνητης περιουσίας και λήφθηκε αντίγραφο της μερίδας του οφειλέτη τουλάχιστον από τα υποθηκοφυλακεία και τα κτηματολογικά γραφεία του τόπου κατοικίας, επαγγελματικής δραστηριότητας και του τόπου καταγωγής.
γ) Διερευνήθηκε και διαπιστώθηκε ότι δεν υπόκεινται σε διάρρηξη, λόγω καταδολίευσης, μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη.
δ) Ολοκληρώθηκε η έρευνα για τον εντοπισμό χρηματικών απαιτήσεων, όπως μισθωμάτων, μισθών, συντάξεων, απαιτήσεων στις τράπεζες και τα λοιπά πιστωτικά ιδρύματα, τη μεταφορά χρημάτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στο εξωτερικό και την απόληψη τόκων από το εξωτερικό.
ε) Διερευνήθηκε κάθε στοιχείο που περιλαμβάνεται στα εκάστοτε πρόσφορα διαθέσιμα ηλεκτρονικά μέσα στη Φορολογική Διοίκηση και στο φυσικό φάκελο του οφειλέτη, όπως φορολογικές δηλώσεις, δηλώσεις μητρώου, ισολογισμοί και λοιπές χρηματοοικονομικές καταστάσεις, έντυπα πληροφοριών για περιουσιακά στοιχεία.
στ) Σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, έχει κηρυχθεί η παύση των εργασιών της πτώχευσης ή έχει επέλθει περάτωσή της, τα οποία διαπιστώνονται με κάθε πρόσφορο μέσο, όπως κοινοποίηση δικαστικής απόφασης και έλεγχος τελεσιδικίας αυτής, όταν απαιτείται από το νόμο, λήψη πιστοποιητικού από το αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο σχετικά με την πορεία της πτώχευσης ή έρευνα στη μερίδα του οφειλέτη που τηρείται στο ανωτέρω δικαστήριο.
Όσο ένας οφειλέτης έχει μια οφειλή που έχει χαρακτηριστεί ως ανεπίδεκτη είσπραξης δεν μπορεί να λάβει αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας. Παραγραφή της βεβαιωμένης οφειλής επέρχεται 20 χρόνια μετά τη βεβαίωσή της.