Στο υψηλότερο σημείο του τελευταίου 7μήνου έφθασε τον Απρίλιο το ποσοστό των πολιτών που καλύπτουν οριακά τις ανάγκες τους – Το 87% των καταναλωτών αδυνατεί να αποταμιεύσει και το 42% προβλέπει επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης το επόμενο 12μηνο
Στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 7 μηνών έφθασε τον Απρίλιο το ποσοστό των Ελλήνων που «μόλις τα βγάζουν πέρα», όπως προκύπτει από την έρευνα οικονομικής συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Η αναλογία των πολιτών που οριακά καλύπτουν τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες τους ανήλθε στο 65% (δηλαδή, σχεδόν 2 στους 3), σημειώνοντας άλμα τριών ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με τον Μάρτιο και αποδεικνύοντας ότι οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί για βελτίωση της οικονομίας και της κατάστασης των νοικοκυριών είναι εντελώς αβάσιμοι. Ίδιου εύρους άλμα σημείωσε τον Απρίλιο, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, το ποσοστό των νοικοκυριών που αδυνατούν να αποταμιεύσουν, φθάνοντας το 87%.
Σύμφωνα με την έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.500 καταναλωτών, αρκετά πιθανή θεωρεί την αποταμίευση τους επόμενους 12 μήνες μόνο το 11% των ερωτηθέντων και πολύ πιθανή το 1%. Οι καταναλωτές που δηλώνουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ ήταν τον Απρίλιο 14% του συνόλου (από 16% τον Μάρτιο), ενώ όσοι δηλώνουν ότι «έχουν χρεωθεί» φθάνουν το 9% (από 11% τον προηγούμενο μήνα). Επιπλέον, από το 65% των ερωτηθέντων που ανέφερε ότι τα βγάζει πέρα μετά βίας, το 11% (από 9% τον Μάρτιο) έχει αναγκαστεί να καταφύγει στις αποταμιεύσεις του. Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες υποχώρησε σημαντικά τον Απρίλιο στις -71,2 μονάδες, έναντι -67,5 μονάδων ένα μήνα νωρίτερα.
Το 42% των νοικοκυριών τον Απρίλιο (έναντι 44% τον Μάρτιο) περίμενε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασής του το προσεχές 12μηνο και μόλις 10% (από 11% τον Μάρτιο) προέβλεπε μικρή βελτίωση.
Ισχνή μειοψηφία παραμένουν οι καταναλωτές που δηλώνουν πρόθεση για λίγο περισσότερες μείζονες αγορές (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.): αντιστοιχούν μόλις στο 6% του συνόλου. Η πλειοψηφία, και συγκεκριμένα το 38%, δηλώνει ότι οι προοπτικές για μείζονες αγορές είναι πολύ λιγότερες, το 41% σχεδόν αμετάβλητες και το 14% λίγο λιγότερες.
Στην έρευνα του Απριλίου το ΙΟΒΕ εξέτασε (όπως κάνει σε τριμηνιαία βάση) τρία επιπρόσθετα ζητήματα που εξειδικεύουν την πρόθεση για μείζονες αγορές:
– Το 94,5% των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο το προσεχές 12μηνο, έναντι ποσοστού 92,3% τον Ιανουάριο.
– Μόλις το 2,8% των νοικοκυριών δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι ενισχυμένο σε σύγκριση με το 0,9% του Ιανουαρίου.
– Στο 10,6% διευρύνθηκε τον Απρίλιο, από 9,5% τον Ιανουάριο, το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσουν σημαντικές δαπάνες βελτίωσης/ανανέωσης της κατοικίας τους το προσεχές 12μηνο.
Βάσει της έρευνας, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ανέκαμψε εκ νέου τον Απρίλιο, αλλά σε μικρό βαθμό: διαμορφώθηκε στις -30,9 μονάδες, από -31,6 μονάδες τον Μάρτιο. «Η ενίσχυση υποστηρίζεται από όλους τους δείκτες οι οποίοι διαμορφώνουν την καταναλωτική εμπιστοσύνη, εκτός των εκτιμήσεων των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους τελευταίους 12 μήνες, οι οποίες ουσιαστικά δεν μεταβλήθηκαν», παρατηρούν οι αναλυτές του ΙΟΒΕ και προσθέτουν: «Ευρύτερα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης παρουσιάζει μικρή διακύμανση στο πρόσφατο τρίμηνο ελαφρώς χαμηλότερα των -30 μονάδων, κατόπιν της συνεχούς αύξησής του επί 7 μήνες. Αυτή η σταθεροποιητική τάση αναδεικνύει ότι η τονωτική επίδραση του εκλογικού κύκλου έχει ολοκληρωθεί. Ο δείκτης συντηρεί την ενίσχυση που κατέγραψε έως τον Ιανουάριο από άλλες εξελίξεις, όπως π.χ. η έκδοση 10ετούς ομολόγου τον Μάρτιο και προσφάτως, η μερική πρόωρη αποπληρωμή μέρους του δημοσίου χρέους στο ΔΝΤ, η οποία αποτυπώνεται στις προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας».
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι τον Απρίλιο:
– Βελτιώθηκαν οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση περιμένει το 46% (ποσοστό σχεδόν αμετάβλητο σε σχέση με το 45% του Μαρτίου), αλλά το ποσοστό εκείνων που αναμένουν σταθερότητα αυξήθηκε στο 27%, έναντι 18% τον Μάρτιο.
– Το 45% των ερωτηθέντων προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας. Μικρή μείωση της ανεργίας προβλέπει το 22%. Και τα δύο ποσοστά παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
– Συνεχίστηκε η ανησυχία των νοικοκυριών για την αύξηση του πληθωρισμού. Άνοδο τιμών, με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό, προβλέπει το 38% (έναντι 39% τον Μάρτιο), ενώ σταθερότητα προβλέπει το 35% (από 37% τον Μάρτιο).
Παρά την ανάκαμψη του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, οι Έλληνες καταναλωτές είναι για άλλον ένα μήνα οι πιο απαισιόδοξοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.Τουλάχιστον, η απόσταση που τους χωρίζει από τους υπόλοιπους πεσιμιστές μειώθηκε. Την πεντάδα των απαισιόδοξων συμπληρώνουν οι Βούλγαροι (-26,2 μονάδες τον Απρίλιο από -25,4 τον Μάρτιο), οι Ιταλοί (-13,4 από -13,1), οι Ρουμάνοι (-12,6 από -13,7) και οι Γάλλοι (-11,1 από -10,8). Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ο μέσος δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε στις -7,7 μονάδες τον Απρίλιο (από -7,1 τον προηγούμενο μήνα) και σε επίπεδο ευρωζώνης μειώθηκε στις -7,9 (από -7,2). Ανοδική τάση σημειώθηκε σε 11 χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 6 κράτη της Ε.Ε.: η Τσεχία, η Δανία, η Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, η Πολωνία και η Φινλανδία. Όπως διευκρινίζει το ΙΟΒΕ, η αλλαγή της σύνθεσης του δείκτη είχε ως αποτέλεσμα ορισμένες χώρες που είχαν σταθερά θετικό πρόσημο τα τελευταία χρόνια, όπως η Σουηδία, να έχουν πλέον αρνητικό πρόσημο και το αντίστροφο.
ΤΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΠΟΥ ΔΗΛΩΝΟΥΝ ΟΤΙ «ΜΟΛΙΣ ΤΑ ΒΓΑΖΟΥΝ ΠΕΡΑ» ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ 7ΜΗΝΟ
Απρίλιος 2019: 65%
Μάρτιος 2019: 62%
Φεβρουάριος 2019: 63%
Ιανουάριος 2019: 64%
Δεκέμβριος 2018: 60%
Νοέμβριος 2018: 57%
Οκτώβριος 2018: 62%