Ποιοι µπαίνουν στη ρύθµιση για την Εφορία – Από το ατοµικό δηλωθέν εισόδηµα προκύπτει ένα ελάχιστο ποσό ετήσιας δαπάνης του οφειλέτη, το οποίο διαιρείται µε το 12 και έτσι προκύπτει η µηνιαία δόση
Των Σπύρου Δημητρέλη, Γιάννη Φώσκολου
Κρίσιµες λεπτοµέρειες περιλαµβάνει η ρύθµιση των 120 δόσεων προς την Εφορία. Το σχετικό σχέδιο νόµου κατατέθηκε χθες στη Βουλή και στόχος είναι να ψηφιστεί το γρηγορότερο δυνατόν, έτσι ώστε να ανοίξει σύντοµα η ηλεκτρονική εφαρµογή για την υποβολή αιτήσεων από όσους έχουν ληξιπρόθεσµες οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση.
Οι συνολικές οφειλές προς την Εφορία, σύµφωνα µε τα τελευταία επίσηµα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δηµοσίων Εσόδων, ανέρχονται σε 104 δισεκατοµµύρια ευρώ. Πρόκειται για ποσό που οφείλουν συνολικά περίπου 4 εκατοµµύρια φορολογούµενοι, φυσικά και νοµικά πρόσωπα.
Τα βασικά σηµεία της ρύθµισης οφειλών προς την Εφορία είναι τα εξής:
- Υπάγονται στη ρύθµιση οι οφειλές που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσµες έως το τέλος του 2018.
- Στη ρύθµιση µπορούν να υπαχθούν και ποσά που έχουν ρυθµιστεί µε την πάγια ρύθµιση των 12 ή 24 δόσεων. Δεν µπορούν, όµως, να υπαχθούν οφειλές οι οποίες έχουν ενταχθεί στη ρύθµιση των 100 δόσεων του 2015, η οποία παραµένει ενεργή.
- Οι οφειλές των φυσικών προσώπων και των νοµικών προσώπων µη κερδοσκοπικού χαρακτήρα µπορούν να ρυθµιστούν σε έως και 120 µηνιαίες δόσεις, ενώ των νοµικών προσώπων κερδοσκοπικού χαρακτήρα µπορούν να ρυθµιστούν σε έως 30 µηνιαίες δόσεις.
- Ο ελάχιστος αριθµός δόσεων είναι 18 και ο µέγιστος 120.
- Το ελάχιστο ποσό δόσης είναι 30 ευρώ.
- Προϋπόθεση ένταξης στη ρύθµιση είναι να έχουν υποβληθεί οι φορολογικές δηλώσεις των τελευταίων 5 ετών.
- Η αίτηση για υπαγωγή στη ρύθµιση θα πρέπει να υποβληθεί υποχρεωτικά µέσω Τaxisnet και η πρώτη δόση να πληρωθεί εντός τριών εργάσιµων ηµερών από την υποβολή της αίτησης.
- Η ρύθµιση χάνεται αν δεν καταβληθούν δύο συνεχόµενες δόσεις.
- ∆εν υπάρχει περιουσιακό κριτήριο για την ένταξη στη ρύθµιση. Υπάρχει, όµως, εισοδηµατικό κριτήριο, το οποίο περιορίζει τον αριθµό των δόσεων.
Το εισοδηµατικό κριτήριο λειτουργεί ως εξής: ανάλογα µε το ύψος του ατοµικού δηλωθέντος εισοδήµατος (όχι του τεκµαρτού) προκύπτει ένα ελάχιστο ποσό ετήσιας δαπάνης του οφειλέτη που διατίθεται για την εξυπηρέτηση. Αυτό το ποσό διαιρείται µε το 12 και έτσι προκύπτει η µηνιαία δόση. Στη συνέχεια η συνολική οφειλή διαιρείται µε τη µηνιαία δόση και έτσι προκύπτει ο αριθµός των δόσεων.
Συγκεκριµένα, για τµήµα εισοδήµατος έως 10.000 ευρώ ο συντελεστής είναι µηδέν. Για τµήµα εισοδήµατος:
α) από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 4%,
β) από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 6%,
γ) από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 8%,
δ) από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 10%,
ε) από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 12%,
στ) από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 15%,
ζ) από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 20%,
η) πάνω από 100.000 ευρώ ο συντελεστής είναι 25%.
Ο ανωτέρω συντελεστής µειώνεται κατά µία ποσοστιαία µονάδα ανάλογα µε τον αριθµό των εξαρτώµενων τέκνων του οφειλέτη, ως εξής:
- κατά µία (1) µονάδα για ένα τέκνο,
- κατά δύο (2) µονάδες για δύο τέκνα,
- κατά τρεις (3) µονάδες για τρία τέκνα και άνω.
Οφειλές έως 3.000 ευρώ για οφειλέτες µε ετήσιο εισόδηµα έως 10.000 ευρώ ρυθµίζονται άτοκα, ενώ για τους υπόλοιπους οφειλές το επιτόκιο της ρύθµισης έχει οριστεί στο 5%.
Παραδείγµατα
- Φορολογούµενος µε ετήσιο εισόδηµα 6.000 ευρώ χρωστά 1.200 ευρώ. Μπορεί να ρυθµίσει τις οφειλές του σε έως 40 δόσεις των 30 ευρώ η καθεµία.
- Οφειλέτης της φορολογικής διοίκησης έχει ετήσιο εισόδηµα ύψους 15.000 ευρώ και οφειλή ύψους 1.000 ευρώ. Προκύπτει ότι µπορεί να δαπανά κάθε χρόνο για τη ρύθµιση το ποσό των 360 ευρώ, δηλαδή µηνιαίως 30 ευρώ. Μπορεί να ρυθµίσει την οφειλή του σε έως 33 δόσεις των 30 ευρώ.
- Φορολογούµενος έχει ετήσιο εισόδηµα ύψους 25.000 ευρώ και οφειλή ύψους 5.000 ευρώ. Υποχρεώνεται να δαπανά ετησίως για τη ρύθµιση 900 ευρώ ή 75 ευρώ τον µήνα. Μπορεί να ρυθµίσει την οφειλή του σε 67 δόσεις των 75 ευρώ.
- Οφειλέτης έχει ετήσιο εισόδηµα ύψους 30.000 ευρώ και οφείλει από φόρους το ποσό των 10.000 ευρώ. Υποχρεώνεται να δαπανά ετησίως για τη ρύθµιση το ποσό των 1.400 ευρώ ή 117 ευρώ τον µήνα. Μπορεί να ρυθµίσει την οφειλή του σε 85 δόσεις των 117 ευρώ
Εντάσσονται και όσοι είναι ήδη σε ενεργές ρυθµίσεις
Στη νέα ευνοϊκή ρύθµιση των 120 δόσεων έχουν δυνατότητα να ενταχθούν οι 117.772 οφειλέτες που έχουν σήµερα ενεργές ρυθµίσεις. Από τη µετάπτωση στη νέα «έξυπνη» ρύθµιση των 120 δόσεων δεν αποκλείονται ούτε οι 1.644 οφειλέτες που έχουν τελεσίδικα ενταχθεί στον εξωδικαστικό µηχανισµό, καθώς µε αλλαγή της τελευταίας στιγµής συµπεριλαµβάνονται στους ωφελούµενους από τη νέα ρύθµιση.
Ειδικότερα, το νοµοσχέδιο προβλέπει πως οφειλές προς ασφαλιστικά ταµεία για τις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία υπαγωγής στη ρύθµιση του εξωδικαστικού εντάσσονται στη νέα ρύθµιση αυτοτελώς χωρίς να επηρεάζονται οι όροι της ρύθµισης ως προς τους λοιπούς πιστωτές, δηλαδή τράπεζες και Εφορία. Ως εκ τούτου, όλοι οι ρυθµισµένοι οφειλέτες, εκτός από όσους έχουν οριστικά ενταχθεί στον νόµο Κατσέλη, εντάσσονται στις 120 δόσεις µε αυτοµατοποιηµένη διαδικασία.
Πιο συγκεκριµένα, το νοµοσχέδιο προβλέπει πως η αίτηση του οφειλέτη για υπαγωγή στη νέα ρύθµιση συνεπάγεται «τη µετάπτωση του υπολειπόµενου ποσού οφειλής που έχει ήδη υπαχθεί σε ρύθµιση τµηµατικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ».
Το «κούρεµα» των οφειλών των ελεύθερων επαγγελµατιών προς τα Ταµεία θα µπορούσε να φτάσει τα 10 δισ.
Στην περίπτωση αυτή, επέρχεται απώλεια των διευκολύνσεων της προηγούµενης ρύθµισης. Εντάσσονται και οι οφειλέτες µε εκκρεµείς αιτήσεις για ένταξη στον εξωδικαστικό µε τροποποίηση µόνο των σχετικών στοιχείων της οφειλής προς τα Ταµεία στην αίτηση υπαγωγής στον εξωδικαστικό. Στο τέλος Μαρτίου οι ενεργές ρυθµίσεις στο ΚΕΑΟ ήταν 117.772 και το ρυθµισµένο ποσό 2,2 δισ. Προσοχή, η θεσµοθέτηση της νέας ρύθµισης δεν σηµαίνει πως οι υπάρχουσες ρυθµίσεις καταργούνται. Αντίθετα, θα συνεχίσουν να «τρέχουν» για όσους δεν επιλέξουν να υπαχθούν στη νέα ρύθµιση των 120 δόσεων.
Ολοι µπορούν να υπαχθούν στη νέα ρύθµιση ως εξής:
- Ο οφειλέτης υποβάλλει στην ειδική ηλεκτρονική πλατφόρµα αίτηση υπαγωγής στη νέα ρύθµιση.
- Αυτοµάτως η ενεργή σήµερα ρύθµιση οδηγείται σε απώλεια από το ΚΕΑΟ και το ανεξόφλητο υπόλοιπο εντάσσεται στο νέο σχήµα.
- Αν στο ανεξόφλητο υπόλοιπο υπάρχουν χρέη από απλήρωτες εισφορές της περιόδου 2002-2016 και ο οφειλέτης µη µισθωτός επιθυµεί τον επανυπολογισµό τους, τότε αυτές θα επανυπολογίζονται.
- Αν στο ανεξόφλητο υπόλοιπο δεν εµπίπτουν οφειλές της περιόδου 2002-2016, ο οφειλέτης µπορεί να λάβει το «κούρεµα» των προσαυξήσεων που έχουν αποµείνει στο ανεξόφλητο υπόλοιπο κατά 85%.
- Ακολούθως, ο οφειλέτης µπορεί να ρυθµίσει το υπόλοιπο σε έως 120 δόσεις.
Με το ίδιο νοµοσχέδιο αλλάζει, όπως είχε προαναγγελθεί, το όριο χρεών που επιτρέπει στους αγρότες να βγουν στη σύνταξη, αφού από 4.000 διαµορφώνεται στις 6.000 ευρώ. Το νέο προσαυξηµένο όριο ισχύει µόνο για όσους αγρότες ενταχθούν στη νέα ρύθµιση των 120 δόσεων και ταυτόχρονα συµπληρώνουν τα 67 µέχρι 31 ∆εκεµβρίου 2019.
Οι αγρότες συνταξιοδοτούνται κατά κανόνα στα 67 µε τουλάχιστον 15ετία ασφάλισης. Συνεπώς, η ρύθµιση δίνει το αυξηµένο όριο σε όλους όσοι µπορούν να συνταξιοδοτηθούν µέχρι και φέτος. Εκτιµάται πως τουλάχιστον 12.000 αγρότες θα µπορέσουν να συνταξιοδοτηθούν άµεσα µε τη ρύθµιση και το αυξηµένο όριο των 6.000, ενώ 19.000 θα µπορέσουν να συνταξιοδοτηθούν σε σύντοµο χρονικό διάστηµα µετά την ένταξή τους στη ρύθµιση.
Ο Τ. Πετρόπουλος
Sύµφωνα µε τον υφυπουργό Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Τάσο Πετρόπουλο, το «κούρεµα» των οφειλών των ελεύθερων επαγγελµατιών προς τα Ταµεία θα µπορούσε να φτάσει και στο ποσό-µαµούθ των 10 δισ., αν ενταχθούν όλοι οι δυνητικά ωφελούµενοι του πρ. ΟΑΕΕ, οι οποίοι φτάνουν τους 550.000. Σε αυτή την περίπτωση το χρέος τους από περίπου 15 δισ. θα αποµειωθεί σε 4,5 δισ. Η ρύθµιση χάνεται αν δεν καταβληθεί ποσό δόσεων που αντιστοιχεί σε δύο δόσεις, καθώς και εάν δεν καταβληθούν βεβαιωµένες οφειλές που δηµιουργήθηκαν µετά την 1η Ιανουαρίου 2019. Ειδικά για τους µη µισθωτούς, βεβαιωµένες οφειλές είναι αυτές που προκύπτουν µετά το τέλος της ετήσιας εκκαθάρισης των εισφορών.