Καταργούνται τα ηλικιακά όρια στις συντάξεις χηρείας, αυξάνεται το ποσό της σύνταξης χηρείας από το 50% στο 70%, τα τέκνα του θανόντος θα συνεχίσουν να λαμβάνουν το ποσό από τη σύνταξη χηρείας που τους αναλογεί, μέχρι τα 24 έτη
Κατάργηση των ηλικιακών περιορισμών για τις συντάξεις χηρείας του νόμου Κατρούγκαλου και αύξηση του ποσού στο 70% προβλέπει μεταξύ άλλων το νομοσχέδιο ρύθμισης οφειλών.
Αναλυτικά στο Δεύτερο Κεφάλαιο του νομοσχεδίου προβλέπονται:
-Το όριο ηλικίας των 55 ετών καταργείται και οι συντάξεις λόγω θανάτου
συνταξιούχου ή ασφαλισμένου καταβάλλονται στους επιζώντες συζύγους
ανεξάρτητα από την ηλικίας τους ακόμη και μετά την παρέλευση της 3ετίας.
-Το ποσοστό αναπλήρωσης που δικαιούνται οι χήρες / χήροι από την σύνταξη
του θανόντα αυξάνεται σε 70% από 50% σήμερα. Αυτό σημαίνει αύξηση κατά
40% του δικαιούμενου ποσού.
-Καταργείται το «ψαλίδι» από τον επανυπολογισμό της σύνταξης του
θανόντα. Υπενθυμίζεται πως σύμφωνα με τον νόμο Κατρούγκαλου, αν ο θανών
ήταν συνταξιούχος, η σύνταξή του επανυπολογίζονταν με το σύστημα εθνική –
ανταποδοτική και αποδίδονταν χωρίς προσωπική διαφορά στον επιζώντα στο
50%. Αυτό το σύστημα οδηγούσε σε διπλή απομείωση της νέας σύνταξης. Στο
νέο νομοσχέδιο καταργείται το εν λόγω «ψαλίδι» καθώς προβλέπεται πως αν η
σύνταξη του θανόντα βγαίνει μικρότερη με τον επανυπολογισμό, το ποσοστό
της χήρας / του χήρου θα υπολογίζεται στην παλιά υψηλότερου ποσού
σύνταξη που καταβάλλονταν στις 12 Μαίου του 2016. Δηλαδή οι χήροι /
χήρες θα μπορούν πλέον να διατηρούν την «προσωπική διαφορά» του θανόντα.
Αντίθετα αν η σύνταξη βγαίνει υψηλότερη με τον επανυπολογισμό, τότε τα
ποσοστά θα υπολογίζονται στη νέα υψηλότερη σύνταξη.
-Τα παιδιά δικαιούνται την σύνταξη λόγω θανάτου ακόμη και μετά την
ενηλικίωσή τους και μέχρι τα 24 έτη ανεξάρτητα από το αν σπουδάζουν ή
όχι. -Μόνη προϋπόθεση είναι να μην έχουν παντρευτεί.
-Εισάγεται ως δίχτυ ασφαλείας το κατώτατο όριο των 360 – 384 ευρώ και
στις περιπτώσεις των χήρων που εργάζονται και μετά την 3ετία χάνουν το
50% της σύνταξης. Υπενθυμίζεται πως όσες χήρες – χήροι εργάζονται, έχουν
επιχείρηση ή λαμβάνουν άλλη σύνταξη (π.χ. γήρατος) δικαιούνται την μισή
σύνταξη από αυτή που αρχικά έλαβαν για όλο το χρονικό διάστημα κατά το
οποίο εργάζονται, αυτοπασχολούνται ή λαμβάνουν σύνταξη. Με την νέα
ρύθμιση αποσαφηνίζεται πως η μισή σύνταξη δεν μπορεί να είναι κατώτερη
από 384 ευρώ για θανόντες που είχαν 20 χρόνια ασφάλισης, το οποίο
μειώνεται κατά 1,25% για κάθε έτος λιγότερο και έως τα 15 έτη, με
αποτέλεσμα το κατώτατο όριο να καθορίζεται στα 360 ευρώ τον μήνα για
15ετία ασφάλισης.
Οι νέες ρυθμίσεις καταλαμβάνουν όλες τις συντάξεις χηρείας που έχουν
εκδοθεί με τον νόμο Κατρούγκαλου, δηλαδή και τις 45.000 συντάξεις λόγω
θανάτου που έχουν υπολογιστεί με τις διατάξεις του νόμου 4387/2016 και
αφορούν θανάτους από 13 Μαίου του 2016 και μετά.
Η διπλή αύξηση θα δοθεί από την ημερομηνία ψήφισης του νόμου των 120 δόσεων και μετά.
Δείτε τις σχετικές διατάξεις του Νομοσχεδίου
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
Άρθρο 19
Σύνταξη λόγω θανάτου
1. Οι ηλικιακοί περιορισμοί του πρώτου, δεύτερου και τρίτου εδαφίου της
υποπαρ. Α της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 (Α’ 85)
καταργούνται. Οι συντάξεις λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου
καταβάλλονται στους επιζώντες συζύγους ανεξάρτητα από την ηλικία τους,
ακόμα και μετά την παρέλευση τριετίας.
2. Η περ. α’ της υποπαρ. Β της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016
αντικαθίσταται ως εξής: «α) Είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 24ο
έτος της ηλικίας τους».
3. Στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 οι λέξεις «πέντε (5) ετών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριών (3) ετών».
4. Στην περ. α’ της υποπαρ. Α της παρ. 4 του άρθρου 12 του ν.
4387/2016 οι λέξεις «ποσοστό 50%» αντικαθίστανται από τις λέξεις
«ποσοστό 70%».
5. Η περ. β’ της παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) Μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών εργάζεται ή
αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, καταβάλλεται,
αναλόγως της χρονικής διάρκειας της εργασίας ή αυτοαπασχόλησης, το 50%
της σύνταξης, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται των κατώτατων ορίων των
περ. α’, β’ και γ’ της υποπαρ. Β της παρ. 4.»
6. Στην παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Ειδικότερα, αν το ποσό της σύνταξης, όπως προκύπτει από τον υπολογισμό
του σύμφωνα με το άρθρο 14, είναι μεγαλύτερο του καταβαλλόμενου κατά την
12.5.2016 ποσού σύνταξης, τα ποσοστά της υποπαρ. Α της παρ. 4
υπολογίζονται επί του μεγαλύτερου ως άνω ποσού. Αν το ποσό της σύνταξης,
όπως προκύπτει από τον υπολογισμό του σύμφωνα με το άρθρο 14, είναι
μικρότερο του καταβαλλόμενου κατά την 12.5.2016 ποσού, τα ποσοστά της
υποπαρ. Α της παρ. 4 υπολογίζονται επί του καταβαλλόμενου ως άνω ποσού.»
7. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται, από την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου, και σε όσες αποφάσεις συνταξιοδότησης έχουν ήδη εκδοθεί
κατ’ εφαρμογή του ν. 4387/2016.
Κατεβάστε
Σχέδιο Νόμου
Αιτιολογική Έκθεση