Κατά την εκδίκαση της εν λόγω αίτησης αναίρεσης ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από το Σύνταγμα και τον ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Ειδικότερα, υπάρχει ασάφεια, αφού δεν διευκρινίζεται στην απόφαση αν ο αναιρεσείων ήταν κατά τον κρίσιμο χρόνο διευθύνων σύμβουλος της εργοδότριας ανώνυμης εταιρείας, ώστε να ανακύπτει νομική υποχρέωσή του να παρακρατεί τις εισφορές των εργαζομένων και να αποδίδει αυτές μαζί με τις αντίστοιχες εργοδοτικές της επιχείρησης προς το ΙΚΑ. Μόνη δε η αναφερόμενη στο σκεπτικό και στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης ιδιότητα του κατηγορουμένου -αναιρεσείοντος ως εργοδότη της επιχείρησης με την επωνυμία “… Α.Ε.Β.Ε “ δεν καθιστά αυτόν, χωρίς καμία άλλη διευκρίνιση της θέσης του στην εταιρεία, υπόχρεο για παρακράτηση και απόδοση των εισφορών.
Κατά παραδοχή του σχετικού από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ δεύτερου λόγου αναίρεσης, το Δικαστήριο διέταξε την αναίρεση της προσβαλλόμενης απόφασης και την παραπομπή της υπόθεσης για νέα συζήτηση.
Στο σημείο αυτό παρατίθενται περαιτέρω πληροφορίες για το εξεταζόμενο έγκλημα . Ειδικότερα τα εγκλήματα της μη καταβολής των εισφορών (εργοδοτικών-εργατικών) συντελούνται με την παράλειψη της εμπρόθεσμης καταβολής των εισφορών μέσα σε τριάντα ημέρες από το ημερολογιακό τέλος κάθε μήνα που παρασχέθηκε η εργασία. Κατ’ ακολουθία τούτων, για την πληρότητα της αιτιολογίας καταδικαστικής, για παράβαση του άρθρου 1 του Α.Ν. 86/1967 αποφάσεως, πρέπει να περιέχονται σ’ αυτήν τα κρίσιμα περιστατικά για τη θεμελίωση των δύο ως άνω αξιοποίνων πράξεων, που είναι η κατά συγκεκριμένο χρόνο απασχόληση, με σχέση εξαρτημένης εργασίας, του ασφαλισμένου στους ως άνω Οργανισμούς προσωπικού και τα χρηματικά ποσά, τα οποία, με βάση τις τακτικές αποδοχές του προσωπικού, όφειλε ο κατηγορούμενος εργοδότης να καταβάλει στον Ασφαλιστικό Οργανισμό ως εργοδοτικές ή εργατικές εισφορές και δεν κατέβαλε ή παρακράτησε ως και αναφορά, επί φυσικού προσώπου, φερόμενου ως εργοδότη εκ της ασκήσεως επιχειρήσεως, των πραγματικών περιστατικών, από τα οποία να προκύπτει η θέση τούτου στην επιχείρηση αυτή. Επίσης απαιτείται να διευκρινίζεται αν πρόκειται για προσωπική ή εταιρική επιχείρηση και ποιά η νομική μορφή της τελευταίας και η θέση του κατηγορουμένου σ’ αυτήν, ώστε να ανακύπτει υποχρέωσή του για παρακράτηση και απόδοση των εισφορών, μη αρκούντος του χαρακτηρισμού του ως εργοδότη ή ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρικής επιχειρήσεως, οπότε δημιουργείται ασάφεια ως προς τη νομική υποχρέωση τούτου (ήτοι του αναφερομένου απλώς ως εργοδότη) για καταβολή των εισφορών και δημιουργείται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του ΚΠοινΔ λόγος αναίρεσης.
Επιμέλεια: Ιωάννης Κοντούλης/ Επιστημονικός Συνεργάτης e-Θεμις
Πιο συγκεκριμένα δεν διαλαμβάνονταν στην προσβαλλόμενη απόφαση πραγματικά περιστατικά από τα οποία να προσδιορίζονται τα στοιχεία της ταυτότητας του αυτουργού της αξιόποινης πράξης της απάτης