Οι Βρετανοί δισεκατομμυριούχοι, μεταξύ των οποίων κάποιοι από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της αποχώρησης της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, κατάφεραν να αυξήσουν την περιουσία τους όταν η οικονομία παλεύει να διατηρήσει τη δυναμική της ενόψει του Brexit. Κάποιοι εξ αυτών, μάλιστα, αναζητούν τρόπους να αποφύγουν την πληρωμή φόρων στην πατρίδα τους, αλλά και τις επιπτώσεις του Brexit. Οι 15 πλουσιότεροι Βρετανοί που απαρτίζουν τον δείκτη Bloomberg Billionaires έχουν προσθέσει 28 δισ. δολάρια στα περιουσιακά τους στοιχεία από τότε που έγινε το δημοψήφισμα του Brexit στις 23 Ιουνίου του 2016, συμπεριλαμβανομένων 18 δισ. δολαρίων που καταγράφηκαν στο τρέχον έτος.
Περισσότερο από όλους ωφελήθηκαν οι Τζέιμς Ράτκλιφ και Τζέιμς Ντάισον, οι περιουσίες των οποίων έχουν αυξηθεί κατά 20 δισ. δολάρια, συνολικά. Και οι δύο μεγαλοεπιχειρηματίες υπήρξαν ένθερμοι υποστηρικτές του Brexit, επιχειρηματολογώντας πως είναι προτιμότερο να πορευτεί η Βρετανία μόνη της, χωρίς να δεσμεύεται από την Ε.Ε. και τις υποχρεώσεις του κοινού προϋπολογισμού των κρατών-μελών. Δημοσιεύματα του βρετανικού Τύπου που κυκλοφόρησαν τον Φεβρουάριο ήθελαν τον Ράτκλιφ, ιδρυτή της μη εισηγμένης εταιρείας χημικών Ineos, να μετακομίζει στο Μονακό για να μειώσει τα φορολογικά του βάρη. Παράλληλα, ο Ντάισον, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Dyson Ltd., αποφάσισε μετά το Brexit να μεταφέρει τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας του στη Σιγκαπούρη. Η απόφασή του αυτή ελήφθη λίγους μήνες αφότου η Σιγκαπούρη υπέγραψε εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε., η οποία υπόσχεται ευκολότερη πρόσβαση στην κοινή αγορά, όπως είχε γράψει ο Τζόναθαν Φρίλαντ, αρθρογράφος του Guardian. Remaining Time-0:33FullscreenMute
Η αύξηση της περιουσίας των Ράτικλιφ και Ντάισον κατά 20 δισ. δολάρια προσεγγίζει σχεδόν το ήμισυ του λογαριασμού των 39 δισ. στερλινών ή 51 δισ. δολαρίων που δέχτηκε η Βρετανία να πληρώσει για το Brexit, ώστε να μην αφήσει καμία εκκρεμότητα απέναντι στους Ευρωπαίους εταίρους της. Τα συνολικά περιουσιακά στοιχεία όλων των Βρετανών που απαρτίζουν τον δείκτη Bloomberg Billionaires υπολογίζονται στα 109 δισ. δολάρια. Πάνω από το ήμισυ των Βρετανών που περιλαμβάνονται σε αυτόν τον δείκτη δεν είναι πια κάτοικοι της Βρετανίας, κάτι το οποίο σημαίνει ότι δεν πληρώνουν φόρους στη χώρα τους. Η μετανάστευση των πλουσίων συμβαίνει υπό συνθήκες μεγάλης αβεβαιότητας για τη χώρα και σε περίοδο που έχουν γίνει περικοπές στο κράτος πρόνοιας.
Ακόμη και η τόνωση της ανάπτυξης που καταγράφηκε στη βρετανική οικονομία το α΄ τρίμηνο του 2019 θεωρείται πρόσκαιρο φαινόμενο, διότι αποδίδεται στην εντατική συσσώρευση αποθεμάτων από τις επιχειρήσεις ενόψει του Brexit. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της κυβέρνησης, ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης στη βρετανική οικονομία διαμορφώθηκε στο 1,8% το α΄ τρίμηνο του 2019 από το 1,4% το δ΄ τρίμηνο του 2018, αντανακλώντας τις υψηλότερες επιδόσεις από το γ΄ τρίμηνο του 2017. Σε τριμηνιαία βάση, η ανάπτυξη στην οικονομία ενισχύθηκε κατά 0,5%.
Αλλά αυτή η στατιστική εικόνα είναι παραπλανητική, καθώς οι βρετανικές επιχειρήσεις προσπαθούν να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερα αποθέματα για να έχουν επάρκεια αγαθών στη μετά Brexit εποχή. Ο μεγαλύτερος φόβος των επιχειρηματιών είναι η άτακτη αποχώρηση της χώρας από την Ε.Ε., δηλαδή χωρίς μια εναλλακτική συμφωνία με τα υπόλοιπα κράτη-μέλη.
Τον Φεβρουάριο, όταν η Τράπεζα της Αγγλίας είχε αναθεωρήσει προς τα κάτω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη της χώρας το τρέχον και το επόμενο έτος, ο επικεφαλής Μαρκ Κάρνεϊ είχε δηλώσει πως η οικονομία έχει σκεπαστεί από την «ομίχλη του Brexit». Αν και η αγορά εργασίας παραμένει ισχυρή, οι επιχειρήσεις μειώνουν τις δαπάνες τους και ματαιώνουν επενδύσεις, διότι φοβούνται μήπως η επιβράδυνση της οικονομίας εξελιχθεί σε βαθιά ύφεση, ιδιαίτερα εάν γίνει ένα άτακτο Brexit. «Οι υψηλές επιδόσεις της οικονομίας το α΄ τρίμηνο αντανακλούν τις προετοιμασίες των επιχειρήσεων όσο ελλοχεύει ο κίνδυνος ενός σκληρού Brexit», σχολιάζει ο Σάμουελ Τομπς, επικεφαλής ερευνών για τη βρετανική οικονομία, στην Pantheon Macroeconomics.Έντυπη