ΔΠΑ Ν 444/2019, 18ο Τμήμα
Αίτηση αναστολής καταβολής του ποσοστού 20% του επιβληθέντος προστίμου σε πρατήριο υγρών καυσίμων ως προϋπόθεσης του παραδεκτού της άσκησης της προσφυγής κατά της πράξης επιβολής προστίμου, προβλεπόμενης από το άρθρο 17 παρ. 3 του ν. 3054/2002 (βλ. ΣτΕ 1681/2018).
ΔΠΑ Ν 444/2019, 18ο Τμήμα
Κατά τη γνώμη που επικράτησε, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη: α) την οικονομική κατάσταση της αιτούσας εταιρείας, όπως εμφαίνεται στα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία, από τα οποία προκύπτει ότι κατά τα τρία τελευταία έτη παρουσιάζει ζημίες, τα δε ακαθάριστα έσοδά της εμφανίζονται μεν υψηλά, ωστόσο η αιτούσα λόγω του είδους της επιχειρηματικής της δραστηριότητας (λιανικό εμπόριο υγρών καυσίμων), εμφανίζει εξίσου υψηλές δαπάνες για αγορές εμπορευμάτων (κόστος πωληθέντων) και για λειτουργικά έξοδα (αμοιβές προσωπικού, μισθώματα κ.λ.π.), β) την οικονομική και περιουσιακή κατάσταση του ομορρύθμου εταίρου της σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλών του προς το Δημόσιο, κρίνει ότι η αιτούσα εταιρεία αδυνατεί να καταβάλει έως την συζήτηση της ασκηθείσας προσφυγής της το ποσό των 21.000 ευρώ, το οποίο απαιτείται ως διαδικαστική προϋπόθεση για την παραδεκτή άσκηση της προσφυγής της.
Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη: α) ότι σε περίπτωση μη καταβολής του ως άνω ποσού η αιτούσα θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη δοθέντος, ότι θα αποστερηθεί του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος πρόσβασης σε πρώτο βαθμό δικαστικής δικαιοδοσίας (βλ. ΣτΕ 1681/2018), β) ότι οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος που υπαγόρευσαν την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης και επέβαλαν το κατά τα ανωτέρω δικονομικό απαράδεκτο, σταθμιζόμενοι με την ανωτέρω βλάβη της αιτούσας, δεν παρίστανται επιτακτικοί, συνεκτιμώντας ότι το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την μετ’ αναβολής προσδιορισθείσα για την εκδίκαση της προσφυγής δικάσιμο είναι βραχύ και ότι το καθ’ ου έχει ήδη επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση, μεταξύ άλλων και για το επίδικο χρέος, προβαίνοντας σε κατάσχεση της κατοικίας του ομορρύθμου εταίρου της και γ) ότι με την κρινόμενη αίτηση επιδιώκεται η αναστολή καταβολής του 20% του επιβληθέντος προστίμου, ήτοι ποσού 21.000 ευρώ έναντι καταλογισθέντος προστίμου ύψους 105.000 ευρώ, κρίνει ότι συντρέχουν, στην προκειμένη περίπτωση, οι προϋποθέσεις χορήγησης της αιτούμενης αναστολής.
Εξάλλου, κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας, το γεγονός ότι έχει επιβληθεί κατάσχεση για το ένδικο χρέος δεν κωλύει τη χορήγηση της αιτούμενης αναστολής, καθώς η επιβολή αναγκαστικής κατάσχεσης δεν συνιστά πραγματική κατάσταση δυσχερώς αναστρέψιμη (πρβλ. ΣτΕ 2040/2007), συνεπαγόμενη την άνευ ετέρου απόρριψη της αίτησης αναστολής, δεδομένου άλλωστε ότι από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης έχει ολοκληρωθεί με την είσπραξη της απαίτησης του Δημοσίου. (με μειοψ.)