Ευρ. Ελεγκτικό Συνέδριο: «Οι ασθενείς της ΕΕ δεν επωφελούνται ακόμα από τις δράσεις που προβλέπει το ενωσιακό δίκαιο»
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Η διαχείριση της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης στην ΕΕ πρέπει να βελτιωθεί, αν θέλουμε να επιτευχθούν οι υψηλές φιλοδοξίες της, σύμφωνα με νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ).
Συγκεκριμένα, η ειδική έκθεση αριθ. 07/2019, με τίτλο «Δράσεις της ΕΕ στον τομέα της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης: αρκετά φιλόδοξες, αλλά απαιτείται η βελτίωση της διαχείρισης», η οποία δημοσιεύθηκε στις 4-06-2019, καταλήγει ότι οι ασθενείς της ΕΕ εξακολουθούν να δυσκολεύονται να αντλήσουν όλα τα οφέλη από τις δράσεις που προβλέπει η οδηγία της ΕΕ για τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη. Μόνο μια μικρή μερίδα δυνητικών ασθενών είναι ενημερωμένοι για τα δικαιώματά τους όσον αφορά την αναζήτηση υγειονομικής περίθαλψης εκτός των συνόρων της χώρας τους. Συγχρόνως, οι ελεγκτές εντόπισαν προβλήματα και καθυστερήσεις στην ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων υγείας ασθενών μεταξύ κρατών μελών. Επιπλέον, επιβάλλεται να βελτιωθούν οι δράσεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε υγειονομική περίθαλψη ασθενών που πάσχουν από σπάνιες νόσους.
Η οδηγία του 2011 σχετικά με τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη αποσκοπεί στη διασφάλιση του δικαιώματος πρόσβασης των ασθενών σε ασφαλή και υψηλής ποιότητας διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη εντός ΕΕ, καθώς και του δικαιώματος επιστροφής των εξόδων στα οποία αυτοί υποβάλλονται στο εξωτερικό υπό τους αυτούς όρους που ισχύουν στη χώρα τους. Ως εκ τούτου, οι ασθενείς της ΕΕ που αναζητούν υγειονομική περίθαλψη σε άλλο κράτος μέλος –είτε υποβάλλονται, λόγου χάριν, σε προγραμματισμένη νοσοκομειακή περίθαλψη είτε αγοράζουν φάρμακα– δικαιούνται κατάλληλη ενημέρωση σχετικά με τα πρότυπα περίθαλψης, τους κανόνες για την επιστροφή των εξόδων, καθώς και το νομικό πλαίσιο που ενδείκνυται για την περίπτωσή τους.
Οι ελεγκτές εξέτασαν κατά πόσον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επόπτευσε την εφαρμογή της οδηγίας της ΕΕ για τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη στα κράτη μέλη και τους παρείχε υποστήριξη για την ενημέρωση των ασθενών σχετικά με τα δικαιώματά τους. Αξιολόγησαν τα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί όσον αφορά τη διασυνοριακή ανταλλαγή δεδομένων υγείας και εξέτασαν τις βασικές δράσεις της ΕΕ όσον αφορά τις σπάνιες νόσους
Οι ελεγκτές διαπίστωσαν ότι η Επιτροπή είχε εποπτεύσει δεόντως τη μεταφορά της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, καθώς και την εφαρμογή της από τα κράτη μέλη. Παρείχε επίσης υποστήριξη στα κράτη μέλη για τη βελτίωση της ενημέρωσης των πολιτών σχετικά με τα δικαιώματά τους σε διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη, αν και εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένα σημεία που χρήζουν βελτίωσης.
Η Επιτροπή υποτίμησε τις δυσκολίες που συνεπαγόταν η ανάπτυξη των υποδομών ηλεκτρονικής υγείας (eHealth) σε ολόκληρη την ΕΕ. Κατά τον χρόνο του ελέγχου –Νοέμβριος 2018– τα κράτη μέλη μόλις που ξεκινούσαν την ηλεκτρονική ανταλλαγή δεδομένων υγείας ασθενών και, επομένως, δεν ήταν δυνατό να αποδειχθούν τα οφέλη του συστήματος αυτού για τους διασυνοριακούς ασθενείς. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν αξιολόγησε δεόντως ούτε τη δυνητική χρήση ούτε την οικονομική αποδοτικότητα της διασυνοριακής ανταλλαγής δεδομένων υγείας.
Τέλος, σύμφωνα με τους ελεγκτές, τα ευρωπαϊκά δίκτυα αναφοράς για τις σπάνιες νόσους αποτελούν μια φιλόδοξη καινοτομία και υποστηρίζονται ευρέως από γιατρούς, παρόχους υγειονομικής περίθαλψης και ασθενείς. Παρά το γεγονός ότι, συνολικά στην ΕΕ, υπάρχουν 27 έως 36 εκατομμύρια άνθρωποι που πάσχουν από σπάνιες ασθένειες, τα δίκτυα αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες, προκειμένου να εξασφαλίσουν την οικονομική βιωσιμότητά τους και να λειτουργήσουν αποτελεσματικά μεταξύ εθνικών συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης.
Οι ελεγκτές συνιστούν στην Επιτροπή τα εξής:
- να υποστηρίξει περισσότερο τα εθνικά σημεία επαφής να βελτιώσουν την ενημέρωση που παρέχουν σχετικά με τα δικαιώματα των ασθενών για διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη·
- να προετοιμαστεί καλύτερα για τη διασυνοριακή ανταλλαγή δεδομένων υγείας·
- να βελτιώσει την υποστήριξη που παρέχει στα ευρωπαϊκά δίκτυα αναφοράς, καθώς και τη σχετική διαχείριση που ασκεί, προκειμένου να διευκολύνει την πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη όσων πάσχουν από σπάνιες νόσους.
Δήλωση
«Οι πολίτες της ΕΕ δεν επωφελούνται ακόμη αρκετά από τις φιλόδοξες δράσεις που εξαγγέλλονται στην οδηγία σχετικά με τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη», δήλωσε ο Janusz Wojciechowski, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για την έκθεση. «Η δράση της ΕΕ προβλέπει το δικαίωμα σε διασυνοριακή περίθαλψη, τη διευκόλυνση της διασυνοριακής ανταλλαγής δεδομένων υγείας ασθενών και πρωτοβουλίες που αφορούν τις σπάνιες νόσους. Ωστόσο, για την επίτευξη αυτών των φιλοδοξιών, απαιτείται καλύτερη διαχείριση».
Ιστορικό
Σύμφωνα με έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που πραγματοποιήθηκε το 2015, λιγότερο από το 20 % των πολιτών γνώριζαν τα δικαιώματά τους όσον αφορά τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη.
Δύο είναι οι νομικές οδοί που προσφέρονται σε ασθενείς που επιθυμούν να τύχουν διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης: η σχετική οδηγία της ΕΕ ή ο κανονισμός της ΕΕ για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας. Κατ’ εφαρμογή της οδηγίας, περί τους 200 000 ασθενείς ετησίως, ή λιγότερο από το 0,05 % των πολιτών της ΕΕ, επωφελούνται από την παροχή υγειονομικής περίθαλψης σε άλλο κράτος μέλος. Η κινητικότητα των ασθενών αφορούσε ως επί το πλείστον γειτονικά κράτη μέλη: η Γαλλία κατέγραψε προσφάτως μακράν τον μεγαλύτερο αριθμό εξερχόμενων ασθενών, ενώ η πλειονότητα των διασυνοριακών ασθενών αναζήτησαν περίθαλψη στην Ισπανία, την Πορτογαλία, το Βέλγιο και τη Γερμανία – βλέπε διασυνοριακή περίθαλψη 2016.
Η χρηματοδότηση της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης από την ΕΕ προέρχεται πρωτίστως από τα προγράμματά της για την υγεία, τα οποία χορηγούν περί τα 64 εκατομμύρια ευρώ ετησίως για ζητήματα που σχετίζονται με την υγεία. Οι δαπάνες για την επιστροφή των εξόδων περίθαλψης στο εξωτερικό βάσει της οδηγίας εκτιμάται ότι ανέρχονται στο 0,004 % του ετήσιου προϋπολογισμού ολόκληρης της ΕΕ για την υγειονομική περίθαλψη.
Υπενθυμίζεται ότιτο ΕΕΣ παρουσιάζει τις ειδικές εκθέσεις του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ, καθώς και σε άλλους ενδιαφερομένους, όπως σε εθνικά κοινοβούλια, παράγοντες του ενδιαφερόμενου κλάδου και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών. Στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι συστάσεις που διατυπώνουν οι ελεγκτές στις εκθέσεις τους υλοποιούνται.
Το πλήρες κείμενο της έκθεσης είναι διαθέσιμο στον ιστότοπο του ΕΕΣ (eca.europa.eu)