Σε ενημέρωση σχετικά με την εξέλιξη της δικαστικής διεκδίκησης για τον 13ο και 14ο μισθό μετά την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ προχωρά ο Σύλλογος Υπαλλήλων Περιφέρειας Αττικής και σε ανακοίνωση του σημειώνει:
Με αφορμή ερωτήματα συναδέλφων, σχετικά με την εξέλιξη της δικαστικής διεκδίκησης των επιδομάτων εορτών και αδείας, μετά τη γνωστή «διαρροή» του αρνητικού περιεχομένου της απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (έκρινε «συνταγματικές» τις περικοπές), με την οποία επιβεβαιώνεται ότι η ανάκτηση των τεράστιων απωλειών των εργαζομένων από την επίθεση της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων είναι ζήτημα που θα κριθεί κυρίως στους δρόμους, στην ενίσχυση της πάλης απέναντι στην πολιτική στήριξης του κεφαλαίου, απέναντι στην απατηλή λογική του «μικρότερου κακού» και της «αναποτελεσματικότητας των αγώνων», σας ενημερώνουμε για τα εξής νομικά ζητήματα, λαμβάνοντας υπόψη και το σχετικό σημείωμα του δικηγόρου Κ. Τσακίρη:
Θεωρείται ότι η υπόθεση δεν έχει κλείσει, αφού αναμένεται ότι οι υποθέσεις – αγωγές των ΙΔΑΧ συναδέλφων, που έχουν ήδη γίνει δεκτές από τα πολιτικά Δικαστήρια, να οδηγηθούν στον Άρειο Πάγο, ο οποίος και θα κρίνει για τη συνταγματικότητα ή μη των διατάξεων της περίπτωσης 1 της υποπαραγράφου Γ.1 της παραγράφου Γ του άρθρου πρώτου του Ν. 4093/2012 και του άρθρου 34 περ. α του Ν. 4354/2015, δηλαδή της καταργήσεως των επιδομάτων εορτών και αδείας.
Εάν η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κρίνει τις ανωτέρω διατάξεις, ως αντισυνταγματικές, αντίθετα με το Συμβούλιο της Επικρατείας, το όλο ζήτημα της συνταγματικότητας ή μη των πιο πάνω διατάξεων, θα παραπεμφθεί στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο θα κρίνει αυτό πλέον το εν λόγω ζήτημα, αίροντας τη σχετική αμφισβήτηση, η δε απόφασή του θα ισχύει έναντι πάντων (άρθρο 100 παρ. 1ε του Συντάγματος).
Πιθανολογείται ότι θα κατατεθεί από διαδίκους στις υποθέσεις στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας προσφυγή, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κατά της αναμενόμενης αρνητικής αποφάσεως της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, για παραβίαση ενδεχόμενα του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.). Στην περίπτωση αυτή εάν κριθεί με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ότι η αναμενόμενη αυτή δικαστική απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ εκδόθηκε κατά παραβίαση διάταξης ουσιαστικού δικαίου της ως άνω Ευρωπαϊκής Σύμβασης (Ε.Σ.Δ.Α.), τότε η αναμενόμενη αρνητική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας θα υπόκειται σε αίτηση επανάληψης της διαδικασίας, ενώπιον του ίδιου δικαστικού σχηματισμού του Συμβουλίου της Επικρατείας, που την εξέδωσε (άρθρο 69Α του Π.Δ. 18/1989).
Ενόψει των ανωτέρω, είναι λογικό να πρέπει να καθυστερήσει η εκδίκαση των αγωγών των συναδέλφων, που ασκήθηκαν, ενώπιον των Μονομελών Διοικητικών Πρωτοδικείων.
Συναδέλφισσες, συνάδελφοι
Και αυτή η απόφαση του ΣτΕ έρχεται να επιβεβαιώσει ξανά ότι όλο το αντεργατικό μνημονιακό οπλοστάσιο διατηρείται άθικτο και στη… «μεταμνημονιακή» περίοδο, ακριβώς γιατί αυτό απαιτούν η κερδοφορία και η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, για την οποία δίνουν διαπιστευτήρια όλα τα κόμματα, που ψήφισαν μαζί και χωριστά τα Μνημόνια (1ο, 2ο, 3ο) και τους εφαρμοστικούς νόμους. Γ ι αυτό εξάλλου «περιφρουρείται» έτσι και από την πλειοψηφία της δικαιοσύνης, που κρίνει αντισυνταγματικές διατάξεις μόνο όσες «χτυπάνε» δικά της μισθολογικά κλπ «δικαιώματα»…
Θυμίζουμε ότι με διάφορους μνημονιακούς νόμους των ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, μειώθηκαν οι μισθοί και τα επιδόματά μας, και στη συνέχεια η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ νομοθέτησε το ισχύον μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων (ν. 4354/2015), που εκτός των άλλων νομιμοποίησε και την κατάργηση του 13ου & του 14ου μισθού.
Γι αυτό τονίζουμε και πάλι ότι είναι ανάγκη να πολλαπλασιάσουμε την πολιτικοσυνδικαλιστική μας πίεση και δράση, με αγωνιστικές διεκδικήσεις προκειμένου να πάρουμε πίσω με νομοθετική ρύθμιση όλες τις μισθολογικές μας απώλειες.
Οι εργαζόμενοι σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα γνωρίζουμε πως καμιά ουσιαστική βελτίωση στη ζωή μας δεν πρόκειται να δούμε αν δεν καταργήσουμε με την πάλη μας όλο το αντεργατικό πλαίσιο, διεκδικώντας πραγματική ανάκτηση απωλειών, σε σύγκρουση με τους στόχους και τον σχεδιασμό του κεφαλαίου, με την πολιτική των κυβερνήσεων και των κομμάτων του, βάζοντας μπροστά τις δικές μας ανάγκες.