Οι Eυρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες που συμμετέχουν στην κρίσιμη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες στις 20 και 21 Ιουνίου θα αντιμετωπίσουν τρεις σημαντικές δοκιμασίες όσον αφορά στη δέσμευσή τους για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Δοκιμασία Νο1 – Κορυφαία θέση εργασίας
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναμένεται να αποφανθούν επί των επιλογών τους για τις κορυφαίες θέσεις εργασίας της Ε.Ε.: Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου – ο μόνιμος πρόεδρος των συνόδων κορυφής της Ε.Ε. – και ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε. Η επιλογή του διαδόχου του Jean-Claude Juncker ως προέδρου της Επιτροπής αναμένεται να είναι η πιο αμφισβητούμενη απόφαση.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής ασκεί σημαντική εξουσία. Το θεσμικό όργανο έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να καταθέτει νέους νόμους της Ε.Ε., να συντάσσει τον προϋπολογισμό της Ε.Ε., να διαπραγματεύεται εμπορικές συμφωνίες, να εκπροσωπεί την Ένωση σε διεθνές επίπεδο και να θέτει τις εθνικές κυβερνήσεις στο περιθώριο όταν παραβιάζουν βασικούς κανόνες της.
Όποιον κι αν επιλέξουν για την κορυφαία αυτή θέση οι εθνικές κυβερνήσεις, πρέπει να επιδείξει αξιόπιστη δέσμευση να αντιμετωπίσει το κλίμα και την οικολογική κρίση, καθιστώντας την προτεραιότητα για την Επιτροπή.
Ο τερματισμός της κλιματικής αλλαγής και η καταστροφή των φυσικών συστημάτων δεν μπορεί να είναι απλή σκέψη.
Η ανάπτυξη του οικολογικά και κοινωνικά υγιούς οικονομικού συστήματος που βασίζεται στην ευημερία, στην ποιότητα ζωής και στα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να αποτελεί το μέτρο μείζονος προτεραιότητας για τις πολιτικές της Ε.Ε. σε όλα τα επίπεδα. Από το περιβάλλον έως τον προϋπολογισμό της Ε.Ε., από τη γεωργία μέχρι το εμπόριο, από την ενέργεια έως τον ανταγωνισμό, από τη μετανάστευση έως τις κρατικές ενισχύσεις.
Η Ε.Ε. χρειάζεται πρόεδρο της Επιτροπής με πραγματικό όραμα, σθεναρή αφοσίωση και τα κότσια να αντέχει σε ισχυρά κεκτημένα συμφέροντα.
Ο διορισμός κάποιου διστακτικού σε ζητήματα κλιματικής αλλαγής, ως επόμενου προέδρου της Επιτροπής, θα σημάνει ότι η Ευρώπη δεν είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στη μεγαλύτερη πρόκληση της ανθρωπότητας.
Δοκιμασία Νο2 – Πρώτη προτεραιότητα
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες που θα συναντηθούν αργότερα αυτόν τον μήνα θα καθορίσουν επίσης την πολιτική κατεύθυνση και τις κορυφαίες προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Ένα πρώιμο σχέδιο στρατηγικής ατζέντας 2019-2024 έδειξε ότι ορισμένες κυβερνήσεις εξακολουθούν να διστάζουν να υιοθετήσουν πολιτικές που πραγματικά αντιμετωπίζουν το υπαρκτό κλίμα και την οικολογική κρίση, ενώ παράλληλα αποκαθιστούν τις κοινωνικές ανισότητες και προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Μολονότι το σχέδιο περιγράφει τη δράση για το κλίμα ως έναν από τους τέσσερις τομείς προτεραιότητας, δεν επαναπροσδιορίζει την οικονομική και εμπορική ατζέντα της Ε.Ε., έτσι ώστε να ωφελεί τους ανθρώπους και τον πλανήτη.
Επίσης, δεν αναγνωρίζει το επείγον των απότομων περικοπών εκπομπών, όπως απαιτεί η επιστήμη. Το χειρότερο είναι ότι σημειώνει κάποια πρόοδο όσον αφορά στο κλίμα με βάση τις «εθνικές συνθήκες κατά περίπτωση».
Αντ’ αυτού, το σχέδιο αναφέρει ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν να δώσουν προτεραιότητα στην οικονομική ανάπτυξη για τον εαυτό τους και να επιδιώξουν μια «υπερβολική ατζέντα» κατά της μετανάστευσης και της άμυνας.
Εάν επιβεβαιωθεί, η προσέγγιση αυτή θα συνεχίσει να οδηγεί την κλιματική και οικολογική κρίση και τις κοινωνικές ανισότητες και να τροφοδοτεί τη διαίρεση και τις συγκρούσεις.
Σήμερα, το πενταετές σχέδιο της Ε.Ε. είναι εκτός σύνδεσης με την κλιματική επιστήμη και τους ανθρώπους. Αυξανόμενος αριθμός Ευρωπαίων, ιδίως νέων, απαιτεί κοινωνικά δίκαιη περιβαλλοντική μετάβαση.
Στις πρόσφατες εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα περιβαλλοντικά ζητήματα αποτέλεσαν καυτά θέματα σε πολλές χώρες και τα κόμματα που επικεντρώθηκαν στο περιβάλλον πέτυχαν ρεκόρ υποστήριξης.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εξακολουθούν να έχουν την ευκαιρία να αναθεωρήσουν το πενταετές σχέδιο της Ε.Ε. πριν υποβληθούν σε αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων για τελική έγκριση. Πρέπει να αποδείξουν ότι η Ε.Ε. είναι διατεθειμένη να επανεξετάσει τις προτεραιότητές της και ότι θα αναλάβει ηγετικό ρόλο στην προώθηση της παγκόσμιας δράσης για το κλίμα και το περιβάλλον.
Δοκιμασία Νο3 – Κορυφαία ταχύτητα
Η τελική και πιο επείγουσα δοκιμασία αφορά στο εάν οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναγνωρίζουν την ανάγκη να ενισχυθούν οι τρέχουσες δεσμεύσεις της Ε.Ε. για το κλίμα έως το 2030 και να υποστηριχθεί νέος καθαρός μηδενικός στόχος για τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου.
Αυτά τα θέματα ενδέχεται να μη λάβουν τη δέουσα προσοχή στη Σύνοδο Κορυφής, αλλά ο χρόνος εξαντλείται για την Ε.Ε. – η οποία έχει συσσωρευτικά προκαλέσει περισσότερες εκπομπές από οποιαδήποτε άλλη περιοχή στον κόσμο μετά τις ΗΠΑ – για να επικεντρώσει το ενδιαφέρον της στην παγκόσμια μάχη κατά της κλιματικής καταστροφής.
Η ευρωπαϊκή ηγεσία για το κλίμα θα δοκιμαστεί πολύ πριν οι νέοι πρόεδροι της Επιτροπής και του Συμβουλίου αναλάβουν καθήκοντα προς το τέλος του έτους. Η Σύνοδος Κορυφής του Ιουνίου είναι η τελευταία ευκαιρία για την Ε.Ε. να δείξει ότι είναι διατεθειμένη να «αναπτύξει ταχύτητα» για την κλιματική δράση πριν από μια ειδική διάσκεψη κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο.
Η Σύνοδος Κορυφής του Ιουνίου είναι η τελευταία ευκαιρία για την Ε.Ε. να δείξει ότι είναι διατεθειμένη να «αναπτύξει ταχύτητα» για την κλιματική δράσηΟ γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών António Guterres κάλεσε τις κυβερνήσεις να αναβαθμίσουν επειγόντως τις δεσμεύσεις τους να διατηρήσουν την παγκόσμια θέρμανση κάτω από το όριο των 1,5 ° C από τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Οι σημερινές διεθνείς δεσμεύσεις για το κλίμα, όμως, θα οδηγήσουν σε αύξηση πλέον των 3 ° C της παγκόσμιας θέρμανσης, γεγονός που θα έχει ανυπολόγιστες επιπτώσεις για την ανθρωπότητα και το φυσικό περιβάλλον.
Οι στόχοι της Ε.Ε., οι οποίοι συμφωνήθηκαν πριν από τη διάσκεψη για το κλίμα στο Παρίσι, δεν είναι σύμφωνοι με τον στόχο των 1,5 ° C.
Εάν η Ε.Ε. έχει σοβαρές προθέσεις να καταβάλει παγκόσμιες προσπάθειες για να σταματήσει η κλιματική αλλαγή, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρέπει να επισημάνουν τον Ιούνιο ότι είναι έτοιμοι να το διορθώσουν.
Τελικά, αυτό θα απαιτούσε να αυξηθεί ο στόχος του 40% για το 2030 σε μείωση των εκπομπών κατά 65% και να εισαχθούν μέτρα για να διασφαλιστεί ότι οι φτωχότερες και ευάλωτες ομάδες δεν επηρεάζονται δυσανάλογα από τις πολιτικές για το κλίμα.
Αντίθετα, όσοι είναι πιο υπεύθυνοι για την πρόκληση εκπομπών, ιδίως μερικές από τις πλουσιότερες και πιο ισχυρές εταιρείες του κόσμου, θα πρέπει να αναλάβουν κυρίως το κόστος της δράσης για το κλίμα, ειδάλλως οι φτωχοί και ανίσχυροι θα είναι αυτοί που θα πληγούν περισσότερο από τις συνέπειες της αδράνειας.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει επίσης να υιοθετήσουν έναν καθαρό μηδενικό κλιματικό στόχο, με προθεσμία έως το 2040.
Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι μέχρι τότε η πολύ μικρή ποσότητα αερίων θερμοκηπίου που εκπέμπονται στην Ευρώπη εξισορροπείται από κλιματικά μέτρα όπως η φύτευση δέντρων.
Η Επιτροπή κατέστησε σαφές ότι η επίτευξη μηδενικών εκπομπών δεν είναι μόνον εφικτή, αλλά είναι και προς το οικονομικό συμφέρον της Ευρώπης, με οφέλη για την υγεία αξίας δισεκατομμυρίων, εξοικονόμηση τρισεκατομμυρίων για εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, και εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας.
Μεγάλο μέρος, περίπου 12 κυβερνήσεων της Ε.Ε., υπό την ηγεσία της Γαλλίας, της Ισπανίας, των Κάτω Χωρών, του Βελγίου, της Σουηδίας, της Πορτογαλίας, της Δανίας και του Λουξεμβούργου, στήριξε βαθύτερες περικοπές εκπομπών μέχρι το 2030 και στόχο μηδενικού ρυθμού το 2050.
Αφού καθυστέρησε για μεγάλο χρονικό διάστημα, η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ θα πρέπει να αποδείξει τη δέσμευσή της και να βοηθήσει όλα τα κράτη να ενταχθούν.
Εκείνο που είναι βέβαιο είναι ότι, καθώς οι Ευρωπαίοι σπουδαστές μπαίνουν στην εξεταστική περίοδο στο πίσω μέρος ενός θορυβώδους έτους κλιματικών διαμαρτυριών, οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης θα αντιμετωπίσουν πολύ πιο σκληρή δοκιμασία της αξιοπιστίας τους όσον αφορά στις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής.