Περιορισµός της πριµοδότησης του πρώτου κόµµατος και θεσµοθέτηση της ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού, οι βασικοί άξονες του νέου εκλογικού συστήµατος
Αντιμέτωπη µε την αξιωµατική αντιπολίτευση και το ΚΚΕ θα βρεθεί µετά το φθινόπωρο η κυβέρνηση, καθώς η απόφαση αλλαγής του εκλογικού νόµου είναι ειληµµένη. Ήδη ο αρµόδιος υπουργός Τάκης Θεοδωρικάκος δηµοσιοποίησε τις κυβερνητικές προθέσεις κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής του υπουργείου Εσωτερικών, ανακοινώνοντας ότι αποτελούν προτεραιότητες η κατάρτιση και η ψήφιση νέου εκλογικού νόµου που θα αντικαταστήσει τον ισχύοντα της απλής αναλογικής.
Οι ρυθµίσεις της νέας εκλογικής νοµοθεσίας είναι το πρώτο ζήτηµα. Το δεύτερο αλλά καθόλου δευτερεύον είναι η αναζήτηση ευρύτερων συναινέσεων. Κατά το Σύνταγµα, οι εκλογικοί νόµοι ισχύουν από τις µεθεπόµενες εκλογές, εκτός εάν ψηφισθούν από τα 2/3 των βουλευτών, οπότε ισχύουν από τις επόµενες. Με άλλα λόγια, αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη επιδιώκει την κατάργηση της απλής αναλογικής και τη διεξαγωγή των επόµενων εκλογών µε άλλο εκλογικό σύστηµα, υποχρεούνταν να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση 200 τουλάχιστον βουλευτών – στόχος που µε τους σηµερινούς κοινοβουλευτικούς συσχετισµούς µοιάζει ανέφικτος.
Παρ’ όλα αυτά, η κατάργηση της απλής αναλογικής που θεσµοθέτησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ακόµα και αν αυτή ισχύσει από τις µεθεπόµενες εκλογές, θεωρείται από τη Νέα ∆ηµοκρατία στοιχείο που θωρακίζει το πολιτικό σύστηµα και µεταδίδει µηνύµατα σταθερότητας. Υπό αυτή την έννοια η διασφάλιση της συγκατάθεσης ευρύτερων πολιτικών δυνάµεων ενισχύει το αφήγηµα της «κυβερνησιµότητας» και διαµορφώνει προϋποθέσεις σύµπηξης διακοµµατικών µετώπων.
Οι προτάσεις
Πρόσωπα µε καλή γνώση όσων συζητούνται στο εσωτερικό της κυβέρνησης επιµένουν ότι το νέο εκλογικό σύστηµα θα είναι αναλογικότερο αυτού µε το οποίο διεξήχθησαν οι πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. Η ιδέα που ωριµάζει είναι να περιοριστεί το προβλεπόµενο µπόνους των 50 εδρών που κερδίζει το πρώτο κόµµα και να συνδεθεί µε το εκλογικό ποσοστό.
Αν και επί του παρόντος δεν έχει «κλειδώσει» το εύρος της περικοπής του µπόνους, καθώς οι προτάσεις που βρίσκονται στο τραπέζι προβλέπουν µείωση των «προσφερόµενων» βουλευτών από 30% έως και 50%, εξετάζονται διάφορες παραλλαγές. Η πρόταση που φαίνεται να κερδίζει έδαφος προβλέπει το µπόνους να συνδεθεί µε την εκλογική επίδοση του πρώτου κόµµατος και να αυξάνεται µέχρι µία οροφή (π.χ. τους 30 βουλευτές) όσο αυξάνονται και τα εκλογικά ποσοστά.
Αν, για παράδειγµα, η «προικοδότηση» ξεκινά από το 30% -µέχρι στιγµής δεν είναι γνωστό αν θα τεθεί ποσοστό εκκίνησης- για κάθε επιπλέον ποσοστιαία µονάδα θα αυξάνεται και το µπόνους µέχρι του ορίου που θα θεσµοθετηθεί.
Στο τραπέζι βρίσκονται και άλλες λύσεις, όπως µία παραλλαγή του γερµανικού µοντέλου, που προβλέπει ένα µεικτό σύστηµα µονοεδρικών και πολυεδρικών, αλλά η συγκεκριµένη πρόταση έχει το µειονέκτηµα ότι προϋποθέτει αναδιάρθρωση των εκλογικών περιφερειών. Σε κάθε περίπτωση, το στοιχείο που αναµένεται να σφραγίσει τη νέα εκλογική νοµοθεσία θα είναι η θεσµοθέτηση της ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού, γεγονός που θα δηµιουργήσει νέα εκλογικά δεδοµένα.
Αν, µάλιστα, η απονοµή του σχετικού δικαιώµατος δεν αφορά µόνο τους Ελληνες που µετανάστευσαν την περίοδο της κρίσης στο εξωτερικό ή πριν από ορισµένες δεκαετίες, αλλά όλους τους απόδηµους µε ελληνική ιθαγένεια, δεν θα µιλάµε πια για µια νέα παράµετρο στο εκλογικό σύστηµα, αλλά για αλλαγή που θα επηρεάσει τη σύνθεση του εκλογικού σώµατος – πόσω µάλλον αν οι ψήφοι εξωτερικού προσµετρώνται µε εκείνες του εσωτερικού για να βγουν τα ποσοστά των κοµµάτων και δεν εκλέγουν συγκεκριµένο αριθµό «βουλευτών επικρατείας εξωτερικού».
Σηµεία σύγκλισης µε την πρόταση του ΚΙΝΑΛ
Με δεδοµένη την αντίθεση του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ σε κάθε ιδέα κατάργησης της απλής αναλογικής, η κυβέρνηση στρέφει το ενδιαφέρον της προς την πλευρά του Κινήµατος Αλλαγής, ενώ καταγράφει και το γεγονός ότι ο επικεφαλής της Ελληνικής Λύσης, Κυριάκος Βελόπουλος, δεν έχει µέχρι σήµερα ταχθεί κατά των συστηµάτων της ενισχυµένης.
Τη «ζύµωση» µε το ΚΙΝΑΛ εκτιµάται ότι διευκολύνει η πρόταση νόµου που κατέθεσε η Φώφη Γεννηµατά το 2018, και η οποία κινείται σε παραπλήσιες κατευθύνσεις µε αυτές που φαίνεται να αποκρυσταλλώνονται στο εσωτερικό της κυβέρνησης.
Τα βασικά σηµεία της πρότασης αυτής ήταν:
- Το εκλογικό µπόνους θα δίδεται µόνο εάν το πρώτο κόµµα υπερβαίνει το 25% του εκλογικού σώµατος. Για ποσοστό 25% δίνονται 20 έδρες µπόνους και από εκεί και πάνω για κάθε επιπλέον 1% µία έδρα, µε ανώτατο όριο συνολικού µπόνους τις 35 έδρες.
- Κατάτµηση όλων των µεγάλων εκλογικών περιφερειών, η οποία σε µεγάλο βαθµό έχει ήδη υλοποιηθεί.
- ∆ιατήρηση του ορίου εισόδου ενός κόµµατος στη Βουλή στο 3%
- ∆υνατότητα ψήφου για τους Ελληνες εκλογείς εξωτερικού.
- Μέτρα διαφάνειας για τη χρηµατοδότηση των κοµµάτων. Υπενθυµίζεται ότι το καλοκαίρι του 2015 το ΠΑΣΟΚ, επί προεδρίας Ευάγγελου Βενιζέλου, είχε καταθέσει πρόταση για καθιέρωση απλής αναλογικής και κατάργηση της εκλογικής πριµοδότησης του πρώτου κόµµατος, δηλαδή του µπόνους των 50 εδρών.