Ολ ΑΠ 2/2019: Αναίρεση υπέρ του νόμου της αθωωτικής απόφασης στην υπόθεση της Μανωλάδας
[…] Σύμφωνα με το προεκτεθέν περιεχόµενο της προσβαλλόμενης απόφασής του, το Δικαστήριο της ουσίας, ως προς την αξιόποινη πράξη της εµπορίας ανθρώπων: α) ήχθη στην απαλλακτική του κρίση, επειδή έκρινε, ότι πρόσληψη του θύματος, εξαιτίας παράσυρσής του, µε εκμετάλλευση της ευάλωτης θέσης του από το δράστη, υφίσταται, όταν το θύμα παραδίδει πλήρως την ελευθερία του στο δράστη, προὐπόθεση, που, κατά τις παραδοχές του, δεν συνέτρεχε στη συγκεκριμένη υπόθεση, αφού, ενόψει των ανωτέρω ελευθεριών των εργαζομένων, τις οποίες δέχτηκε και, συγκεκριµένα, της δυνατότητάς τους να κινούνται ελεύθερα, να µεταβαίνουν στη Μανωλάδα, να κάνουν αγορές από τα καταστήµατα, να αθλούνται και να αναπτύσσουν κοινωνικές επαφές, έκρινε, ότι αυτοί δεν είχαν τεθεί υπό την πλήρη εξουσία του δράστη, δεν βίωναν αποκλεισμό από τον εξωτερικό κόσµο και είχαν περιθώρια εγκατάλειψης της εργασιακής τους σχέσης και επιλογής άλλης εργασίας. β) Κήρυξε, περαιτέρω, αθώο τον πρώτο κατηγορούμενο …, επειδή δέχτηκε, ότι αυτός δεν ήταν εργοδότης των αλλοδαπών εργαζομένων. γ) Δέχτηκε, ότι οι αλλοδαποί εργαζόµενοι δεν ήταν σε ευάλωτη θέση και, συνεπως, ότι δεν στοιχειοθετείται στη συγκεκριμένη υπόθεση η αξιόποινη πράξη της εµπορίας ανθρώπων, καθόσον βρίσκονταν µεν οι παραπάνω αλλοδαποί παράνοµα στη Χώρα, τούτο, όμως, δεν ήταν, κατά την κρίση του, αρκετό για την κατάφαση της ευάλωτης θέσης τους, διότι βίωναν µεν, εξαιτίας της παράνομης παραμονής τους, µια προβληματική κατάσταση, η προβληματική, όµως, αυτή κατάστασή τους απείχε απὀ την εξαθλίωση και την απόλυτη αδυναμία αυτοπροστασίας τους, που χαρακτηρίζουν την ευάλωτη θέση. δ) Δεν πείσθηκε το Δικαστήριο της ουσίας για απειλητική και εκφοβιστική συμπεριφορά των ανωτέρω τριών τελευταίων κατηγορουμένων έναντι των αλλοδαπών και, συνεπώς, για τέλεση της παραπάνω αξιόποινης πράξης µε τα εξαναγκαστικά µέσα της πρὠτης παραγράφου του άρθρου 323Α ΠΚ, διότι, κατά τις παραδοχές του, τότε, οι αλλοδαποί, λόγω του φόβου τους, θα είχαν αποχωρήσει απὀ τον εργασιακό τους χώρο, άνευ άλλου τινός, αφού, σύμφωνα µε τις ίδιες παραδοχές του, κατά την κοινή λογική, το συναίσθηµα του φόβου, που αγγίζει την απειλή για την ίδια τη ζωή και η αντιμετώπισή του, υπερτερεί έναντι οποιουδήποτε άλλου οφέλους ή αγαθού, ὁπως η διεκδίκηση της οφειλόμενης αμοιβής, η ανάγκη για βιοπορισµό, έστω και αν δεν µπορεί να επιτευχθεί, λόγω της αντικειµενικής αδυναμίας εξεύρεσης άλλης εργασίας. ε) Τέλος, το ΜΟΔ Πατρών, µετά την αθώωση, για τον παραπάνω λόγο, του …, που είχε κατηγορηθεί, ὠς αυτουργός του εγκλήματος της εµπορίας ανθρώπων, αθώωσε και τους άµεσους συνεργούς ανωτέρω τρεις τελευταίους κατηγορουµένους, λόγω του παρακολουθημµατικού χαρακτήρα της άµεσης συνέργειας.
Με αυτά που δέχτηκε και έτσι που έκρινε το ΜΟΔ Πατρών, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού ποινικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 323Α ΠΚ, ενώ δεν διέλαβε στην απόφασή του αυτή την ειδική και εμπεριστατωµένη αιτιολογία, που απαιτείται από τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ. Ειδικότερα, δεν εκτίθενται στην εν λόγω απόφασή του, µε σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν απὀ την ακροαµατική διαδικασία και στηρίζουν την ανυπαρξία των στοιχείων, που απαιτούνται για τη συγκρότηση της αντικειμενικής υπόστασης του παραπάνω εγκλήματος, διαλαμβάνοντας ελλιπείς και ασαφείς αιτιολογίες, εξαιτίας των οποίων στέρησε την απόφασή του αυτή νόµιµης βάσης, καθιστώντας ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή µη εφαρµογή των διατάξεων του παραπάνω άρθρου, όπως και εκείνων των άρθρων 45 και 46 παρ.1β ΠΚ.
Συγκεκριµένα: Ήχθη το Δικαστήριο της ουσίας στην απαλλακτική του κρίση για την παραπάνω αξιόποινη πράξη, επειδή δέχτηκε, ότι οι αλλοδαποί εργαζόµενοι δεν είχαν παραδώσει πλήρως την ελευθερία τους στο δράστη, ενώ, κατά την προεκτεθείσα σκέψη, τούτο δεν αποτελεί στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης του παραπάνω εγκλήματος, αλλά εκείνου του άρθρου 223 ΠΚ και έτσι, µε την κρίση του αυτή, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφήρµοσε τις διατάξεις του άρθρου 323Α ΠΚ, τις οποίες παραβίασε ευθέως.
Περαιτέρω, δεν διέλαβε ειδική και εμπεριστατωµένη αιτιολογία, ως προς την αθώωση του πρώτου κατηγορουμένου … καθόσον αρκέσθηκε για την αθώωσή του στο ότι αυτός δεν είχε την, κατά την εργατική νοµοθεσία, ιδιότητα του εργοδότη των αλλοδαπών εργατών, αιτιολογία, όµως, η οποία είναι ελλιπής, αφού, κατά την προεκτεθείσα σκέψη, η έλλειψη της ιδιότητας αυτής δεν αρκεί µόνη για τη µη θεμελίωση της υπόστασης του παραπάνω εγκλήματος. Παράλληλα, δεν αξιολόγησε το Δικαστήριο της ουσίας, αν και κατά πόσο οι παραδοχές του για τον παραπάνω κατηγορούμενο πληρούν ή όχι, σε συνδυασμό και µε τις λοιπές παραδοχές του, ως προς τις συνθήκες απασχόλησης, αμοιβής και διαβίωσης των αλλοδαπών εργαζοµένων, την υπόσταση της αξιόποινης πράξης του άρθρου 323Α ΠΚ, που αποδόθηκε στον ανωτέρω κατηγορούμενο, καίτοι, βάσει των παραδοχών του αυτών, ο εν λόγω κατηγορούμενος δεν ήταν αµέτοχος, όπως εµφανίζεται µε την προσβαλλόμενη απόφαση, των συνθηκών εργασίας των αλλοδαπών εργατών και του καθορισμού και της καταβολής της αμοιβής τους για την παραπάνω εργασία τους. Συνίστανται δε οι µη αξιολογηθείσες αυτές παραδοχές του Δικαστηρίου της ουσίας, ως προς τον πρώτο κατηγορούμενο, στο ότι: 1) «όλες οι δαπάνες και κάθε έξοδο παραγωγής αγροτικών προϊόντων (άρα και οι σχετικές εργατικές αμοιβές) θα καταβάλλονταν από την εταιρεία του», 2) «η τιµή πώλησης του προϊόντος (της φράουλας) θα καθοριζόταν µε συμφωνία του παραγωγού και της εταιρείας του και θα λάμβανε υπόψη (δηλ., θα αφαιρούνταν) όλα τα ποσά που θα είχε καταβάλει η εταιρεία του για έξοδα παραγωγής», 3) «υποχρέωσή του ήταν η χρηματοδότηση των παραγωγών για την καλλιέργεια της φράουλας και θᾳ κάλυπτε όλα τα έξοδα παραγωγής», 4) «στις 15-4-2013 επιχειρήθηκε συνάντηση των εργαζομένων µαζί του για τη διεκδίκηση των οφειλομένων δεδουλευμένων τους», 5) «η κρίση του ΜΟΔ ως προς το οφειλόμενο στους εργαζόµενους ποσό επιρρωνύεται και από τους εξετασθέντες μάρτυρες … και …., εκ των οποίων ο πρώτος τυγχάνει λογιστής και η δεύτερη βοηθός λογιστή του ανωτέρω κατηγορουμένου», 6) «για την καθυστέρηση της αμοιβής των εργαζομένων, ο ανωτέρω κατηγορούμενος εἰχε λάβει µια πρώτη ενηµέρωση κατά την επἰσκεψή του περί τα τέλη Μαρτίου 2015 στις καλλιεργούμενες εκτάσεις», 7) «κατά την επίσκεψή του αυτή, τον προσέγγισαν οι επικεφαλείς των εργαζομένων και του εξέφρασαν τα παράπονά τους για την καθυστέρηση της πληρωμής τους, λαμβάνοντας τη διαβεβαίωση από τον ἰδιο ότι το ζήτημα της πληρωμής τους θα διευθετηθεί», 8) «είχαν προηγηθεί οι συστάσεις του εν λόγω κατηγορουμένου προς τον …, για τη διευθέτηση του ζητήµατος της πληρωμής των εργαζομένων», 9) «το πρωί της 11-4-2013 πραγματοποιήθηκε συνάντηση στο συσκευαστήριο του κατηγορουμένου αυτού μεταξύ των επικεφαλείς των εργαζομένων και των … και … προς εξεύρεση λύσης της οικονοµικής διαφοράς» και 10) «οι εργαζόµενοι, κατά τη συνάντηση αυτή, ζήτησαν να μιλήσουν µε τον ανωτέρω κατηγορούμενο, αλλά δεν τους άφησαν».
Ωσαύτως, ενόψει του ότι, κατά την προεκτεθείσα σκέψη, απαιτείται, για τη στοιχειοθέτηση του παραπάνω εγκλήματος, παράσυρση του θύματος µε εκμετάλλευση της ευάλωτης θέσης του, διέλαβε η προσβαλλόμενη απόφαση ελλιπή και ασαφή αιτιολογία, ως προς το ουσιώδες, για τη διάγνωση της βασιµότητας της ανωτέρω κατηγορίας, ζήτημα της ευάλωτης ή µη θέσης των αλλοδαπών εργατών, καθόσον, ενώ αρχικά δέχεται, ότι οι εν λόγω αλλοδαποί βίωναν, εκ του ότι βρίσκονταν παράνομα στη Χώρα, µια προβληματική κατάσταση, δέχεται ακολούθως, ότι, παρά την προβληματική αυτή κατάστασή τους, δεν είχαν περιέλθει οι αλλοδαποί σε ευάλωτη θέση, καθόσον η παραπάνω κατάστασή τους, απείχε απὀ την εξαθλίωση και την απόλυτη αδυναμία αυτοπροστασίας τους, ως στοιχείο χαρακτηρισμού της ευάλωτης θέσης, χωρίς, όμως, να προσδιορίζει το ΜΟΔ, στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την έννοια και τα χαρακτηριστικά της προβληµατικής κατάστασης, που, κατά τις παραδοχές του, βίωναν οι αλλοδαποί, προκειµένου να διαπιστωθεί, αν͵ εξαιτίας της προβληµατικής αυτής κατάστασής τους, ειχαν περιέλθει οι εν λόγω αλλοδαποί σε απόλυτη αδυναμία αυτοπροστασίας και, συνεπώς, σε ευάλωτη θέση, ενώ δεν αναφέρεται ο λόγος, για τον οποίο η προβληματική αυτή κατάστασή τους δεν επέφερε απόλυτη αδυναμία αυτοπροστασίας τους και, συνεπώς, περιέλευση των αλλοδαπών σε ευάλωτη θέση.
Εξάλλου, η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς την αθώωση των κατηγορουμένων … και …., εξαιτίας μη απειλητικής και εκφοβιστικής συμπεριφοράς αυτών έναντι των αλλοδαπών εργατών, διέλαβε ελλιπή αιτιολογία, καθόσον στήριξε την κρίση της, ως προς τη µη τέλεση από τους κατηγορούμενους που προαναφέρθηκαν της ανωτέρω αξιόποινης πράξης µε τα παραπάνω εξαναγκαστικά µέσα της πρώτης παραγράφου του άρθρου 323Α ΠΚ, όχι σε πραγματικά γεγονότα, που προέκυψαν απὀ την αποδεικτική διαδικασία, αλλά στην παραδοχή ότι «δεν πείσθηκε το Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση αυτή για απειλητική και εκφοβιστική συμπεριφορά των ανωτέρω κατηγορουμένων έναντι των αλλοδαπών, διότι η τέλεση τέτοιων εκφοβιστικὠν γεγονότων θα έπρεπε να οδηγήσει τους αλλοδαπούς στην αποχώρησή τους από τον εργασιακὀ χώρο, άνευ άλλου τινός, αφού, κατά την κοινή λογική, το συναίσθημα του φόβου, που αγγίζει την απειλή για την ιδια τη ζωή και η αντιμετώπισή του, υπερτερεί έναντι οποιουδήποτε άλλου οφέλους ή αγαθού, όπως διεκδίκηση οφειλόμενης αμοιβής, ανάγκη για βιοπορισμό, που δεν µπορεί να επιτευχθεί λόγω της αντικειμενικής αδυναμίας εξεύρεσης άλλης εργασίας». Είναι δε ελλιπής η ανωτέρω, βάσει της παραπάνω παραδοχής, αθωωτική αιτιολογία, διότι η παραδοχή αυτή δεν συνιστά πραγµατικό γεγονός, αλλά συμπέρασμα του Δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο δεν στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, αφού δεν αναφέρονται τέτοια.
Τέλος, αν και οι κατηγορηθέντες ως άμεσοι συνεργοί του παραπάνω εγκλήματος …, … και … αθωώθηκαν µε την προσβαλλόμενη απόφαση, λόγω αθώωσης του αυτουργού του εγκλήματος αυτού … και του παρακολουθηµατικού χαρακτήρα της άµεσης συνέργειας, το Δικαστήριο της ουσίας δεν διερεύνησε στη συνέχεια, όπως, κατά την προεκτεθείσα σκέψη, όφειλε και, συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφασή του δεν αιτιολογεί την τέλεση ή µη της παραπάνω αξιόποινης πράξης από τους ανωτέρω κατηγορουµένους, ὠς αυτουργών, µε τα εξαναγκαστικά µέσα της πρώτης παραγράφου του άρθρου 323Α ΠΚ, µάλιστα δε ενόψει αφενός µεν των όσων προεξετέθησαν για έλλειψη αιτιολογίας της ίδιας απόφασης, ως προς την απειλητική και εκφοβιστικἠ συμπεριφορά των δύο πρώτων των ανωτέρω κατηγορουμένων έναντι των αλλοδαπών εργατών, αφετέρου δε του ότι µε την ίδια απόφαση καταδικάστηκαν ο μεν … για επικίνδυνη σωματική βλάβη εναντίον 30 εκ των ανωτέρω αλλοδαπών και για απόπειρα επικίνδυνης σωματικής βλάβης εναντίον 5 εκ των αλλοδαπών αυτών, µε τη χρήση κυνηγετικού όπλου και στις δύο περιπτώσεις, ο δε … για απλή συνέργεια στις παραπάνω αξιόποινες πράξεις.
Επομένως, είναι βάσιµοι οι λόγοι της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης υπέρ του νόµου του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, απὀ το άρθρο 510 παρ. Ί στοιχ. Δ΄ καὶ Ε΄ του ΚΠΔ, αφού η προσβαλλόμενη απόφαση, µε όσα παραπάνω δέχτηκε, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις του άρθρου 323 Α ΠΚ, τις οποίες παραβίασε ευθέως, ενώ, λόγω των προαναφερθεισών ελλείψεων και ασαφειών, δεν έχει την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωµένη αιτιολογία και, κατά συνέπεια, παραβίασε και εκ πλαγίου τις διατάξεις του παραπάνω άρθρου, όπως και εκείνες των άρθρων 45 και 46 παρ. 1β ΠΚ. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η αναίρεση και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, κατ᾿ άρθρο 505 παρ. 2 ΚΠΔ, τηρουµένων, όµως, απαραμείωτων των δικαιωμάτων των ως άνω κατηγορουμένων.
[…]
Αναιρεί υπέρ του νόµου την 75-61, 85-87, 111-128/2014 απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Πατρών, ως προς την αξιόποινη πράξη της εµπορίας ανθρώπων και της άµεσης συνέργειας σ᾿ αυτή.