Αδυναμία πρόσβασης σε κοινόχρηστους χώρους, δημόσια κτίρια και μέσα μεταφοράς, διακρίσεις στο εργασιακό περιβάλλον, περιορισμό των δικαιούχων προνοιακών επιδομάτων και αναπηρικών συντάξεων, αδυναμία ένταξης των παιδιών στη σχολική εκπαίδευση. Αυτά είναι μερικά μόνο από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα άτομα με ειδικές ανάγκες στην Ελλάδα και τα οποία καταγράφει ο Συνήγορος του Πολίτη στην πρώτη του σχετική έκθεση.
Η έκθεση, που θα συντάσσεται σε ετήσια βάση, αφορά στην εφαρμογή της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία. Σημειώνεται ότι το 2017 η ελληνική πολιτεία νομοθέτησε μηχανισμό για την εξωτερική, ανεξάρτητη παρακολούθηση της εφαρμογής της συγκεκριμένης Σύμβασης και ανέθεσε την αρμοδιότητα αυτή στον Συνήγορο του Πολίτη.
Ανάμεσα στα προβλήματα που διαπιστώνονται είναι η προσβασιμότητα των ΑΜΕΑ στα μέσα μαζικής μεταφοράς, κυρίως λεωφορεία και τρόλεϊ που λόγω παλαιάς κατασκευής έχουν στενούς χώρους και κακή συντήρηση και δεν παρέχουν διασφάλιση για την έγκαιρη και ασφαλή μετακίνηση. Ακόμα και για τα νεότερα οχήματα που φέρουν ειδικές ράμπες έχουν διατυπωθεί παράπονα στον Συνήγορο ότι πολλές φορές δεν λειτουργούν λόγω κακής συντήρησης, ενώ οι στάσεις των λεωφορείων στην πλειονότητά τους δεν είναι κατάλληλα διαμορφωμένες, ώστε να είναι προσβάσιμες. Αντίθετα, τα μέσα σταθερής τροχιάς ως πιο σύγχρονα βρίσκονται σε καλύτερο επίπεδο. Στη σωστή κατεύθυνση κρίνεται η προσθήκη πινακίδων πληροφόρησης στις στάσεις, αλλά δεν απευθύνεται σε όλες τις κατηγορίες ΑΜΕΑ, όπως τους τυφλούς.
Την ίδια ώρα, οι θεσπισμένες ειδικές ρυθμίσεις για την εξυπηρέτηση ατόμων με αναπηρία σε κοινόχρηστους χώρους που προορίζονται για την κυκλοφορία πεζών συχνά δεν εφαρμόζονται είτε λόγω των κλίσεων είτε λόγω της στενότητας ή ανυπαρξίας πεζοδρομίων. Αδυναμία πρόσβασης έχουν και πολλά δημόσια κτίρια, μεταξύ των οποίων ακόμα και δικαστήρια, παρά το γεγονός ότι κρίνεται αναγκαία η ειδική μέριμνα για την πρόσβαση των ΑΜΕΑ στην παροχή νομικών πληροφοριών και υπηρεσιών ώστε να διασφαλιστεί το δικαίωμα πραγματικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη.
Στην εργασία σημειώνεται ότι οι υποθέσεις που αφορούν διάκριση λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης εμφανίζουν σταδιακή αύξηση ενώ αφορούν λιγότερο τον ιδιωτικό και περισσότερο τον δημόσιο τομέα. Επίσης, ενώ με νόμο του 1998 ορίζονται συγκεκριμένες ποσοστώσεις για τις προσλήψεις ατόμων με αναπηρία στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, οι ποσοστώσεις αυτές έχουν εξαιρετικά περιορισμένη εφαρμογή στον ιδιωτικό τομέα.
Εξάλλου, με τις αλλεπάλληλες αλλαγές στην ασφαλιστική νομοθεσία, λόγω της δημοσιονομικής προσαρμογής, η θέση των πολιτών με αναπηρία έχει επιδεινωθεί, επειδή μειώθηκαν στην ουσία τα κατώτατα ποσά συντάξεων και ταυτόχρονα μειώθηκε ή εξαλείφθηκε το Επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΑΣ) που συμπλήρωνε τις συντάξεις. Εξίσου σοβαρό, όμως, κρίνεται και το πρόβλημα της συρρίκνωσης των δικαιούχων, λόγω των αλλαγών που επήλθαν στους κανόνες απόδοσης ποσοστών αναπηρίας και την εφαρμογή τους. Πρόσωπα που επί χρόνια λάμβαναν σύνταξη αναπηρίας ή προνοιακό επίδομα βρέθηκαν να στερούνται εισόδημα ή να λαμβάνουν μικρότερη σύνταξη.
Σχετικά με την πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας διαπιστώνεται ότι οι υπηρεσίες υγείας δεν εξειδικεύονται σε παροχές πρόληψης και αποκατάστασης των ΑΜΕΑ, αλλά είναι περισσότερο εστιασμένες στις ανάγκες πιστοποίησης της αναπηρίας. Επίσης, το κόστος συμμετοχής στη φαρμακευτική δαπάνη είναι αρκετά υψηλό.
Αναφορά γίνεται και στην πρόσβαση στο ψηφιακό περιβάλλον, η οποία στην πράξη δεν διασφαλίζεται, καθώς διαπιστώνεται ότι ελάχιστες ιστοσελίδες είναι πλήρως προσβάσιμες για ΑΜΕΑ. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα παρουσιάζεται ο ΟΑΕΔ. Μολονότι οι αιτήσεις των υποψήφιων δικαιούχων για τα προγράμματα κοινωφελούς χαρακτήρα υποβάλλονται αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο μέσω της διαδικτυακής πύλης του ΟΑΕΔ, απουσιάζουν οι κατάλληλες μορφές υποστήριξης για τα άτομα με αναπηρία.
Η υποστήριξη των παιδιών
Σε σχέση με τα παιδιά, σημειώνεται ότι η εθνική νομοθεσία και οι εφαρμοζόμενες πολιτικές προστατεύουν σε έναν ορισμένο βαθμό το παιδί με αναπηρία, ιδίως στο πλαίσιο της επιδοματικής/προνοιακής και της εκπαιδευτικής πολιτικής, χωρίς ωστόσο στην πράξη να ανταποκρίνονται στο εύρος και το πλήρες περιεχόμενο των κατοχυρωμένων δικαιωμάτων του. Επίσης, έχει διαπιστωθεί η γενικότερη έλλειψη ενός πλαισίου υπηρεσιών ψυχικής υγείας και κοινωνικής προστασίας, ιδίως σε επίπεδο πρόληψης, καθώς και η έλλειψη εξειδικευμένων υποστηρικτικών υπηρεσιών και προγραμμάτων για τα παιδιά και τις οικογένειές τους. Τα παραπάνω, σημειώνει ο Συνήγορος του Πολίτη, μειώνουν την κοινωνική προστασία των παιδιών και τα καθιστούν ευάλωτα στην παραμέληση, την εγκατάλειψη και την ιδρυματοποίηση.
Επίσης, από αναφορές στην ανεξάρτητη Αρχή προκύπτει συχνά δυσχέρεια αποδοχής παιδιών με αναπηρία σε δημοτικούς βρεφονηπιακούς σταθμούς, με συνήθη αιτιολογία για τη μη αποδοχή τους την έλλειψη κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού. Ωστόσο, η αδυναμία έγκαιρης ένταξης των παιδιών αυτών σε βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς σημειώνεται ότι εμποδίζει την πρώιμη συμπερίληψή τους στη μαθησιακή διαδικασία μαζί με τους συνομηλίκους τους, δυσχεραίνει την αναγκαία υποστήριξη των εργαζόμενων γονέων τους και αυξάνει τις προϋποθέσεις για έναν μελλοντικό αποκλεισμό.
Στις άλλες βαθμίδες σχολικής εκπαίδευσης εντοπίζεται ότι στην πράξη δεν έχει καταστεί δυνατή η λειτουργία ενός συστήματος συνεκπαίδευσης μεταξύ γενικών και ειδικών σχολείων, ενώ διαπιστώνονται προβλήματα σε σχέση με την οργάνωση, τους πόρους, το ανθρώπινο δυναμικό, τις μεθόδους διδασκαλίας, το εκπαιδευτικό υλικό, τις αντιλήψεις και τις πρακτικές στην εκπαίδευση των παιδιών με αναπηρία.
Εξάλλου, όσον αφορά στο παράρτημα ΑΜΕΑ Λεχαινών του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, για το οποίο νέα βίντεο έχουν αναρτηθεί σε ειδησεογραφικές ιστοσελίδες, ο Συνήγορος σημειώνει ότι διενήργησε αυτοψία το 2018 και στην τελευταία επίσκεψή του παρατήρησε σημαντική βελτίωση στο Ίδρυμα, καθώς δεν παρατηρούνται μηχανικές καθηλώσεις με ιμάντες, έχει ελαχιστοποιηθεί η χρήση κουβουκλίων και η φαρμακευτική καταστολή. Οι αλλαγές οφείλονται ιδίως στην εφαρμογή πιλοτικού προγράμματος παρέμβασης προς την κατεύθυνση της αποϊδρυματοποιήσης από το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού. Ωστόσο, η ανεξάρτητη αρχή αναφέρει ότι το πιλοτικό πρόγραμμα έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια, με συνέπεια να δημιουργείται ανησυχία για πιθανή επαναφορά των φιλοξενούμενων παιδιών στην προγενέστερη κατάσταση.
Πρόσφυγες ΑΜΕΑ
Ειδική αναφορά γίνεται για τα άτομα με αναπηρία που βρέθηκαν στην Ελλάδα με τα πρόσφατα προσφυγικά ρεύματα. Ο Συνήγορος του Πολίτη εξηγεί ότι η νομοθεσία περιέχει ειδική μέριμνα για τον εντοπισμό και την προστασία των ατόμων με αναπηρία κατά την είσοδο και την εξέταση του αιτήματος ασύλου τους, ωστόσο διαπιστώνεται ότι κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας προκύπτουν προβλήματα, όπως η ανεπάρκεια ή πλήρης έλλειψη κατάλληλων προνοιακών δομών, η διαβίωση σε συχνά ακατάλληλες συνθήκες στα νησιά, καθώς και οι καθυστερήσεις των γνωματεύσεων περί ευαλωτότητας του κλιμακίου ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής στήριξης, με αποτέλεσμα τις καθυστερήσεις την παραπομπή των ευάλωτων στην κανονική διαδικασία του ασύλου στην ενδοχώρα.
Επίσης, στο πλαίσιο της διοικητικής κράτησης αλλοδαπών ενόψει αναγκαστικής επιστροφής στις χώρες καταγωγής τους έχει διαπιστωθεί η κράτηση σε προαναχωρησιακά κέντρα και ατόμων με ασθένειες, ιδιαίτερα ψυχικές χωρίς πάντα να διασφαλίζεται η κατάλληλη ψυχιατρική μέριμνα και παρακολούθηση.