Η Κύπρος θυμάται και τιμά όλους όσοι υπερασπίστηκαν την πατρίδα εναντίον του Τούρκου εισβολέα το 1974.
Οι σειρήνες ήχησαν και σήμερα, στις 05.30 το πρωί, 45η επέτειο της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Όπως γίνεται τα τελευταία 45 χρόνια τέτοια ώρα, που ο τουρκικός στρατός αποβιβάστηκε στις ακτές της Κερύνειας, πέντε ημέρες μετά το προδοτικό πραξικόπημα.
Χιλιάδες οι νεκροί, εκατοντάδες οι αγνοούμενοι της κυπριακής τραγωδίας. Η χώρα παραμένει διαιρεμένη. Οι μέχρι σήμερα προσπάθειες για επανένωσή της σε μια δικοινοτική διζωνική ομοσπονδία δεν έχουν καταλήξει ακόμα, λόγω των απαράδεκτων τουρκικών αξιώσεων.
Σήμερα, σε όλες τις πόλεις της ελεύθερης Κύπρου διοργανώνονται εκδηλώσεις μνήμης και τιμής για τους πεσόντες και δεήσεις για διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων της κυπριακής τραγωδίας.
Στις οκτώ το πρωί, ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Χριστοδουλίδης εκπροσώπησε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Νίκο Αναστασιάδη στην επιμνημόσυνη δέηση υπέρ των πεσόντων Αξιωματικών και Οπλιτών κατά την τουρκική εισβολή στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Μακεδονίτισσας. Παρέστη επίσης ο Υπουργός Άμυνας Σάββας Αγγελίδης και ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Ελλάδας Νίκος Παναγιωτόπουλος. Ακολούθησε επίσκεψη στα Φυλακισμένα Μνήματα. Στη συνέχεια τελέστηκε στον Ιερό Ναό Παναγίας Φανερωμένης το επίσημο μνημόσυνο για όλους όσοι έπεσαν κατά την τουρκική εισβολή και έγινε παράκληση για την απελευθέρωση του νησιού και για διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων.
Ο ΥΠΕΞ επαναβεβαίωσε τη βούληση της ε/κ πλευράς για επιστροφή στο τραπέζι των συνομιλιών
Τη βούληση της ε/κ πλευράς για επιστροφή στο τραπέζι των συνομιλιών απ’ εκεί που διεκόπησαν στο Κραν Μοντανά, επαναβεβαίωσε ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Χριστοδουλίδης, τονίζοντας πως σαράντα πέντε τραγικά καλοκαίρια μετά τον Ιούλιο του 1974 ο κυπριακός λαός δεν συμβιβάστηκε, δεν παραιτήθηκε, δεν ξέχασε.
«Ειλικρινής βούλησή μας είναι να τερματιστούν οι υφιστάμενες απαράδεκτες συνθήκες αποσταθεροποίησης και απειλών και η επιστροφή στο τραπέζι των συνομιλιών από εκεί που διακόπηκαν στο Κράν Μοντανά», ανέφερε ο κ. Χριστοδουλίδης στον επιμνημόσυνο λόγο του για τους πεσόντες και αγνοούμενος της τουρκικής εισβολής στον Ιερό Ναό της Παναγίας Φανερωμένης.
«Χωρίς χάσιμο χρόνου, για μια συνολική λύση του Κυπριακού», πρόσθεσε, «που θα διασφαλίζει συνθήκες ειρήνης και ασφάλειας για όλους τους Κύπριους και ένα κράτος λειτουργικό και ανεξάρτητο. Σε αυτό το κράτος μέλος της ΕΕ δεν χωράνε ούτε εγγυήσεις, ούτε ξένοι στρατοί. Χωράει μόνο η εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του διεθνούς δικαίου και των αρχών και αξιών της ΕΕ, για όλους τους πολίτες».
Όπως ανέφερε ο κ. Χριστοδουλίδης, παρά τις συνεχείς προκλήσεις της Άγκυρας, με αφοσίωση και αποφασιστικότητα και αξιοποιώντας κάθε μέσο το οποίο έχουμε στη διάθεσή μας, καταβάλλουμε ειλικρινείς και εντατικές προσπάθειες για την επίλυση του Κυπριακού, στοχεύοντας σε μια λύση που θα είναι λειτουργική και βιώσιμη.
«Μια λύση διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, τις αρχές και αξίες της ΕΕ και το κοινοτικό κεκτημένο, μια λύση που θα επανενώνει πραγματικά την Κύπρο, θα την αποκαθιστά ως ένα σύγχρονο λειτουργικό και αποτελεσματικό κράτος με μια και μόνη κυριαρχία, μία και μόνη διεθνή προσωπικότητα», υπογράμμισε.
«Σε μια επανενωμένη Κύπρο», συνέχισε, «με ρόλο και λόγο εντός και εκτός της ΕΕ, που θα μπορεί να ευημερεί για τους πολίτες της, Ε/ και Τ/κ. Δεν είμαστε εδώ για να ‘νικήσουμε’ αλλά για να επανενώσουμε και αν δικαιώσουμε όλους. Για αυτό απαιτείται ενότητα, ομοψυχία και σύνεση».
Σαράντα πέντε χρόνια, τόνισε ο ΥΠΕΞ, μετά τον τραγικό Ιούλιο του 1974, με τη γενιά των παιδιών του πολέμου να προβληματίζεται πλέον για το δικό της κληροδότημα στα παιδιά της, δεν θα υπήρχε καλύτερο μνημόσυνο σε όσους ηρωικά έχασαν τη ζωή τους ή μετράνε ακόμη πληγές από την διά των έργων συνέχιση των προσπαθειών για επανένωση της Κύπρου.
Στην ομιλία του, ο κ. Χριστοδουλίδης είπε σαράντα πέντε χρόνια μετά τον τραγικό Ιούλη του 1974 ο κυπριακός λαός δεν συμβιβάστηκε, δεν παραιτήθηκε και δεν ξέχασε.
Όπως χαρακτηριστικά είπε, «τί και αν κάποιοι θα πουν ότι το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ ξεθώριασε, λησμονήθηκε. Δεν είναι αλήθεια, διότι ο κυπριακός λαός ποτέ δεν ξέχασε, απλώς έπρεπε να σταθεί στα πόδια του, να ανασυντάξει δυνάμεις να στεγάσει τους πρόσφυγές του, να μεγαλώσει τα παιδιά του, να δυναμώσει. Ο κυπριακός λαός δεν ξέχασε ακόμη ελπίζει, ακόμη καρτερεί και προσπαθεί».
Λέγοντας πως «οι τραγικές συνέπειες της τουρκικής εισβολής και κατοχής δεν αποτελούν θεωρίες και επαναλαμβανόμενες επετειακές ρητορείες, αλλά χειροπιαστές αποδείξεις των ασήκωτων ευθυνών της Τουρκίας έναντι της Κύπρου, αλλά και έναντι της διεθνούς κοινότητας», ο ΥΠΕΞ συμπλήρωσε ωστόσο πως «την ίδια ώρα είναι αυτές οι συνέπειες, είναι ο πρόσφυγας που δεν μπορεί να πάει στο σπίτι του, που σου θυμίζουν συνεχώς το χρέος, αυτό που δεν πέτυχες μέχρι σήμερα, παρά τις προσπάθειες, αυτό που δεν έγινε και πρέπει να γίνει. Αυτό, την πολυπόθητη λύση, την επανένωση, την ειρήνη, την ασφάλεια, την ευημερία για τη οποία όλοι πρέπει να συνεχίσουμε μαζί τις προσπάθειες».
Απόψε στις 20.15 ο κ. Χριστοδουλίδης θα είναι κύριος ομιλητής σε εκδήλωση Μνήμης για τις Μαύρες Επετείους του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής στο Προεδρικό Μέγαρο.
Πολιτικά κόμματα και οργανώσεις έχουν εκδώσει ανακοινώσεις καταδίκης της τουρκικής εισβολής και έχουν διοργανώσει εκδηλώσεις μνήμης και τιμής προς τους νεκρούς της κυπριακής τραγωδίας, τονίζοντας την ανάγκη μια ενότητα και επαναλαμβάνοντας την αποφασιστικότητά τους να εργαστούν για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού.
Ιστορικό
Στις 19 Ιουλίου ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ΙΙΙ εκφώνησε ομιλία ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου χαρακτήρισε το πραξικόπημα ως εισβολή της Χούντας στην Κύπρο και κατάλυση της ανεξαρτησίας της, ενώ ταυτόχρονα κάλεσε το Συμβούλιο Ασφαλείας να παρέμβει με όλα τα πρόσφορα μέσα για την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Ο Τούρκος Πρωθυπουργός, Μπουλέντ Ετζεβίτ, άρπαξε την ευκαιρία που επιζητούσε η Αγκυρα από πολύ καιρό και ισχυριζόμενος ότι δεν επρόκειτο για εισβολή, αλλά για «ειρηνική επέμβαση», με σκοπό την επαναφορά της συνταγματικής τάξης στην Κύπρο, που είχε καταλυθεί από το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, εισέβαλε μια μέρα μετά, στις 20 Ιουλίου 1974.
Με την κωδική ονομασία «Αττίλας» η τουρκική εισβολή ξεκίνησε στις 0530 στις 20 Ιουλίου 1974, με αποβατικές και αεροπορικές επιχειρήσεις. Οι αλεξιπτωτιστές έπεφταν μαζικά ενώ δυνάμεις πεζικού της Τουρκίας αποβιβάζονταν στις παραλίες της Κερύνειας. Συμμετείχαν συνολικά γύρω στους 40.000 άνδρες υπό τη διοίκηση του αντιστρατήγου Νουρετίν Ερσίν.
Η «κυβέρνηση» των πραξικοπηματιών του Νίκου Σαμψών παραιτήθηκε υπό το βάρος των εξελίξεων στις 23 Ιουλίου 1974.
Στη Γενεύη άρχισαν πυρετώδεις διαβουλεύσεις για την εξεύρεση ειρηνικής λύσης υπό την αιγίδα του Βρετανού Υπουργού Εξωτερικών Τζον Κάλαχαν. Η ελληνοκυπριακή πλευρά, εκπροσωπούμενη από τον Γλαύκο Κληρίδη, αξίωσε για πρώτη φορά μετά το 1963 εφαρμογή των Συνθηκών Ζυρίχης-Λονδίνου και του Κυπριακού Συντάγματος. Η Τουρκία αρνήθηκε και προέβαλε το πάγιο αίτημά της για γεωγραφικό χωρισμό του νησιού.
Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Τουράν Γκιουνές αντιπρότεινε σχέδιο, σύμφωνα με το οποίο η Κυπριακή Δημοκρατία θα ήταν δικοινοτικό ομοσπονδιακό κράτος πολλών καντονιών, στο οποίο οι Τουρκοκύπριοι θα έλεγχαν το 34% περίπου του νησιού. Ο Κληρίδης ζήτησε αναβολή 36 ή 48 ωρών, για να συμβουλευτεί το Υπουργικό Συμβούλιο. Οι Τούρκοι απέρριψαν το αίτημά του.
Ενόσω διαρκούσαν οι διπλωματικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις στη Γενεύη δεν φαινόταν να επιτυγχάνεται αίσια έκβαση και η Τουρκία, αφού πρώτα στις 3:30 τα ξημερώματα της 14 Αυγούστου του 1974 απέσυρε την αντιπροσωπεία της, σε λιγότερο από 1 1/2 ώρα μετά (4:35 π.μ. της ίδιας ημέρας) προχώρησε και στο δεύτερο κύμα εισβολής υπό την κωδική ονομασία “Αττίλας 2» με την κατάληψη της Μόρφου, της Αμμοχώστου και της Καρπασίας.
Παρά τις εκκλήσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ [Ψήφισμα 353 (1974)] και τη γρήγορη αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης στο νησί, η Τουρκία κατέλαβε το 36,2 τοις εκατό της εδαφικής επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας και εκτόπισε βίαια περίπου 200.000 Ελληνοκυπρίους από τις εστίες τους. Άλλοι 20.000 Ελληνοκύπριοι, οι οποίοι παρέμειναν στις κατεχόμενες περιοχές, εξαναγκάστηκαν και αυτοί τελικά να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να αναζητήσουν καταφύγιο στις ελεγχόμενες από την κυπριακή Κυβέρνηση περιοχές. Μέχρι τον Απρίλιο 2013 λιγότεροι από 328 εγκλωβισμένοι Ελληνοκύπριοι και 109 Μαρωνίτες παρέμεναν στις κατεχόμενες περιοχές.
Η Τουρκία μέχρι και σήμερα στερεί από τους εκτοπισμένους Ελληνοκυπρίους το δικαίωμα να επιστρέψουν στα σπίτια και τις περιουσίες τους. Το γεγονός αυτό έχει δώσει αφορμή για προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο έχει εκδώσει σημαντικές αποφάσεις για τις παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης από την πλευρά της Τουρκίας.
Πέραν της οικονομικής καταστροφής, αποτέλεσμα της τουρκικής εισβολής και τη βίαιης μετακίνησης πληθυσμού, περισσότερα από 3.000 άτομα σκοτώθηκαν ενώ μέχρι τα τέλη Ιουνίου 2018, εξακολουθούν να αγνοούνται από τις διακοινοτικές μάχες του 1963 – ’64 και την τουρκική εισβολή του 1974, 846 Ε/Κ και 271 Τ/Κ.
Ο Μακάριος επέστρεψε στην Κύπρο το Δεκέμβριο του 1974.
Η Κύπρος, σήμερα μέλος της ΕΕ, παραμένει διαιρεμένη. Οι συνεχείς προσπάθειες, υπό την αιγίδα των ΗΕ, για εξεύρεση μιας βιώσιμης και λειτουργικής λύσης, δικοινοτικής διζωνικής ομοσπονδίας, δεν έχουν ακόμα αποδώσει καρπούς, λόγω της επιμονής της τουρκικής πλευράς να διατηρήσει τα επεμβατικά της δικαιώματα, τις αναχρονιστικές εγγυήσεις και να διασφαλίσει την παρουσία τουρκικού στρατού στο νησί.