Τους βασικούς παράγοντες που προσδιόρισαν την κατασκευαστική δραστηριότητα τα προηγούμενα έτη επιχειρεί να αναλύσει η Alpha Bank στο τελευταίο εβδομαδιαίο δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων και να αναδείξει παράλληλα τη σημασία των φορολογικών μέτρων και επενδυτικών έργων που ανακοινώθηκαν.
Όπως αναφέρεται, μετά από μία δεκαετία διαρκούς πτώσης, ο κλάδος των Κατασκευών παρουσιάζει, ήδη από την περυσινή χρονιά, σημάδια ανάκαμψης. Αυτό αποτυπώνεται τόσο στην πορεία του Δείκτη Παραγωγής Οικοδομικών Έργων, ο οποίος σημείωσε άνοδο κατά 17,7% το 2018 φθάνοντας τις 43,5 μονάδες, όσο και στη μεταβολή των επενδύσεων σε κατασκευές εκτός κατοικιών, οι οποίες αυξήθηκαν το πρώτο τρίμηνο του 2019 κατά 10,9%, σε ετήσια βάση, ενώ οι επενδύσεις σε κατοικίες αυξήθηκαν κατά 6,4%. Επιπλέον, στο ίδιο διάστημα, ο κλάδος των κατασκευών παρουσίασε τη μεγαλύτερη μαζί με τον τουρισμό θετική συμβολή στην αύξηση της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (+0,9 εκατοστιαίες μονάδες), καταγράφοντας ετήσια αύξηση της τάξης του 32,2%. Παράλληλα, από το 2018 η αγορά ακινήτων στην Ελλάδα ανακάμπτει, γεγονός που αντανακλάται τόσο στην αύξηση των τιμών των οικιστικών ακινήτων, όσο και στην άνοδο της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας.
Ειδικότερα, οι τιμές των οικιστικών ακινήτων αυξήθηκαν το 2018, για πρώτη φορά μετά από μία δεκαετία, κατά 1,6%, ενώ η ανοδική πορεία τους συνεχίστηκε το πρώτο τρίμηνο του 2019 με την ετήσια αύξηση να ανέρχεται σε 4%.
Παράλληλα, η ιδιωτική οικοδομική δραστηριότητα σε όρους όγκου (m3) σημειώνει ανοδική και επιταχυνόμενη πορεία την τελευταία διετία.
Οι προοπτικές του κατασκευαστικού κλάδου ενισχύονται ακόμη περισσότερο τα επόμενα έτη, καθώς η χώρα διατηρεί τον αναπτυξιακό ρυθμό της, παρά την επιβράδυνση της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής οικονομίας, ενώ παράλληλα ενισχύεται σταδιακά η εμπιστοσύνη των διεθνών αγορών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και το αξιόχρεο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Παράλληλα, οι άμεσες διορθωτικές παρεμβάσεις στη φορολογική πολιτική που ανακοινώθηκαν κατά την παρουσίαση των προγραμματικών δηλώσεων της νέας κυβέρνησης, η επίσπευση της επένδυσης στο Ελληνικό και ο σχεδιασμός ορισμένων μεγάλων επενδυτικών έργων στην Αττική (Κορυδαλλός, Μουσείο, Τατόι, κ.λπ.) και τη Θεσσαλονίκη (Διεθνής Έκθεση) αναμένεται να οδηγήσουν σε περαιτέρω τόνωση της κατασκευαστικής δραστηριότητας.
Οι παρεμβάσεις στη φορολογική πολιτική για τον κατασκευαστικό κλάδο είναι εξέχουσας σημασίας. Ο κλάδος κατέγραψε έντονη κάμψη κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης στη χώρα, γεγονός που οφείλεται αφενός στην απώλεια εισοδημάτων και επενδύσεων και αφετέρου στο υψηλό φορολογικό βάρος και τη συχνή μεταβολή των σχετικών ρυθμίσεων. Χαρακτηριστική είναι η μεγάλη πτώση του Δείκτη Παραγωγής Οικοδομικών Έργων κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης, παράλληλα με την τεράστια αύξηση των εσόδων από φόρους ακίνητης περιουσίας από το 2011 και μετά, οι οποίοι τα τελευταία έτη διατηρούνται σε επίπεδα υψηλότερα του 2,5% του ΑΕΠ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, “Taxation trends in the European Union”, 2019).
Το σημαντικότερο μέρος των εσόδων από φόρους ακίνητης περιουσίας προέρχεται από τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.). Η επιβολή του εν λόγω φόρου είχε αρνητική επίδραση στην αγορά ακινήτων, τόσο στα νοικοκυριά όσο και στους επενδυτές, καθώς αποτελεί μία οικονομική επιβάρυνση για τους ιδιοκτήτες ακινήτων. Συνολικά, οι Έλληνες κατέβαλλαν επτά φορές υψηλότερους φόρους ακίνητης περιουσίας το 2016 έναντι του 2009.
Στο παρόν Δελτίο η Alpha Bank επιχειρεί να αναλύσει τους βασικούς παράγοντες που προσδιόρισαν την κατασκευαστική δραστηριότητα τα προηγούμενα έτη και να αναδείξουμε τη σημασία των φορολογικών μέτρων και επενδυτικών έργων που ανακοινώθηκαν.
Πρώτον, οι επιχειρηματικές προσδοκίες επηρεάζονται αρνητικά κυρίως από την πολιτική και δημοσιονομική αστάθεια, με συνέπεια οι επενδυτές να καθίστανται περισσότερο απρόθυμοι να αναλάβουν κίνδυνο και διστακτικοί να επενδύσουν στον κατασκευαστικό κλάδο. Ο δείκτης για τις επιχειρηματικές προσδοκίες στις κατασκευές (ιδιωτική δραστηριότητα) που καταρτίζει το ΙΟΒΕ αυξήθηκε σημαντικά το 2013, κατά 50,6%, έναντι μείωσης κατά 27,8% το 2011, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε πτωτική πορεία. Ο εν λόγω δείκτης ωστόσο παρουσιάζει τάσεις σταθεροποίησης από το 2017 και έπειτα.
Δεύτερον, σύμφωνα με την Έρευνα για την Πρόσβαση των Επιχειρήσεων σε Χρηματοδότηση (Survey on the Access to Finance of Enterprises-SAFE) που διεξάγεται ετησίως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η πρόσβαση σε χρηματοδότηση ήταν το σημαντικότερο πρόβλημα για το 25% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα, συγκριτικά με 8% στην Ευρωζώνη (έρευνα περιόδου Οκτωβρίου 2018 – Μαρτίου 2019). Πιο αναλυτικά, το Δεκέμβριο του 2018 ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης προς τον κατασκευαστικό κλάδο διαμορφώθηκε σε -0,6% έναντι -1,5% το Δεκέμβριο του 2017, ενώ το μερίδιο της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον συγκεκριμένο κλάδο, ως ποσοστό στη συνολική χρηματοδότηση προς τον επιχειρηματικό τομέα, ήταν 10,2%. Παράλληλα, το μερίδιο της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον υποκλάδο της διαχείρισης ακίνητης περιουσίας ήταν 5,1% το 2018. Ωστόσο, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής1 της τραπεζικής χρηματοδότησης προς αυτόν τον υποκλάδο ανήλθε σε 2,1% το Δεκέμβριο του 2018, από -1,1% ένα χρόνο πριν.
Από την άλλη πλευρά όμως, η πρόσβαση του κατασκευαστικού κλάδου σε χρηματοδότηση επιβαρύνεται από τον υψηλό δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ), ο οποίος διαμορφώθηκε για το συγκεκριμένο κλάδο στο 45,9% το Δεκέμβριο του 2018.
Τρίτον, η αγορά κατοικίας σημείωσε σημαντική υποχώρηση, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, με τις τιμές να υποχωρούν συνεχώς, καθώς η ζήτηση μειώθηκε κατακόρυφα (μπλε γραμμή – Γράφημα 1).
Η πτώση της ζήτησης προήλθε κυρίως από τη μείωση του μέσου καθαρού εισοδήματος, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατά 36,9% το 2017 έναντι του 2010, στα Ευρώ 8.809, που είναι κάτω από το 50% του μέσου ευρωπαϊκού εισοδήματος (ΕΕ-28: Ευρώ 19.427). Αυτή η μείωση, σε συνδυασμό με
την αύξηση της ανεργίας, καθώς και των φόρων ακίνητης περιουσίας και του ΦΠΑ, οδήγησαν στη μείωση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα την υποχώρηση των επενδύσεων σε οικιστικά ακίνητα.
Παράλληλα, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των στεγαστικών δανείων προς τα νοικοκυριά διαμορφώθηκε σε -2,8% το Δεκέμβριο του 2018, έναντι -3% το Δεκέμβριο του 2017. Επίσης, τα κριτήρια, οι όροι και οι συνθήκες χρηματοδότησης προς τα νοικοκυριά για αγορά κατοικίας έγιναν πιο αυστηρά το 2015 σύμφωνα με την Έρευνα Τραπεζικής Χρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για την Ελλάδα.
Τέταρτον, οι υποδομές στην Ελλάδα παρουσιάζουν περιθώρια περαιτέρω ανάπτυξης και βελτίωσης.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με το Global Competitiveness Report του World Economic Forum για το 2018, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 38η θέση μεταξύ 140 χωρών όσον αφορά στις υποδομές. Η καλύτερη επίδοση της χώρας είναι στις αεροπορικές συνδέσεις (27η), την ποιότητα των δρόμων (36η) και τις ακτοπλοϊκές συνδέσεις (30η). Ωστόσο, η Ελλάδα έχει χαμηλότερη επίδοση στις οδικές συνδέσεις (63η) και την απόδοση των σιδηροδρομικών υπηρεσιών (77η). Παράλληλα, μία σειρά επενδυτικών έργων, τα οποία κυρίως συγχρηματοδοτούνται από κεφάλαια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποσκοπούν στην ενίσχυση των υποδομών στις μεταφορές. Επιπρόσθετα, σε πρόσφατη μελέτη της PricewaterhouseCoopers (“Έργα υποδομών στην Ελλάδα”, Μάιος 2019), περιγράφεται και αναλύεται το κενό επενδύσεων σε υποδομές στη χώρα. Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη, οι επενδύσεις σε υποδομές στην Ελλάδα, ανήλθαν την περίοδο 2009-2018 σε 1,4% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο, έναντι του αντίστοιχου ευρωπαϊκού μέσου όρου 2,1% και του προ της οικονομικής κρίσης (2000-2008) ελληνικού μέσου όρου, ο οποίος ήταν 3%. Επιπλέον, την τελευταία δεκαετία, το επενδυτικό κενό στις υποδομές ανέρχεται σε 0,7% του ΑΕΠ ή Ευρώ 1,4 δισ. ετησίως. Αξιοσημείωτο είναι, ωστόσο, ότι μεταξύ 2014 και 2018 ολοκληρώθηκαν 35 έργα υποδομών συνολικής αξίας Ευρώ 8,3 δισ., ενώ έως το 2026 είναι προγραμματισμένα 88 έργα συνολικής αξίας Ευρώ 25 δισ., τα οποία είτε βρίσκονται σε εξέλιξη, είτε είναι σχεδιασμένα, χωρίς ακόμα ωστόσο να έχουν χρηματοδότηση.
Παράλληλα, η δημόσια χρηματοδότηση στην Ελλάδα, ειδικότερα μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ), ανήλθε σε Ευρώ 6,2 δισ. το 2018 έναντι Ευρώ 6 δισ. το 2017.
Τέλος, η ανάκαμψη των επενδύσεων σε κατοικίες, οι οποίες αποτελούσαν παραδοσιακά σημαντική συνιστώσα του ΑΕΠ της Ελλάδας, καθώς και η ενίσχυση της δραστηριότητας του κατασκευαστικού κλάδου εν γένει, είναι σημαντική για την ανάπτυξη της χώρας. Θετικά προς αυτή την κατεύθυνση δύναται να λειτουργήσουν οι νέες φορολογικές ρυθμίσεις, καθώς και μία σειρά από μεγάλα έργα που προτίθεται να θέσει σε εφαρμογή η Κυβέρνηση, σύμφωνα με τις πρόσφατες προγραμματικές της δηλώσεις, όπως αυτές δημοσιεύθηκαν στον Τύπο.
Συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά τις ανακοινωθείσες φορολογικές ρυθμίσεις:
– Αναστέλλεται ο Φ.Π.Α. στην οικοδομή, καθώς και ο φόρος υπεραξίας σε αγορές και πωλήσεις ακινήτων.
– Καθιερώνεται έκπτωση φόρου 40% στις δαπάνες για την ενεργειακή, λειτουργική και αισθητική αναβάθμιση κτιρίων.
– Ο ΕΝ.Φ.Ι.Α. μειώνεται από φέτος, μεσοσταθμικά κατά 22%. Συγκεκριμένα για τις μικρές ιδιοκτησίες (έως €60.000) η μείωση θα είναι της τάξης του 30%. Ο φόρος για τις μεσαίες ιδιοκτησίες (από €60.000 έως €1.000.000) θα μειωθεί από 20% έως 27%, ενώ για τις ιδιοκτησίες με αξία άνω του ενός εκατομμυρίου η μείωση θα είναι της τάξης του 10%.
Επιπλέον, η Κυβέρνηση σχεδιάζει την έναρξη πέντε μεγάλων έργων, με σκοπό την αξιοποίηση και αναβάθμιση κτιρίων και συγκροτημάτων στις περιφέρειες της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, που παράλληλα αναμένεται ότι θα τονώσουν την οικονομική δραστηριότητα στις εν λόγω περιοχές. Ειδικότερα τα έργα αυτά
προβλέπουν:
– Την επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και την ενοποίησή του με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
– Τη μεταφορά των φυλακών Κορυδαλλού εκτός αστικού ιστού. Εν συνεχεία, την κατεδάφιση των παλαιών εγκαταστάσεων και τη δημιουργία πάρκου με χώρους άθλησης και καλλιτεχνικής δραστηριότητας.
– Την αξιοποίηση του πρώην Βασιλικού Κτήματος στο Τατόι, σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα.
Εξετάζεται η δημιουργία πρότυπων αγροδιατροφικών μονάδων, μικρών ξενοδοχειακών μονάδων καθώς και η διαμόρφωση των εξωτερικών χώρων ώστε η περιοχή να είναι επισκέψιμη και να αποκτήσει τουριστικό ενδιαφέρον.
– Την αξιοποίηση έκτασης 204 στρεμμάτων στη Δραπετσώνα, μέσω της κατασκευής μητροπολιτικού πάρκου με αθλητικές και καλλιτεχνικές δράσεις.
Επιπλέον, στο ίδιο σημείο πρόκειται να ιδρυθεί διεθνές κέντρο καινοτομίας, σε συνεργασία με μεγάλες επιχειρήσεις τεχνολογίας του εξωτερικού.
– Τέλος, την αναβάθμιση του χώρου που διεξάγεται η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, μέσω του εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεων και της δημιουργίας πάρκου στον περιβάλλοντα χώρο.