Μία από τις υψηλότερες εξαρτήσεις από τον τουρισμό παγκοσμίως εμφανίζει, σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ – OECD), η ελληνική οικονομία. Οπως προκύπτει από την ετήσια έκθεση του ΟΟΣΑ (OECD Tourism Trends & Policies 2018) που δόθηκε στη δημοσιότητα πριν από λίγες μέρες, η Ελλάδα είναι η 6η πιο εξαρτημένη οικονομία μεταξύ των 35 κρατών-μελών που παρακολουθεί γι’ αυτόν τον κλάδο ο οργανισμός.
Ειδικότερα, στη χώρα μας η οικονομική δραστηριότητα του τουρισμού αντιστοιχεί στο 6,3% του ΑΕΠ και η απασχόληση που δημιουργεί αντιστοιχεί στο 9,96% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα. Ο μέσος όρος για τη συμβολή στο ΑΕΠ των χωρών του ΟΟΣΑ βρίσκεται στο 4,2% και για την απασχόληση στο 6,9%. Ετσι γίνεται αντιληπτό πως σε κάθε πιθανή δυσμενή συγκυρία για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα –όπως ύφεση στις αγορές από όπου προέρχονται οι επισκέπτες ή γεωπολιτική αστάθεια σε γειτονικές χώρες– το σύνολο της οικονομίας αντιμετωπίζει αυξημένο σε σχέση με άλλες χώρες κίνδυνο. Καθώς μάλιστα τα δεδομένα επί των οποίων εξάγει τα συμπεράσματά της η έκθεση του ΟΟΣΑ είναι του 2016 (προκειμένου να υπάρχουν διαθέσιμα στατιστικά από όλες τις χώρες), η συνεισφορά του τουρισμού στο ελληνικό ΑΕΠ είναι υποτιμημένη καθώς το 2017 και το 2018 αναπτύχθηκε περαιτέρω. Συνέβαλε έτσι στη βελτίωση της εικόνας της ελληνικής οικονομίας, αλλά παράλληλα αύξησε και τον κίνδυνο από μια ύφεσή του. Κάτι που ενδέχεται να γίνει καλύτερα αντιληπτό φέτος, αφού το 2019 η συνολική δραστηριότητα του κλάδου αναμένεται να διαμορφωθεί σε παρόμοια επίπεδα με τα περυσινά ή και κατά τι χαμηλότερα στερώντας από την οικονομία έναν από τους βασικούς μοχλούς επέκτασης του ελληνικού ΑΕΠ.
Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), με τίτλο «Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2018», ο τουρισμός το 2018 συνέβαλε άμεσα στη δημιουργία του 11,7% του ΑΕΠ της χώρας με 21,6 δισ. ευρώ. Αναλυτικά, η άμεση συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ υπολογίζεται ότι αυξήθηκε κατά 13,3% ή κατά 2,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017. Συνολικά (άμεσα και έμμεσα) ο τουρισμός το 2018 συνέβαλε από 25,7% (47,4 δισ. ευρώ) έως 30,9% (57,1 δισ. ευρώ) στη δημιουργία του ΑΕΠ. Στην αιχμή της τουριστικής περιόδου, μόνο μέσω της εργασίας στα καταλύματα και στην εστίαση (411.000 εργαζόμενοι), συνέβαλε στο 16,7% της απασχόλησης και συνολικά (άμεσα και έμμεσα) μεταξύ 36,7% και 44,2%. Επίσης, ο τομέας του τουρισμού είχε σημαντική επενδυτική δραστηριότητα εκ των οποίων το 1,9 δισ. ευρώ σε εγχώρια προστιθέμενη αξία.
Οπως επισημαίνεται στη μελέτη, ο τουρισμός είναι κατ’ εξοχήν εξωστρεφής δραστηριότητα, αφού πάνω από το 90% των τουριστικών εσόδων προέρχεται από το εξωτερικό. Τα έσοδα αυτά, περιλαμβανομένων των εισπράξεων από κρουαζιέρα, αερομεταφορές και θαλάσσιες μεταφορές, ανήλθαν σε 18,2 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση κατά 11,3% ή κατά 1,8 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2017.
Επιπροσθέτως, ο τουρισμός περιλαμβανομένης της κρουαζιέρας, κάλυψε με τις ταξιδιωτικές εισπράξεις και τις εισπράξεις από τις αερομεταφορές και τις θαλάσσιες μεταφορές το 81% του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών. Οι εισπράξεις αυτές ισούνται με το 73% των εισπράξεων από τις εξαγωγές όλων των άλλων προϊόντων που εξάγει η χώρα, εξαιρουμένων των εισπράξεων από εξαγωγή πλοίων και καυσίμων.
Τα έσοδα
Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος το μέσο έσοδο ανά δωμάτιο με βάση την κατηγορία του ξενοδοχείου διαμορφώθηκε το 2018 στα 33.458,5 ευρώ για τα πεντάστερα (+7% έναντι του 2017), στα 23.999,9 ευρώ για τα τετράστερα (+12%) στα 11.306,5 για τα τριών αστέρων (+6,9%), και στα 6.184,9 για τα δύο αστέρων (+10,1%). Σταθερή παραμένει και η γεωγραφική διασπορά των ξενοδοχείων, καθώς πέντε περιφέρειες (Κρήτη, Νότιο Αιγαίο, Ιόνια, Αττική και Κεντρική Μακεδονία) συγκεντρώνουν πάνω από το 85% των τουριστικών μεγεθών στη χώρα.
Καθοριστική η συμβολή του σε Ν. Αιγαίο, Ιόνιο και Κρήτη
Ο τουριστικός κλάδος παράγει το 97,1% του ΑΕΠ του Ν. Αιγαίου.
Η εξάρτηση από τον τουρισμό είναι μέγιστη στις βασικές περιφέρειες υποδοχής ξένων επισκεπτών. Η οικονομία τριών νησιωτικών περιφερειών εξαρτάται σε εξαιρετικά σημαντικό βαθμό από τον τουρισμό, αφού η συνεισφορά του τομέα στο περιφερειακό ΑΕΠ ανέρχεται σε 47,2% στην Κρήτη, σε 71,2% στα Ιόνια Νησιά και σε 97,1% στο Νότιο Αιγαίο.
Οι εν λόγω περιφέρειες έχουν από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη χώρα, τεκμηριώνοντας την άποψη ότι ο τουρισμός οδηγεί σε βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων των προορισμών, αναφέρει πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ). Ομως αυτή η πραγματικότητα, σε συνδυασμό με την εποχικότητα που παρουσιάζει ο τουρισμός, συνθέτουν και την εν δυνάμει απειλή για αυτές τις τοπικές οικονομίες αλλά και τις κοινωνίες που μπορούν να πληγούν καίρια μέσω ενδεχόμενης μείωσης της απασχόλησης.
Μια άλλα μελέτη, του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος με τίτλο «Εξελίξεις στα βασικά μεγέθη της ελληνικής ξενοδοχίας το 2018» είναι αποκαλυπτική: το εποχικό προφίλ του ελληνικού τουρισμού παραμένει ουσιαστικά αμετάβλητο τα δύο τελευταία χρόνια, με εξαίρεση την αύξηση των διανυκτερεύσεων τον Μάιο.
Το 55% περίπου των συνολικών διανυκτερεύσεων πραγματοποιείται το τρίμηνο Ιουνίου – Αυγούστου. Τον Μάιο του 2018, το 60% των ξενοδοχείων είχε πληρότητα κάτω από 60% και μόνο το 8,2% των ξενοδοχείων κατάγραψε τον μήνα αυτό πληρότητα 91%-100%. Αντίθετα, τον Αύγουστο του 2018, που είναι ο μήνας αιχμής της τουριστικής περιόδου, πάνω από το 65% των ξενοδοχείων πέτυχαν πληρότητα 80%-100%. Αυτό επηρεάζει και το τιμολογιακό αποτέλεσμα: Τον Μάιο του 2018, το 76% των ξενοδοχείων διέθεσε τα δωμάτιά του σε τιμές κάτω των 80 ευρώ, ενώ πάνω από 160 ευρώ διέθεσε τα δωμάτιά του μόνο το 4% των ξενοδοχείων. Αντίθετα, τον Αύγουστο του 2018, το ποσοστό των ξενοδοχείων που διαθέτει τα δωμάτιά του κάτω από 80 ευρώ περιορίζεται στο 57% και το ποσοστό εκείνων που τα διαθέτει πάνω από 160 ευρώ υπερ-τριπλασιάζεται σε σχέση με τον Μάιο και διαμορφώνεται στο 14,4%.
Το ΙΤΕΠ καταγράφει 9.873 ξενοδοχειακές μονάδες στην Ελλάδα με 426.000 δωμάτια το 2018 έναντι 9.661 ξενοδοχείων με 399.000 δωμάτια το 2012. Την περίοδο 2012-2018 τα ξενοδοχεία αυξήθηκαν κατά 2% σε όρους μονάδων και κατά 6,8% σε όρους δωματίων και το μέσο μέγεθος των ξενοδοχείων το 2018 διαμορφώνεται στα 43 δωμάτια.
Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι την τελευταία διετία η αύξηση των προσφερόμενων δωματίων είναι σημαντική: το 2017 προστέθηκαν 7.000 δωμάτια σε σχέση με το 2016 και πέρυσι άλλα 11.900 δωμάτια. Σημαντική είναι όμως η ποιοτική αναβάθμιση του δυναμικού αυτού: Το 2000 τα πεντάστερα ξενοδοχεία αποτελούσαν μόλις το 6% του συνολικού ξενοδοχειακού δυναμικού, ενώ το 2018 το ποσοστό τους έχει υπερ-τριπλασιαστεί και αντιπροσωπεύει το 19,5% του συνόλου.