Μόλις 8.080 φορολογούμενοι έχουν βάλει «φέσι» 84 δισ. ευρώ. Συνολικά 196 «βαριά» ΑΦΜ φούσκωσαν τα ληξιπρόθεσμα κατά 1,874 δισ. ευρώ σε ένα χρόνο. Οι «μικροί» ξεπερνούν τα 2 εκατομμύρια, αλλά χρωστούν μόνο 271,6 εκατ.
Ο ρυθμός αύξησης των ληξιπρόθεσμων χρεών προς την εφορία έχει κατεβάσει ταχύτητα τους τελευταίους μήνες αλλά λίγοι μεγαλοοφειλέτες συνεχίζουν να δημιουργούν χρέη τεραστίων διαστάσεων.
Η επεξεργασία των στοιχείων της ΑΑΔΕ από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή δείχνει ότι το δεύτερο τρίμηνο του 2019 μόλις 196 «βαριά» ΑΦΜ οδήγησαν σε διόγκωση των ληξιπρόθεσμων χρεών κατά 1,874 δισ. ευρώ. Είναι η μία όψη του νομίσματος. Η άλλη αφορά τη «μαρίδα» των φορολογουμένων οι οποίοι χρωστούν έως 500 ευρώ. Σε σύνολο 3.750.196 φορολογουμένων με ληξιπρόθεσμα χρέη έφτασαν τους 2.036.005 φορολογούμενους το δεύτερο τρίμηνο του 2019.
Τα στοιχεία δείχνουν αύξηση των οφειλετών με χρέη έως 500 ευρώ κατά 24.051 ΑΦΜ σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018 αλλά από αυτούς 13.000 χρωστούν έως 1 ευρώ. Πρόκειται για τους «τυχερούς» της υπόθεσης, καθώς δεν κινδυνεύουν σε καμία περίπτωση από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης.
Στον αντίποδα και ενώ οι μικροοφειλέτες συνολικά χρωστούν μόλις 271,6 εκατ. ευρώ, οι 8.080 μεγαλοοφειλέτες έχουν χρέη πάνω από 1.000.000 ευρώ ο καθένας και συνολικά οφείλουν περισσότερα από 84 δισ. ευρώ ή πάνω από το 80% των συνολικών ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι εννέα στους δέκα οφειλέτες οφείλουν ποσά έως 10.000 ευρώ.
Από τα στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στην τελευταία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή προκύπτει επίσης ότι:
– Τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς την Εφορία διαμορφώθηκαν στα 104,1 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 2,8 δισ. ευρώ σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2018. Ωστόσο, σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2019 διαπιστώνεται μείωση του συνολικού ποσού των ληξιπρόθεσμων οφειλών κατά 204,3 εκατ. ευρώ. Αυτή η μείωση οφείλεται στο γεγονός ότι μέχρι το τέλος του δευτέρου τριμήνου του τρέχοντος έτους οι εισπράξεις και διαγραφές ληξιπρόθεσμων οφειλών ανήλθαν σε 3,7 δισ. ευρώ, ενώ οι νέες οφειλές που δημιουργήθηκαν ήταν 3,5 δισ. ευρώ.
– Ο ρυθμός δημιουργίας φρέσκων ληξιπρόθεσμων οφειλών κατέβασε ταχύτητα. Τα νέα ληξιπρόθεσμα της περιόδου 1/12/2018 – 31/5/2019 ανέρχονται σε 3,6 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 1,6 δις ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του προηγούμενου έτους.
– Το συνολικό ποσό των εισπράξεων και των διαγραφών διαμορφώθηκε στα 3,7 δισ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση κατά 69 εκατ. ευρώ σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2018, γεγονός που οφείλεται στην αύξηση των διαγραφών κατά 436,6 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, οι συνολικές εισπράξεις έναντι ληξιπρόθεσμων οφειλών μέχρι το τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2019 εμφανίζονται μειωμένες κατά 367,7 εκατ. ευρώ σε σχέση με αυτές της αντίστοιχης περιόδου του προηγούμενου έτους.
– Ο συνολικός αριθμός των οφειλετών ανήλθε σε 3.750.195 σημειώνοντας αύξηση κατά 22.779 πρόσωπα (φυσικά και νομικά) σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2018. Ωστόσο, σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2019 ο συνολικός αριθμός των οφειλετών μειώθηκε κατά 189.903 πρόσωπα.
– Οι φορολογούμενοι που χρωστούν στη Φορολογική Διοίκηση κάτω από 500 ευρώ ανέρχονταν σε 2.036.005 ή στο 54,29% του συνόλου των οφειλετών. Σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2018 αυξήθηκαν κατά 1,19% ή κατά 24.051.
– Οι οφειλέτες με χρέη από 501 έως 10.000 ευρώ ήταν 1.421.814. Ο αριθμός τους είναι μειωμένος κατά 14.408 σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2018. Ωστόσο, το συνολικό ποσό των χρεών τους αυξήθηκε κατά 23,7 εκατ. ευρώ, από 3,369 δισ. ευρώ στο δεύτερο τρίμηνο του 2018 σε 3,393 δισ. ευρώ στο δεύτερο τρίμηνο του 2019.
– Οι οφειλέτες ποσών από 10.001 έως 100.000 ευρώ ήταν 249.208 και είναι περισσότεροι κατά 10.837 σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018. Το σύνολο των οφειλών τους αυξήθηκε κατά 328,7 εκατ. ευρώ μεταξύ δευτέρου τριμήνου 2018 και δευτέρου τριμήνου 2019 (από 6,55 δισ. ευρώ σε 6,879 δισ. ευρώ).
– Οι φορολογούμενοι με χρέη από 100.001 έως 1.000.000 ευρώ είχαν φθάσει τους 35.088 και σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2018 ήταν περισσότεροι κατά 2.103.