Ενδέχεται να εμπίπτουν στην έννοια του “εργου” – Ωστόσο, για να προστατευθούν βάσει του δικαιώματος του δημιουργού δεν αρκεί να παράγουν μόνο αισθητικό αποτέλεσμα
Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 12-09-2019 απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφαίνεται ότι τυχόν παροχή προστασίας βάσει του δικαιώματος του δημιουργού, στο πλαίσιο της οδηγίας 2001/29/ΕΚ, σε υπόδειγμα δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στο γεγονός ότι παράγει, πέραν του χρηστικού σκοπού του, ιδιαίτερο και αξιοσημείωτο οπτικό αποτέλεσμα από αισθητικής απόψεως.
Επιπλέον, σύμφωνα με το ΔΕΕ, το υπόδειγμα θα πρέπει να συνιστά έκφραση πρωτότυπου έργου, προκειμένου να πληροί τις προϋποθέσεις για την παροχή προστασίας βάσει του δικαιώματος του δημιουργού.
Ιστορικό της υπόθεσης
Tο Supremo Tribunal de Justiça (Ανώτατο Δικαστήριο, Πορτογαλία) έχει επιληφθεί διαφοράς μεταξύ της Cofemel – Sociedade de Vestuário SA (ή, αλλιως Cofemel) και της G-Star Raw CV (ή, αλλιώς G‑Star), δύο εταιριών που δραστηριοποιούνται στον τομέα του σχεδιασμού, της παραγωγής και της εμπορίας ενδυμάτων. Το αντικείμενο της διαφοράς έγκειται στον σεβασμό των δικαιωμάτων του δημιουργού που διεκδικεί η G‑Star οποία υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι ορισμένα υποδείγματα τζην, μακρυμάνικων αθλητικών μπλουζών και κοντομάνικων μπλουζών που παράγει η Cofemel ήταν ανάλογα προς τα δικά της υποδείγματα.
Το ενωσιακό δίκαιο παρέχει την προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού, μεταξύ άλλων, σε έργα επί των οποίων οι δημιουργοί τους έχουν, δυνάμει της οδηγίας για την προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας (οδηγία 2001/29/ΕΚ), το αποκλειστικό δικαίωμα να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν την αναπαραγωγή τους, την παρουσίασή τους στο κοινό ή τη διανομή τους. Παράλληλα, άλλες πράξεις παραγώγου δικαίου του δικαίου της Ένωσης διασφαλίζουν ειδικότερη προστασία διανοητικής ιδιοκτησίας για τα σχέδια και υποδείγματα.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, το Supremo Tribunal de Justiça επισημαίνει ότι ο Código de Direito de Autor e de Direitos Conexos (πορτογαλικός κώδικας περί του δικαιώματος του δημιουργού και περί συγγενικών δικαιωμάτων) σαφώς συμπεριλαμβάνει στον κατάλογο των έργων που προστατεύονται βάσει του δικαιώματος του δημιουργού τα έργα εφαρμοσμένης τέχνης, τα βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα και τα έργα σχεδίου, πλην όμως δεν προσδιορίζει τον βαθμό πρωτοτυπίας που απαιτείται προκειμένου τα έργα αυτά να χαρακτηρίζονται ως έργα τέτοιου είδους. Επισημαίνει επίσης ότι το ζήτημα αυτό, που βρίσκεται στο επίκεντρο της ένδικης διαφοράς μεταξύ της Cofemel και της G-Star, αποτελεί αντικείμενο διχογνωμίας στην πορτογαλική νομολογία και θεωρία. Για τον λόγο τούτο, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η οδηγία για τη διανοητική ιδιοκτησία αποκλείει εθνική νομοθετική ρύθμιση κατά την οποία παρέχεται προστασία, βάσει του δικαιώματος του δημιουργού, σε υποδείγματα εφόσον πληρούται ένα και μόνο κριτήριο, ήτοι εάν πέραν του χρηστικού σκοπού τους, τα υποδείγματα αυτά παράγουν ιδιαίτερο και αξιοσημείωτο οπτικό αποτέλεσμα από αισθητικής απόψεως.
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο απαντά καταφατικά στο ερώτημα αυτό.
Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο υπενθυμίζει την πάγια νομολογία του κατά την οποία, οποιοδήποτε πρωτότυπο αντικείμενο, το οποίο είναι αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του, εμπίπτει στην έννοια του “έργου”, όπως αυτή κατοχυρώνεται στην οδηγία 2001/29/ΕΚ.
Πρόσθετα, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι ο νομοθέτης της Ένωσης έχει εκδώσει διάφορες πράξεις παραγώγου δικαίου με σκοπό τη διασφάλιση της προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας, και ιδίως, αφενός, των προστατευόμενων δυνάμει του δικαιώματος του δημιουργού έργων τα οποία αφορά η οδηγία 2001/29/ΕΚ, καθώς και, αφετέρου, των σχεδίων και υποδειγμάτων που εμπίπτουν είτε στην οδηγία 98/71/ΕΚ, η οποία έχει εφαρμογή επί των σχεδίων και υποδειγμάτων που έχουν καταχωρισθεί σε ένα ή ως προς ένα κράτος μέλος, είτε στον κανονισμό (ΕΚ) 6/2002, ο οποίος έχει εφαρμογή στα σχέδια και υποδείγματα που προστατεύονται σε επίπεδο Ένωσης. Μάλιστα, ο νομοθέτης της Ένωσης επέλεξε σύστημα κατά το οποίο η επιφυλασσόμενη στα σχέδια και υποδείγματα προστασία και η προστασία που διασφαλίζεται με το δικαίωμα του δημιουργού δεν αποκλείουν η μία την άλλη.
Κατά συνέπεια, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα υποδείγματα μπορούν να χαρακτηριστούν και ως «έργα», κατά την έννοια της οδηγίας 2001/29/ΕΚ.
Συναφώς, το Δικαστήριο διευκρινίζει ότι η προστασία των σχεδίων και υποδειγμάτων, αφενός, και η προστασία που διασφαλίζεται από το δικαίωμα του δημιουργού, αφετέρου, επιδιώκουν σκοπούς ουσιωδώς διαφορετικούς και υπόκεινται σε διαφορετικά καθεστώτα. Πράγματι, η προστασία των σχεδίων και υποδειγμάτων αποσκοπεί στην προστασία αντικειμένων τα οποία, μολονότι είναι νέα και εξατομικευμένα, έχουν χρηστικό χαρακτήρα και προορίζονται για μαζική παραγωγή. Επιπλέον, η προστασία αυτή προβλέπεται να εφαρμόζεται για διάρκεια περιορισμένη μεν, πλην όπως επαρκή ώστε να μπορέσουν να καταστούν αποδοτικές οι επενδύσεις που υπήρξαν αναγκαίες για τη δημιουργία και την παραγωγή των αντικειμένων αυτών, χωρίς ωστόσο να παρακωλύει υπέρμετρα τον ανταγωνισμό. Η δε προστασία που παρέχεται με το δικαίωμα του δημιουργού, της οποίας η διάρκεια είναι σημαντικότατα μεγαλύτερη, επιφυλάσσεται μόνο στα αντικείμενα που αξίζουν να χαρακτηριστούν ως έργα. Για τους λόγους αυτούς, τυχόν παροχή προστασίας βάσει του δικαιώματος του δημιουργού σε αντικείμενο που προστατεύεται ως σχέδιο ή υπόδειγμα δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα να θιγούν οι σκοποί και η αποτελεσματικότητα καθενός από τα δύο αυτά είδη προστασίας, και έτσι, μολονότι η προστασία των σχεδίων και υποδειγμάτων και η προστασία που διασφαλίζεται με το δικαίωμα του δημιουργού μπορούν, δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, να παρέχονται σωρευτικώς στο ίδιο αντικείμενο, η σώρευση αυτή μπορεί να καταστεί δυνατή σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις.
Τέλος, κατά το Δικαστήριο, το αισθητικό αποτέλεσμα που θα μπορούσε να παραχθεί από ένα υπόδειγμα δεν συνιστά καθοριστικό παράγοντα, σε μία συγκεκριμένη περίπτωση, για το κατά πόσον αυτό το υπόδειγμα εντάσσεται στην έννοια του “έργου”, καθώς τέτοιο αισθητικό αποτέλεσμα είναι απόρροια της εγγενώς υποκειμενικής αισθήσεως κάλλους που προκαλείται σε οποιοδήποτε πρόσωπο κληθεί να αντικρίσει το αποτέλεσμα αυτό. Παραμένει γεγονός ότι για να προσδιοριστεί αν το υπόδειγμα αυτό εντάσσεται στην έννοια του “έργου” θα πρέπει να διαπιστωθεί, πρώτον, η ύπαρξη αντικειμένου δυνάμενου να προσδιοριστεί με επαρκή ακρίβεια και αντικειμενικότητα και, δεύτερον ότι το υπόδειγμα αυτό συνιστά πνευματικό δημιούργημα που αντανακλά την ελευθερία επιλογής και την προσωπικότητα του δημιουργού του.
Επομένως, το γεγονός ότι υποδείγματα, παράγουν, πέραν του χρηστικού σκοπού τους, ιδιαίτερο και αξιοσημείωτο οπτικό αποτέλεσμα από αισθητικής απόψεως δεν είναι ικανό να δικαιολογήσει τον χαρακτηρισμό αυτών ως «έργων» κατά την έννοια της οδηγίας 2001/29/ΕΚ.
Γίνεται υπόμνηση ότι η προδικαστική παραπομπή παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, να υποβάλουν στο Δικαστήριο ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, κατά τον ίδιο τρόπο, τα άλλα εθνικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται παρόμοιου προβλήματος.
Το πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA