Ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου, αναβίωσε χθες υπόθεση με κατηγορούμενο έναν ταμειολογιστή, που εργαζόταν στην Εθνική Τράπεζα της Ρόδου, ο οποίος φέρεται να υπεξαίρεσε διαδοχικά το ποσό των 182.000 ευρώ, χρησιμοποιώντας διάφορες μεθοδεύσεις και τεχνάσματα.
Πρωτοδίκως του έχει επιβληθεί ποινή κάθειρξης 6 ετών με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα υπό τον περιοριστικό όρο της απαγόρευσης εξόδου του από τη χώρα.
Είχε κριθεί συγκεκριμένα ένοχος με ελαφρυντικό για τις πράξεις της κακουργηµατικής υπεξαίρεσης από εντολοδόχο µε κατάχρηση ιδιαίτερης εµπιστοσύνης και της πλαστογραφίας µετά χρήσεως κατ’ εξακολούθηση.
Χθες το Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου, μετά την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα έπαυσε την δίωξη εις βάρος του για την υπεξαίρεση, πράξη για την οποία ούτως ή άλλως θα τον έκρινε αθώο καθώς απεκατέστησε πλήρως την ζημία που είχε προκαλέσει στην τράπεζα και μάλιστα πριν υποβληθεί η μήνυση εις βάρος του.
Τον έκρινε ωστόσο ένοχο πλαστογραφίας, παρότι ο συνήγορος υπεράσπισής του και μάρτυρας κατηγορίας επεσήμαναν ότι δεν έγινε πλαστογράφηση παραστατικών της τράπεζας αλλά εγγραφές στο ηλεκτρονικό σύστημα του ταμείου. Του επιβλήθηκε έτσι ποινή φυλάκισης 3 ετών με 3ετή αναστολή. Η τράπεζα διατείνεται ότι ο πρώην υπάλληλός της ακολούθησε δόλιες µεθοδεύσεις, όπως συµπλήρωση ενταλµάτων πληρωµής επί λογαριασµών µε µηδενικό ή ανεπαρκές υπόλοιπο, διενέργεια εικονικών ταµειακών εγγραφών, κατασκευή δεύτερου βιβλιαρίου και αντικανονική χρήση της διαδικασίας εξωλογιστικής ενηµέρωσης των βιβλιαρίων Ταµιευτηρίου.
Πιο συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2009 προσήλθε στο κατάστηµα Ρόδου προκειµένου να διενεργήσει ανάληψη από κοινό αποταµιευτικό λογαριασµό του ένας πελάτης, κάτοικος Ρόδου, ο οποίος ύστερα από την ενηµέρωση του σχετικού βιβλιαρίου του, διαπίστωσε ότι από το λογαριασµό του είχαν πραγµατοποιηθεί 4 αναλήψεις, συνολικού ποσού 182.000 ευρώ και ειδικότερα, τρεις αναλήψεις ποσών 60.000 ευρώ η κάθε µία στα υποκαταστήµατα Ρόδου και Καστελορίζου της τράπεζας.
Ο πελάτης διαμαρτυρήθηκε στη διοίκηση και τόνισε ότι στις ηµεροµηνίες που φέρεται να είχε πραγµατοποιήσει τις αναλήψεις βρισκόταν στην Κύπρο και ότι δεν είχε µεταβεί στο Καστελόριζο. Από τον έλεγχο που διενεργήθηκε διαπιστώθηκε ότι τις αναλήψεις είχε κάνει ο ταµειολογιστής, που δεν είχε στο ταµείο του τα αντίστοιχα παραστατικά αναλήψεων.
Οµολόγησε τότε προφορικά ότι είχε προβεί στις αναλήψεις, ενώ µετά από έλεγχο επιθεωρητών της τράπεζας προέκυψε ότι είχε υπεξαιρέσει τα χρήµατα λόγω του πάθους του για τον τζόγο και συγκεκριµένα σε παίγνια του ΟΠΑΠ και στο καζίνο της Ρόδου.
Προέκυψε παραπέρα ότι την 13η Φεβρουαρίου 2009 είχε αναλάβει το ποσό των 180.000 ευρώ για να καλύψει έλλειµµα στο ταµείο του, ενώ είχε αναλάβει για τον ίδιο λόγο το ποσό των 2.000 ευρώ, την 20η Φεβρουαρίου του ίδιου έτους. Προκειµένου δε οι υπεξαιρέσεις να µην γίνονται αντιληπτές χρέωνε µε το κλείσιµο του ταµείου του, τον κωδικό της αγοράς επιταγών. Αφού παρέδιδε το σχετικό παραστατικό αρµοδίως και εµφάνιζε ισοσκελισµένο το ταµείο του, επέστρεφε στο ταµείο και ακύρωνε το λογαριασµό των επιταγών µε αποτέλεσµα το υπόλοιπο του ταµείου του να είναι και πάλι µεγάλο. Επιπλέον για να εξασφαλίσει έγκριση των αναλήψεων που έκανε χρησιµοποιούσε κωδικούς δύο προϊσταµένων του, ενώ το ίδιο έκανε και για τις ακυρώσεις χρεώσεων του λογαριασµού επιταγών.
Προέκυψε επιπλέον ότι την 27η Ιανουαρίου 2009 επέστρεψε σε λογαριασµό φίλου του 93.000 ευρώ που είχε ιδιοποιηθεί χρεώνοντας ισόποσα το λογαριασµό της αγοράς επιταγών ιδιωτών. Την τακτική χρεοπίστωσης του λογαριασµού επιταγών που ακολούθησε και στην πορεία, αναγκάσθηκε να σταµατήσει την 13η Φεβρουαρίου 2009 καθώς την επόµενη εβδοµάδα θα αποσπαζόταν στο Καστελόριζο.
Την εν λόγω ηµεροµηνία, συγκάλυψε το έλλειµµα του ταµείου του, το οποίο εν τω µεταξύ είχε εκτοξευθεί στο ύψος των 180.000 ευρώ, συµψηφίζοντάς το µε το προϊόν των 3 αναλήψεων ποσού 60.000 ευρώ η κάθε µία, από αποταµιευτικό λογαριασµό γνωστού του πελάτη. Την 11η Φεβρουαρίου 2009 ο ίδιος, όπως του αποδίδει η τράπεζα, από παραδροµή, χρέωσε κατά 7,25 χιλιάδες ευρώ λιγότερο το λογαριασµό του Ο.Α.Ε.Δ. για συναφή επιδόµατα που είχε εξοφλήσει µέσω της θέσης εργασίας του. Εξαιτίας αυτού, δηµιουργήθηκε ισόποσο έλλειµµα στο ταµείο του, το οποίο, χωρίς να εξετάσει πού οφειλόταν, προφανώς λόγω της σύγχυσης που τον διακατείχε, το κάλυψε µε δικά του διαθέσιµα. Μετά την αποκατάσταση στις 25 Φεβρουαρίου 2009, µε το ποσό των 182.000 ευρώ του θιγέντος λογαριασµού και τον εν συνεχεία συνυπολογισµό της ως άνω πλεονασµατικής διαφοράς των 7.250 ευρώ, η απαίτηση της τράπεζας ανήλθε στο ύψος των 174.750 ευρώ.
Ο ίδιος απολογούμενος ισχυρίστηκε ότι έχει αποδώσει όλα τα ποσά που φέρεται να έχει υπεξαιρέσει και μάλιστα πριν την άσκηση οποιασδήποτε ποινικής δίωξης. Ουδεμία δε έννομη συνέπεια επήλθε από την αψυχολόγητη και ανόητη πράξη του, αφού η επιστροφή των χρημάτων υπήρξε άμεση και ολοσχερής. Επεσήμανε ότι ανέλαβε τα χρήματα για να βοηθήσει συγγενικό του πρόσωπο.
Αναγνώρισε το ατόπημα στο οποίο προέβη και δήλωσε ειλικρινώς και εμπράκτως την μετάνοιά του.
Ως συνήγορος υπεράσπισής του παρέστη ο δικηγόρος κ. Στέλιος Κιουρτζής.
Προηγούμενο άρθροΜειώθηκαν οι ποινές δύο τσαντάκηδων