Ένα δισεκατομμύριο δολάρια σε τέσσερα χρόνια για να καταπολεμηθούν οι τζιχαντιστικές οργανώσεις: αυτή ήταν η κυριότερη απόφαση της συνόδου της για «τον αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας» που διεξήγαγε η Οικονομική Κοινότητα των Κρατών της Δυτικής Αφρικής (Communauté économique des Etats de l’Afrique de l’Ouest, Cédéao) χθες Σάββατο στην Ουαγκαντούγκου.
«Οι συζητήσεις που έγιναν επέτρεψαν να υιοθετηθούν πολύ ισχυρές αποφάσεις (…). Η σύνοδος (σ.σ. ήταν διευρυμένη, με τη συμμετοχή του Τσαντ και της Μαυριτανίας) υιοθέτησε ένα σχέδιο δράσης και κινητοποίησης πόρων ύψους ενός δισεκατομμυρίων δολαρίων για τον αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας», ανακοίνωσε ο πρόεδρος του Νίγηρα, ο Μαχαμαντού Ισούφου, κατά το κλείσιμο της συνάντησης.
Το σχέδιο και ο προϋπολογισμός του, για τον οποίο θα διατεθούν πόροι κυρίως από τα κράτη που συμφώνησαν σε αυτό, θα παρουσιαστούν στην προσεχή σύνοδο κορυφής της Cédéao στην Αμπούτζα. Τα χρήματα θα τοποθετηθούν σε κοινό ταμείο και θα αξιοποιηθούν κυρίως για «την ενίσχυση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων» τόσο των εθνικών στρατών, όσο και των πολυεθνικών δυνάμεων, όπως η G5 Σαχέλ και η Μεικτή Πολυεθνική Δύναμη (ΜΠΔ), η οποία δρα στη λεκάνη της λίμνης Τσαντ.
«Η G5 απέχει παρασάγγας από το να είναι νεκρή. Η τελική ανακοίνωση (της συνόδου) καταγράφει την υποστήριξη της Cédéao στην G5 Σαχέλ και στη Μεικτή Πολυεθνική Δύναμη», τόνισε ο πρόεδρος του Νίγηρα, που ασκεί την προεδρία της δυτικοαφρικανικής Οικονομικής Κοινότητας, μολονότι αρκετοί αναλυτές προεξοφλούσαν την τέλεση της «κηδείας» της G5 στη σύνοδο της Ουαγκαντούγκου.
Ο Ισούφου απεναντίας επισήμανε πως «για την ώρα», αυτές οι δύο δυνάμεις θα συνεχίσουν να «βρίσκονται στο πεδίο», μολονότι η ανακοίνωση της συνόδου αναφέρεται στην «ηγεσία της Cédéao» στις επιχειρήσεις. Αυτό «θα πάρει καιρό», δήλωσε ο πρόεδρος του Νίγηρα, ενώ «είμαστε αντιμέτωποι με μια πιεστική απειλή που πρέπει να περιοριστεί».
Κατά την έναρξη της συνόδου, ο πρόεδρος της Επιτροπής της Cédéao, ο Ζαν-Κλοντ Μπρου, σκιαγράφησε με μελανά χρώματα το φόντο: Μίλησε για «2.200 επιθέσεις μέσα στα τελευταία τέσσερα χρόνια», για «11.500 νεκρούς και χιλιάδες τραυματίες», για «εκατομμύρια εκτοπισμένους», για βαρύ «πλήγμα στην οικονομική δραστηριότητα», για επιδείνωση των «διαφυλετικών συγκρούσεων» στο Σαχέλ καιγια μια απειλή που επεκτείνεται προς νότον.
Ο πρόεδρος της Μπουρκίνα Φάσο, ο Ροκ Μαρκ Κριστιάν Καμπορέ, υπογράμμισε ότι η απειλή «διαπερνά τα σύνορα» ότι «καμιά χώρα δεν είναι προστατευμένη», ότι «η κλιμάκωση της βίας έχει προκαλέσει ανθρωπιστική κρίση χωρίς προηγούμενο στο Σαχέλ», και ότι «σχολεία και υποδομές υγείας έχουν κλείσει» στη χώρα του.
Τουλάχιστον τριάντα πολίτες της Μπουρκίνα Φάσο σκοτώθηκαν σε επιθέσεις οι οποίες αποδόθηκαν σε τζιχαντιστές αυτή την εβδομάδα.
Η δημιουργία μιας νέας πολυεθνικής δύναμης (στην οποία σχεδιάζεται να συνεισφέρουν συνολικά 5.000 άνδρες η Μαυριτανία, το Μαλί, η Μπουρκίνα Φάσο, ο Νίγηρας και το Τσαντ) βρισκόταν στο επίκεντρο των συζητήσεων της συνόδου. Η ιδέα για τη συγκρότηση αυτής της δύναμης, την οποία προώθησε η Γαλλία, θα επιτρέψει να αντικατασταθούν οι δυνάμεις του γαλλικού στρατού, που διεξάγουν στο Σαχέλ την επιχείρηση Μπαρχάν (4.500 στελέχη) από το 2014. Ένας από τους λόγους είναι πως τα αποτελέσματα που έχει φέρει μέχρι τώρα η δράση της G5 είναι πενιχρά, σύμφωνα με αναλυτές.
Η MINUSMA (σ.σ. η αποστολή του ΟΗΕ για τη σταθεροποίηση του Μαλί, διαθέτει 13.000 άνδρες) και η G5 Σαχέλ δεν φθάνουν. Χρειαζόμαστε μέσα συντονισμού μεγαλύτερα και αποτελεσματικότερα», έκρινε ο πρόεδρος της Ακτής Ελεφαντοστού, ο Αλασάν Ουαταρά.
Στα συμπεράσματα της συνόδου, η Cédéao παροτρύνει εξάλλου τα Ηνωμένα Έθνη να τροποποιήσουν την εντολή της MINUSMA επί το «επιθετικότερο», να της «επιτρέψουν να αγωνιστεί εναντίον της τρομοκρατίας», όπως το έθεσε ο Ισούφου.
Η διεθνής κοινότητα, πρόσθεσε ο πρόεδρος του Νίγηρα, έχει «καθήκον» να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της κρίσης στο Σαχέλ, καθώς αυτή ευθύνη «για την κρίση στη Λιβύη» και «δεν μπορεί να αποστρέφει το βλέμμα, οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες της».
Η Cédéao θα ζητήσει εξάλλου από την Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο οι δαπάνες για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών να «θεωρηθούν ως επενδύσεις», καθώς και από χρηματοδότες στον δυτικό και στον αραβικό κόσμο να συμβάλλουν στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
Η στρατιωτική πτυχή του αγώνα εναντίον των τζιχαντιστών είναι σημαντική αλλά όχι η μόνη, θεωρεί η Cédéao, αλλά θα είναι «μάταιη χωρίς διαρκή, δίκαιη οικονομική ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς», κατά τον πρόεδρο Καμπορέ.