Αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε μαζί με την έλευση του φθινοπώρου για τη υλοποίηση της προεκλογικής δέσμευσης της Νέας Δημοκρατίας για μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας για τις επιχειρήσεις κατά 5 μονάδες, αρχής γενομένης το επόμενο έτος.
Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες από κυβερνητικούς κύκλους, η εφαρμογή του εν λόγω μέτρου τοποθετείται πλέον σε ορίζοντα 5ετίας, δηλαδή για το διάστημα 2021-2024. Με άλλα λόγια, το 2024 το μη μισθολογικό κόστος θα έχει πέσει από το 41% που είναι σήμερα στο 37%.
Η μείωση αυτή θα συντελεσθεί σταδιακά και συγκεκριμένα, σύμφωνα με στελέχη των Ταμείων τα οποία έχουν εμπλακεί στην προετοιμασία μιας εξειδικευμένης πρότασης επ’ αυτού από πλευράς κυβέρνησης, θα “τρέξει” με ρυθμό 5 ισόποσων μειώσεων της τάξεως του 1% κάθε χρόνο. Αυτό προβλέπει το βασικό σενάριο. Ωστόσο, δεν αποκλείεται να “τρέξει” κλιμακωτά, ξεκινώντας το 2021 με μια μείωση της τάξης 0,5%-0,75% και αυξανόμενη το 2022 λίγο περισσότερο (π.χ. 0,75%-1%), το 2023 κατά 1,25%-1,5% μέχρι να “συμπληρωθεί” ο στόχος της μείωσης των 5 μονάδων, σύμφωνα με ένα άλλο σενάριο.
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν πως το πιθανότερο σενάριο προβλέπει πως η μείωση αυτή θα μοιρασθεί μεταξύ των εργοδοτών και εργαζομένων. Έτσι, θα μειωθούν τόσο οι εργοδοτικές εισφορές όσο και οι εργατικές εισφορές. Εκείνο που δεν έχει ακόμα ξεκαθαρισθεί είναι ποιο θα είναι το “μερίδιο” της μείωσης των εργοδοτικών εισφορών και ποιο θα είναι το “μερίδιο” της μείωσης των εργατικών εισφορών.
Για παράδειγμα, έστω ότι το 2021 αποφασισθεί μείωση των εισφορών κατά 1 μονάδα. Έτσι, συνολικά, οι εισφορές θα πέσουν από το 41% (εργοδοτικές 25%, εργατικές 16%) που είναι σήμερα στο 40%.
Εκείνο που δεν έχει ακόμα “κλειδώσει” είναι αν η μείωση αυτή θα μοιρασθεί εξίσου μεταξύ εργοδοτικών και εργατικών εισφορών (δηλαδή θα μειωθούν κατά 0,5% οι εργοδοτικές και 0,5% οι εργατικές) ή αν θα μειωθούν περισσότερο οι εργοδοτικές (π.χ. κατά 0,7%) και λιγότερο οι εργατικές εισφορές (π.χ. 0,3%). Σε κάθε περίπτωση, επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, κερδισμένοι θα είναι τόσο οι εργοδότες, όσο και οι εργαζόμενοι.
Η μείωση των εργοδοτικών εισφορών π.χ. κατά 0,7% θα ισοδυναμεί με αντίστοιχη αύξηση στη ρευστότητά τους. Η μείωση των εργατικών εισφορών π.χ. κατά 0,3% θα ισοδυναμεί με αντίστοιχη αύξηση των καθαρών αμοιβών τους.
Αναλυτές τονίζουν στο Capital.gr πως η μείωση του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις μπορεί να “μεταφρασθεί” σε αύξηση των επενδύσεων, προσλήψεων, αλλά και σε μεγαλύτερη συνέπεια σε σχέση με τις υποχρεώσεις τους προς το δημόσιο και τις τράπεζες.
Παράλληλα, σημειώνουν οι ίδιες πηγές, η αύξηση των καθαρών αμοιβών των εργαζομένων θα οδηγήσει σε αύξηση της κατανάλωσής τους, της εγχώριας ζήτησης (τονώνοντας έτσι και το ΑΕΠ), ακόμα και της αποταμίευσής τους.
Αυτό σημαίνει, τονίζουν ειδικοί σε θέματα απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλισης, πως οι όποιες απώλειες στα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές (υπολογίζονται γύρω στα 500 εκατ. ευρώ ετησίως αν μειωθούν οι εισφορές κατά 1 μονάδα το 2021) θα μπορούσαν να αντισταθμισθούν εν μέρει, τουλάχιστον, από την αύξηση των εισπράξεων από ασφαλιστικές κρατήσεις λόγω της αναμενόμενης αύξησης του πλήθους των εργαζομένων. Και αυτό γιατί το χαμηλότερο μη μισθολογικό κόστος εργασίας μπορεί να αποτελέσει κίνητρο προσλήψεων.
Εξάλλου, η σχεδιαζόμενη μείωση του ύψους των εισφορών θα συντελεσθεί σε συνθήκες μείωσης της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων, ενισχύοντας -όπως προσδοκούν αρμόδιοι κυβερνητικοί κύκλοι- την πρωτοβουλία τους για αύξηση του προσωπικού τους και έτσι του συνολικού πλήθους των αμειβομένων στην οικονομία, δηλαδή της “δεξαμενής” των εισφορών.