Περίπου 60.000 θέσεις εργασίας έχουν χαθεί από την αρχή του έτους στον τραπεζικό κλάδο, η συντριπτική πλειονότητα στην Ευρώπη, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg. Η ευρωπαϊκή οικονομία επιβραδύνεται σταθερά από τα μέσα του 2018, η τραπεζική αγορά είναι κατακερματισμένη, η κερδοφορία των ευρωπαϊκών τραπεζών πολύ χαμηλή, ενώ επιπλέον έχουν να αντιμετωπίσουν και τα αρνητικά επιτόκια δανεισμού που τους κόστισαν το 2018 περίπου 7,4 δισ. ευρώ.
Από τις 58.200 απολύσεις που καταγράφονται σε τράπεζες από την αρχή του έτους, οι 52.424 προέρχονται από ευρωπαϊκές τράπεζες, σύμφωνα με στοιχεία από εταιρικές ανακοινώσεις και από εργατικά συνδικάτα που συγκέντρωσε το Bloomberg. Περίπου 2.500 απολύσεις έγιναν στη Βόρεια Αμερική και στη Μέση Ανατολή και περίπου 500 στην Ασία. Μόλις την περασμένη εβδομάδα η γερμανική Commerzbank, η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας, ανακοίνωσε 4.300 νέες απολύσεις στο πλαίσιο προσπάθειας αναδιάρθρωσής της που έχει ξεκινήσει πριν από τρία έτη. Τις περισσότερες απολύσεις, 18.000, έχει ανακοινώσει μακράν η Deutsche Bank, η μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας, η οποία επίσης προσπαθεί να αναδιαρθρώσει τη δομή της τα τελευταία χρόνια, στην προσπάθειά της να επιστρέψει στην κερδοφορία. Σημαντικές είναι οι απώλειες θέσεων εργασίας και στην Ισπανία, με τη Santander να έχει ανακοινώσει 5.400 απολύσεις και την Caixabank ακόμη 2.000. Καθόλου λίγες δεν είναι οι απολύσεις που έχουν ανακοινώσει βρετανικές τράπεζες, 4.000 η HSBC και 3.000 η Barclays. Τα στοιχεία αυτά αναδεικνύουν πόσο αδύναμη είναι σε αυτή τη φάση η ευρωπαϊκή τραπεζική βιομηχανία, η οποία μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση εμφανίζει σταθερά πολύ χαμηλότερα κέρδη από τις αμερικανικές τράπεζες.
Οι γερμανικές τράπεζες λειτουργούν σε πολύ ανταγωνιστικό περιβάλλον, καθώς στη χώρα δραστηριοποιούνται περισσότερες από 1.000 τράπεζες, μακράν οι περισσότερες απ’ ό,τι σε κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ομοσπονδίας (EBF). Η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη προβλέπεται να διαμορφωθεί μόλις στο 1,2% το 2019, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ είναι σταθερά πιο χαμηλή απ’ ό,τι στις ΗΠΑ μετά την κρίση, με εξαίρεση το 2017. Η επιβολή αρνητικών επιτοκίων δανεισμού από την ΕΚΤ από το 2014, περιόρισε τα έσοδα των ευρωπαϊκών τραπεζών από τον δανεισμό. Και ενώ το δεύτερο εξάμηνο του 2018 οι τραπεζίτες και γενικότερα οι επενδυτές περίμεναν ότι το 2019 θα αποδειχθεί έτος αύξησης των επιτοκίων δανεισμού από την ΕΚΤ, η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου και η αβεβαιότητα που προκαλεί το Brexit έπληξαν τις ευρωπαϊκές εξαγωγές και διέψευσαν τις προβλέψεις της κεντρικής τράπεζας περί ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας το δεύτερο εξάμηνο του έτους.