Συναινετικές λύσεις φιλικού διακανονισμού, με σκοπό την οριστική διευθέτηση του χρέους του δανειολήπτη, αλλά και λύσεις όπως η εθελοντική παράδοση ή η πώληση του ακινήτου και η αναζήτηση νέας κατοικίας για λογαριασμό του οφειλέτη, επιχειρεί να εισάγει στην ελληνική αγορά η UCI, που αποτελεί joint venture της Banco Santander και της BNP Paribas. Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας, Αρη Αρβανιτάκη, τα κόκκινα δάνεια που θα αναλάβουν οι εταιρείες διαχείρισης θα φτάσουν σταδιακά, μέσω των πωλήσεων και των τιτλοποιήσεων στις οποίες προχωρούν οι τράπεζες, στα 50 δισ. ευρώ τα προσεχή χρόνια, δημιουργώντας μια νέα αγορά, που μοιραία θα μετασχηματιστεί.
– Οι τράπεζες μείωσαν σημαντικά το απόθεμα των κόκκινων δανείων από το υψηλό των 108 δισ. ευρώ και ένα σημαντικό τμήμα πωλήθηκε και έχει περάσει στα χέρια των εταιρειών διαχείρισης. Πώς θα επιτευχθεί η εξυγίανση αυτών των δανείων από τις εταιρείες διαχείρισης και ποια είναι τα πρώτα αποτελέσματα της αλλαγής στη διαχείρισή τους;
– Πράγματι οι τράπεζες μείωσαν σημαντικά το απόθεμα των κόκκινων δανείων και, με βάση τα πρόσφατα στοιχεία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μειώθηκαν κάτω από τα 80 δισ. ευρώ. Το γεγονός αυτό από μόνο του δεν σημαίνει ότι τα κόκκινα δάνεια έχουν τα ίδια εξυγιανθεί. Οι ίδιοι πελάτες, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, συνεχίζουν να οφείλουν, απλά σε διαφορετικό νομικό πρόσωπο.
Τα δύο προηγούμενα χρόνια, οι συστημικές τράπεζες ολοκλήρωσαν πάνω από 10 πωλήσεις χαρτοφυλακίων NPEs συνολικής αξίας 13 δισ. ευρώ και νέα διεθνή funds εκδήλωσαν ενδιαφέρον να τοποθετηθούν στη δευτερογενή αγορά των κόκκινων δανείων στην Ελλάδα. Μέσα στα επόμενα 1-2 χρόνια θα μιλάμε για μια αγορά συνολικά άνω των 50 δισ. ευρώ οφειλών του χρηματοπιστωτικού τομέα, που θα έχει δημιουργηθεί μέσω πωλήσεων ή τιτλοποιήσεων σε funds τα οποία θα αναθέσουν τη διαχείρισή τους σε εξειδικευμένες εταιρείες.
Η σημαντική διαφοροποίηση που υπάρχει σε σχέση με τις τράπεζες είναι η ευελιξία που διαθέτουν οι εταιρείες διαχείρισης σε λύσεις και προτάσεις προς τους δανειολήπτες, τις οποίες δεν συνηθίζουν να προτείνουν τα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς υπάρχει ο λεγόμενος ηθικός κίνδυνος (moral hazard), που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη συμπεριφορά αποπληρωμής σε υγιή χαρτοφυλάκια. Λύσεις όπως οι φιλικοί διακανονισμοί, η εθελοντική παράδοση ακινήτων έναντι του υπολειπόμενου δανείου, η διαδικασία εθελοντικής πώλησης του ακινήτου και στη συνέχεια η ρύθμιση των υπόλοιπων οφειλών και άλλες, βοηθούν τους οφειλέτες στην αποπληρωμή των δανείων τους καθώς και στη συνολική ρύθμιση των οφειλών τους.
Οι δανειολήπτες κατά κανόνα είναι πρόθυμοι να ακούσουν τις προτάσεις των εταιρειών διαχείρισης, καθώς έχουν κάτι νέο να προσφέρουν, που θα δώσει λύση στο πρόβλημά τους. Σημαντικό είναι επίσης να προσφέρεται μια ολοκληρωμένη λύση στο σύνολο των οφειλών τους, από όλες τις τράπεζες, και να μην αντιμετωπίζονται από καθεμία τράπεζα ξεχωριστά. Οι τράπεζες έχουν διαρκή συνεργασία προς αυτή την κατεύθυνση και το ίδιο κάνουν πλέον και οι εταιρείες διαχείρισης, στο πλαίσιο και του νόμου για την προστασία της πρώτης κατοικίας.
– Στην ελληνική αγορά δραστηριοποιούνται ήδη 20 εταιρείες διαχείρισης, αλλά η πίτα μοιράζεται κυρίως σε λίγες μεγάλες. Θεωρείτε ότι υπάρχει χώρος για έναν τόσο μεγάλο αριθμό εταιρειών ή θα οδηγηθούμε σε συγχωνεύσεις;
– Αυτή τη στιγμή στην αγορά υπάρχουν 3-4 μεγάλες εταιρείες διαχείρισης, που συγκεντρώνουν πάνω από το 80% της πίτας. Με την επερχόμενη έναρξη του σχήματος της Intrum – Πειραιώς, που θα διαχειριστεί χαρτοφυλάκια 27 δισ. ευρώ, ο ανταγωνισμός θα είναι αρκετά έντονος. Οι εταιρείες διαχείρισης θα πρέπει να φέρνουν εις πέρας το business plan που έχουν δεσμευτεί και την ίδια στιγμή να ελέγχουν το κόστος λειτουργίας τους, ενώ παράλληλα προβαίνουν σε σημαντικές επενδύσεις σε τομείς όπως η στελέχωση με το κατάλληλο εξειδικευμένο προσωπικό, η τεχνολογική υποδομή και η συνεχής εκπαίδευση του προσωπικού τους.
Πιστεύω ότι στο μέλλον θα δούμε συγχωνεύσεις, ίσως και εξαγορές μικρότερων εταιρειών, που θα δημιουργήσουν μεγαλύτερα σχήματα για να διαχειρίζονται σημαντικά χαρτοφυλάκια και να δημιουργούν οικονομίες κλίμακας. Σίγουρα θα υπάρξει ανάγκη για εξειδικευμένους παρόχους υπηρεσιών ανάλογα με την κατηγορία των δανείων –καταναλωτικά, στεγαστικά, εμπορικά, επιχειρηματικά, ναυτιλιακά–, οι οποίοι θα συνεργαστούν με τράπεζες, funds, αλλά και μεταξύ τους, ώστε να προσφέρουν αυτό που έχει ανάγκη η αγορά. Θεωρώ ότι θα εμφανιστούν σε μεγαλύτερο βαθμό συνέργειες και υποαναθέσεις μεταξύ των εταιρειών διαχείρισης σε άλλες αντίστοιχες, πιο εξειδικευμένες εταιρείες, με τη μορφή master servicer – special servicer – sub servicer και με στόχο την παροχή υψηλών υπηρεσιών και περιορισμό του κόστους διαχείρισης μέσω διαδικασιών outsourcing.
Με βάση και την ευρωπαϊκή εμπειρία, ένα φαινόμενο που επίσης θα παρατηρηθεί στο μέλλον είναι η επαναπώληση ενός χαρτοφυλακίου από ένα fund σε ένα άλλο, έπειτα από κάποια χρονική περίοδο, και η προσπάθεια ρύθμισης των οφειλών των πελατών με διαφορετικές λύσεις. Για την Ελλάδα αυτό είναι ακόμη πρώιμο, καθώς η συγκεκριμένη αγορά μετράει μόνο 2-3 χρόνια λειτουργίας.
– Η UCI ειδικεύεται στη διαχείριση των κόκκινων στεγαστικών δανείων, που είναι και το πιο ευαίσθητο τμήμα της αγοράς. Ποια είναι η πολιτική που εφαρμόζετε;
– Η UCI Hellas LMS είναι μια εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, που ιδρύθηκε το 2016 και έλαβε άδεια από την ΤτΕ. Ο σκοπός της εταιρείας είναι η διαχείριση χαρτοφυλακίων από τράπεζες και επενδυτές. Ως όμιλος, η UCI είχε παρουσία στην Ελλάδα από το 2004, που ξεκίνησε τη δραστηριότητά της ως υποκατάστημα ισπανικού πιστωτικού ιδρύματος με εξειδίκευση τη χρηματοδότηση στεγαστικών δανείων, κυρίως μέσω δικτύου κτηματομεσιτών σε φυσικά πρόσωπα, κυρίως μέσω του δικτύου κτηματομεσιτών.
Ο όμιλος UCI είναι ένα joint venture δύο τραπεζικών κολοσσών, της Banco Santander και της BNP Paribas, κατά 50% έκαστος, με παρουσία στην Ιβηρική Χερσόνησο, σε Ισπανία – Πορτογαλία, στην Ελλάδα και στη Βραζιλία, όπου διαχειρίζεται συνολικά πάνω από 11 δισ. σε στεγαστικά δάνεια. Σημαντικό κομμάτι της διαφοροποίησής μας από την υπόλοιπη αγορά είναι η βαθιά γνώση του χώρου της στεγαστικής πίστης και κατ’ επέκταση των εξειδικευμένων αναγκών στις ρυθμίσεις και οριστικές λύσεις σε στεγαστικά χαρτοφυλάκια.
Τι λύσεις προτείνει για τα στεγαστικά
– Ποιες είναι οι λύσεις που προτείνετε στους οφειλέτες στεγαστικών δανείων;
– Το γεγονός ότι ο όμιλος προέρχεται από την Ισπανία, μια χώρα που έχει αντιμετωπίσει την κρίση στη στεγαστική πίστη χρόνια πριν, μας έδωσε το πλεονέκτημα της τεχνογνωσίας και της εφαρμογής λύσεων εξειδικευμένων για τις ανάγκες ενός στεγαστικού χαρτοφυλακίου. Λόγω της προηγούμενής μας εγχώριας και διεθνούς εμπειρίας, αλλά και της εξειδίκευσης του ομίλου, η UCI εφαρμόζει ενεργά στα χαρτοφυλάκια που έχει υπό διαχείριση συναινετικές λύσεις φιλικού διακανονισμού, με σκοπό την οριστική διευθέτηση του χρέους του δανειολήπτη, χωρίς αναγκαστικά τη δικαστική οδό και αναγκαστική εκτέλεση. Σε πολλές περιπτώσεις, και ανάλογα με την κατάσταση και τη συνεργασία του δανειολήπτη, αναλαμβάνουμε μέσω των υπηρεσιών μας να του βρούμε νέα κατοικία σύμφωνα με τις υποδείξεις του, μέσω των συνεργαζόμενων μεσιτών μας, χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση για αυτόν, καλύπτοντας ακόμα και το ποσό της εγγύησης ενοικίου, και αναλαμβάνουμε τη διαδικασία και τα έξοδα της μετακόμισης στον νέο χώρο στέγασής του. Η ανάγκη ιδιαίτερου χειρισμού ενός στεγαστικού δανείου είναι δεδομένη, και στη UCI αντιμετωπίζουμε κάθε δανειολήπτη ως μοναδική περίπτωση, που θέλει εξειδικευμένη λύση στο πρόβλημά του. Η εμπειρία που έχουμε στον χώρο των μεσιτών ακινήτων, με άνω των 600 συνεργασιών με μεσίτες σε όλη την Ελλάδα, και η γνώση της πολύπλοκης διαδικασίας στην Ελλάδα, από τη στιγμή που λαμβάνεται η απόφαση για την πώληση του ακινήτου έως και την υπογραφή των συμβολαίων, είναι από τα βασικά πλεονεκτήματα που μας διαφοροποιούν από την υπόλοιπη αγορά.