Ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον επιμένει πως η χώρα θα εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ενωση στις 31 Οκτωβρίου, ό,τι και να γίνει. Η πολιτική κατάσταση στη Βρετανία είναι εκρηκτική μετά την απόφαση του Τζόνσον την περασμένη εβδομάδα να αναστείλει τη λειτουργία της Βουλής των Κοινοτήτων για πέντε εβδομάδες. Η αντιπολίτευση καταγγέλλει μεθόδευση που έχει ως στόχο να στερήσει από τους βουλευτές την ευκαιρία να καθυστερήσουν, να τροποποιήσουν ή να αποτρέψουν το Brexit. Το αποτέλεσμα των πυρετωδών πολιτικών διαδικασιών που εξελίσσονται σήμερα στη Βρετανία είναι σχεδόν αδύνατο να προβλεφθεί, ωστόσο το πολύ μικρό χρονικό περιθώριο που απομένει καθιστά όλο και πιο πιθανή την άτακτη, «χαοτική» αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Το οικονομικό και πολιτικό κόστος θα είναι βαρύ και για τις δύο πλευρές, ωστόσο για το Λονδίνο θα είναι πολύ μεγαλύτερο, καθώς θα χάσει την προνομιακή πρόσβαση που έχει σήμερα στην αγορά όπου κατευθύνεται το 48% των εξαγωγών της Βρετανίας, δηλαδή στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά. Επιπλέον, το δράμα εξελίσσεται σε μια περίοδο που η βρετανική οικονομία είναι ήδη εξασθενημένη από την αβεβαιότητα που έχει προκαλέσει το Brexit και νωρίτερα η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Αν δεν αποδεχθεί το βρετανικό κοινοβούλιο μέχρι την 31η Οκτωβρίου τη συμφωνία αποχώρησης που είχε διαπραγματευτεί με την Ε.Ε. η προηγούμενη πρωθυπουργός της Βρετανίας, Τερέζα Μέι, ή αν δεν ψηφίσει την ανάκληση του αιτήματος αποχώρησης από την Ε.Ε., τότε από την 1η Νοεμβρίου η Βρετανία θα χάσει τη χωρίς ιδιαίτερες γραφειοκρατικές διατυπώσεις και χωρίς δασμούς πρόσβαση στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά. Στη συνέχεια, η εμπορική σχέση Βρετανίας – Ε.Ε. θα διέπεται αυτομάτως από τους κανόνες για τη διεξαγωγή εμπορίου που είχαν συμφωνήσει το 1995 τα μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Πρακτικά αυτό θα σημαίνει πολύ υψηλότερους δασμούς για τις βρετανικές εξαγωγές προς την Ε.Ε. και πολύωρους ελέγχους στα λιμάνια της Βρετανίας, που θα προκαλέσουν τεράστια προβλήματα και ζημίες στις επιχειρήσεις και στους προμηθευτές τους, καθώς οι σύγχρονες εφοδιαστικές αλυσίδες βασίζονται στην ταχεία και δίχως προβλήματα μεταφορά αγαθών από χώρα σε χώρα, με το περιθώριο καθυστερήσεων να είναι ελάχιστο. Ορισμένοι Βρετανοί βουλευτές υποστηρίζουν πως το Brexit αποτελεί ευκαιρία ώστε η Βρετανία να πετύχει καλύτερες εμπορικές συμφωνίες με άλλες χώρες. Ακόμη και αν ισχύσει αυτό, πώς θα καταφέρει η Βρετανία να αντισταθμίσει την απώλεια μιας αγοράς 440 εκ. ανθρώπων όπου πουλούσε το 48% των εξαγωγών της χωρίς δασμούς και με ελάχιστη γραφειοκρατία; Η νέα πραγματικότητα θα σημαίνει πως οι εξαγωγές της Βρετανίας προς τη μεγαλύτερη και εγγύτερη γεωγραφικά αγορά θα υπόκεινται σε επιπλέον δασμούς που επιβάλλει η Ενωση σε τρίτες χώρες και σε επίπονες γραφειοκρατικές διαδικασίες που θα αυξήσουν σημαντικά το κόστος. Οι δασμοί που επιβάλλει η Ε.Ε. σε προϊόντα τρίτων χωρών, συνεπώς και στα βρετανικά εφόσον υπάρξει Brexit χωρίς συμφωνία, ανέρχονται κατά μέσον όρο στο 11,1% για αγροτικά προϊόντα, σε 15,7% για κτηνοτροφικά προϊόντα και 35,4% για γαλακτοκομικά προϊόντα. Τα αυτοκίνητα που κατασκευάζονται στη Βρετανία θα αντιμετωπίσουν δασμό 10%, που θα οδηγήσει σε αύξηση της τιμής τους στην ευρωπαϊκή αγορά κατά 3.000 ευρώ. Η Βρετανία θα πληρώσει τους 27 πρώην εταίρους της με το ίδιο νόμισμα και, σύμφωνα με προσχέδιο πρότασης, το Λονδίνο σκέφτεται να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές από την Ε.Ε.: 10% για αυτοκίνητα, 12% για είδη ένδυσης και ποσοστώσεις για εισαγωγή κρέατος.
Πλήγμα στις επενδύσεις
Η βρετανική οικονομία θα βρεθεί αποκομμένη από τη βασική της αγορά, ενώ είναι ήδη σημαντικά εξασθενημένη. Ο ρυθμός ανάπτυξής της έχει επιβραδυνθεί από το 2,9% το 2014, στο 2,3% το 2015, στο 1,8% τα δύο επόμενα έτη και στο 1,4% το 2018, σύμφωνα με στοιχεία της βρετανικής στατιστικής υπηρεσίας. Οι προβλέψεις της κυβέρνησης Κάμερον περί ύφεσης στην περίπτωση επικράτησης του Brexit στο δημοψήφισμα του 2016 έχουν πράγματι διαψευσθεί, αν και πρέπει να τονιστεί ότι το Brexit δεν έχει ακόμη συμβεί. Είναι απολύτως σαφές πως οι επενδύσεις έχουν δεχθεί πλήγμα λόγω της αβεβαιότητας που κυριαρχεί εξαιτίας του Brexit και έχουν μειωθεί τα τέσσερα τελευταία τρίμηνα (κατά 1,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2019), ενώ, σύμφωνα με πρόβλεψη της Τράπεζας της Αγγλίας, αναμένεται να συρρικνωθούν κατά 2% το 2019 και κατά 1,5% το 2020. Εφόσον υπάρξει κάποιου είδους συμφωνία με την Ε.Ε. Η στερλίνα έχει χάσει περίπου το 18% της αξίας της έναντι του δολαρίου από το δημοψήφισμα του 2016 και μετά, χωρίς όμως να ενισχυθούν οι βρετανικές εξαγωγές, όπως υποστήριζαν οι υποστηρικτές του Brexit ότι θα συνέβαινε. Τέλος, η παραγωγικότητα της βρετανικής οικονομίας δεν ανέκαμψε ποτέ μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και αυξάνεται μόλις κατά 0,5% κατά μέσον όρο μετά το 2008. Το Brexit αναμένεται πως θα επιδεινώσει αυτή την τάση, εξαιτίας της μείωσης των επενδύσεων και της έλλειψης εξειδικευμένου προσωπικού.
Στο χειρότερο σενάριο, η συρρίκνωση του βρετανικού ΑΕΠ θα φθάσει το 8%
Η Τράπεζα της Αγγλίας αναμένεται να προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων δανεισμού ώστε να υποστηρίξει την οικονομική δραστηριότητα.
Ακόμη πιο δύσκολα θα είναι τα πράγματα, σε περίπτωση Brexit χωρίς συμφωνία, για τον βρετανικό κλάδο των υπηρεσιών, ο οποίος αποτελεί το 79% της βρετανικής οικονομίας και συνεισφέρει το 45% των βρετανικών εξαγωγών, ύψους 304 δισ. ευρώ. Στη χειρότερη των περιπτώσεων, η Τράπεζα της Αγγλίας έχει προβλέψει συρρίκνωση του βρετανικού ΑΕΠ μέχρι και κατά 8% σε διάστημα ενός χρόνου. Τράπεζες και εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα, εταιρείες που προσφέρουν λογιστικές και νομικές υπηρεσίες, ακόμη και ιατρικές συμβουλές θα χάσουν την ευνοϊκή πρόσβαση στην ευρωπαϊκή κοινή αγορά και θα υποβληθούν σε νέο καθεστώς κανονιστικής συμμόρφωσης.
Αυτές οι δυσκολίες αναμένεται ότι θα οδηγήσουν ορισμένες εταιρείες να αλλάξουν έδρα και να μετεγκατασταθούν στην ηπειρωτική Ευρώπη, γεγονός που θα οδηγούσε σε πολύ σημαντική μείωση των βρετανικών εξαγωγών. Σύμφωνα με το βρετανικό think tank Centre for European Reform, οι εξαγωγές του βρετανικού χρηματοπιστωτικού τομέα (δεν περιλαμβάνονται ασφάλειες και συντάξεις) θα μειωθούν κατά 60% και αυτές νομικών, λογιστικών και άλλων εταιρειών που παρέχουν υπηρεσίες σε επιχειρήσεις θα μειωθούν κατά 10%.
Σύμφωνα με πρόσφατη εκτίμηση της Citi, σε περίπτωση Brexit χωρίς συμφωνία, τα έσοδα των βρετανικών τραπεζών θα μειωθούν μέχρι και κατά 25%, εξαιτίας της απώλειας αγορών, της επιβράδυνσης ή ύφεσης της βρετανικής οικονομίας και της μείωσης των επιτοκίων δανεισμού, που κατά πάσα πιθανότητα θα αποφασίσει η Τράπεζα της Αγγλίας ώστε να υποστηρίξει την οικονομική δραστηριότητα. Η βρετανική οικονομία έχει ήδη χάσει 67 δισ. ευρώ, τα οποία έχουν μεταφέρει οι βρετανικές ασφαλιστικές εταιρείες σε χρηματοπιστωτικά κέντρα στην ηπειρωτική Ευρώπη. Η ευρωπαϊκή κανονιστική αρχή ασφαλειών και συντάξεων έχει ήδη διατάξει κάθε ασφαλιστική εταιρεία με έδρα στη Βρετανία να μεταφέρει τα συμβόλαια Ευρωπαίων πελατών σε θυγατρικές της στην Ευρώπη. Αν νομίζατε ότι αυτές ήταν οι σοβαρότερες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει η Βρετανία σε περίπτωση άτακτου Brexit, απατάστε.
Αν δεν συναφθούν ειδικές συμφωνίες, τότε θα διαταραχθεί η προμήθεια φαρμάκων στη Βρετανία και θα απειληθούν χιλιάδες ζωές.
Παράλληλα, αν απαγορεύσει η Βρετανία την πρόσβαση Ευρωπαίων στην αγορά εργασίας της ή αν επιδεινωθεί τόσο η κατάσταση, ώστε οι Ευρωπαίοι πολίτες να μην έχουν κανένα κίνητρο να μεταβούν για εργασία στη Βρετανία, τότε το οικονομικό πλήγμα που θα δεχθεί θα είναι ακόμη πιο σκληρό.
Τέλος, ορισμένοι υποστηρικτές του Brexit ισχυρίζονται πως η αποχώρηση από την Ε.Ε. θα επιτρέψει στο Λονδίνο να συνάψει νέες εμπορικές συμφωνίες και να επωφεληθεί από αυτές. Ωστόσο, προς το παρόν το Λονδίνο κινδυνεύει να χάσει εμπορικές συμφωνίες με 71 χώρες που έχουν συνάψει προνομιακές εμπορικές συμφωνίες με την Ε.Ε., περιλαμβανομένων των Καναδά, Ιαπωνίας και Τουρκίας. Η Βρετανία διαπραγματεύεται με αυτές τις κυβερνήσεις με στόχο να εξακολουθήσουν να ισχύουν αυτές οι συμφωνίες και έχει εξασφαλίσει κάτι τέτοιο με περίπου 12 χώρες, μεταξύ των οποίων το Ισραήλ, η Νότια Κορέα και η Ελβετία.
Οσον αφορά το εμπόριο με τις υπόλοιπες χώρες, και σε αυτή την περίπτωση από την 1η Νοεμβρίου θα ισχύσουν αυτόματα οι δασμοί του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου. Για παράδειγμα, η Ιαπωνία είναι πιθανό να επιβάλει δασμούς 12% στις εισαγωγές τσαγιού και 19% στις εισαγωγές ουίσκι από τη Βρετανία.
Ο Καναδάς είναι πιθανό να επιβάλει δασμό 6,1% στις εισαγωγές αυτοκινήτων από τη Βρετανία.