Δημήτρη Κατσαγάνη
Μια νέα ”αρχιτεκτονική” στις συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ εργαδοτών και εργαζομένων προκύπτει από τις διατάξεις τις οποίες προτείνει ο Υπουργός Εργασίας, κ. Γιάννης Βρούτσης, στο αναπτυξιακό νομοσχέδιο, το οποίο ήλθε σε δημόσια διαβούλευση την περασμένη εβδομάδα.
Στα θεμέλιά της -όπως σχολιάζουν αναλυτές στο Capital.gr- βρίσκεται η ενίσχυση της αυτονομίας των συμβάσεων εργασίας στις επιχειρήσεις απέναντι στις εθνικές και τοπικές κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας και, ταυτόχρονα, η διασφάλιση της αντιπροσωπευτικότητας των συμβάσεων αυτών. Το εν λόγω νομοσχέδιο, το οποίο προωθεί η νέα κυβέρνηση, αναμένεται να κατατεθεί στη Βουλή στο τελευταίο δεκαήμερο του τρέχοντος μηνός και να ψηφισθεί προς το τέλος του ίδιου μήνα-αρχές του επόμενου.
Συνεπώς, οι παρεμβάσεις Βρούτση στο εργασιακό θα τεθούν σε ισχύ από τον ερχόμενο Οκτώβριο και αντικειμενικά θα αφορούν πάνω από 2 εκατομμύρια μισθωτών σε πάνω από 200.000 ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Πιο αναλυτικά, τρία είναι τα βασικά χαρακτηριστικά των προωθούμενων αλλαγών:
1. Οι όροι εργασίας των απασχολούμενων σε ορισμένες επιχειρήσεις (π.χ. Νομικά Πρόσωπα, επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, επιχειρήσεις με σοβαρά οικονομικά προβλήματα) μπορούν να εξαιρούνται από τους όρους των συλλογικών συμβάσεων του κλάδου στον οποίο δραστηριοποιούνται.
2. Οι εθνικές συλλογικές συμβάσεις δεν θα υπερισχύουν έναντι των τοπικών συλλογικών συμβάσεων ενός κλάδου.
3. Προωθείται η διασφάλιση της ”αντιπροσωπευτικότητας” των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων (σ.σ.: χωρίς την οποία δεν μπορεί να είναι υποχρεωτική η ισχύς τους στα μη μέλη των κλαδικών εργοδοτικών οργανώσεων) μέσα από τη σύσταση Μητρώου Μελών τόσο για τις εργοδοτικές, όσο και για τις εργατικές ενώσεις.
Τι ισχύει σήμερα
Αντίθετα, με βάση τα δεδομένα που έφεραν οι παρεμβάσεις της προηγούμενης κυβέρνησης (ΣΥΡΙΖΑ), από τον Αύγουστο του 2018 και έπειτα ισχύουν τα εξής:
-Καμία επιχείρηση, υπό κανέναν ”ειδικό” όρο, δεν μπορούσε να εξαιρεθεί από τους όρους μιας κλαδικής συλλογικής σύμβασης από τη στιγμή που αυτή κριθεί επεκτάσιμη, δηλαδή υποχρεωτική.
-Οι εθνικές κλαδικές συμβάσεις υπερισχύουν των τοπικών κλαδικών συμβάσεων.
-Αν και θεσπίστηκε (από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ) η ρήτρα της ”αντιπροσωπευτικότητας” (δηλ. στις επιχειρήσεις-μέλη μιας εργοδοτικής ένωσης να απασχολείται πάνω από το 50% των εργαζομένων του κλάδου προκειμένου να κατασθούν υποχρεωτικοί οι όροι μιας κλαδικής σύμβασης στα μη μέλη μιας εργοδοτικής ένωσης του ίδιου κλάδου), δεν διαμορφώθηκε, τελικώς, ένας μηχανισμός διασφάλισης αυτής της ”αντιπροσωπευτικότητας”, όπως π.χ. με τα ”Μητρώα” τα οποία εισηγείται η κυβέρνηση της ΝΔ, όπως σχολιάζουν κύκλοι της στο Capital.gr.
Αναλυτικά οι προτεινόμενες παρεμβάσεις
Συγκεκριμένα, οι διατάξεις Βρούτση, χαρακτηριστικά, προβλέπουν -επίσης για ειδικές περιπτώσεις- πως ”η εθνική κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση δεν υπερισχύει αντίστοιχης τοπικής”.
Επίσης, προβλέπεται η “κατ’ εξαίρεση” στις περιπτώσεις επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βρίσκονται σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή συνδιαλλαγής ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή οικονομικής εξυγίανσης. Η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει της κλαδικής, εφόσον στην κλαδική δεν προβλέπονται εξαιρέσεις από την εφαρμογή των όρων της.
Αυτό σημαίνει, όπως εξηγούν στο Capital.gr στελέχη του Υπ. Εργασίας, πως οι όροι μιας τοπικής συλλογικής σύμβασης σε έναν κλάδο της οικονομίας μπορούν να διαφοροποιούνται -είτε προς το ευμενέστερο, είτε προς το δυσμενέστερο- για τους εργαζομένους σε σχέση με τους όρους της εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας στον ίδιο κλάδο.
Παράλληλα, οι ίδιες διατάξεις δίδουν τη δυνατότητα ”εξαίρεσης” των όρων (για παράδειγμα, μισθολογικών) των απασχολούμενων σε ορισμένες επιχειρήσεις από τους όρους που προβλέπει η εθνική και τοπική συλλογική σύμβαση του ίδιου κλάδου.
‘Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο νομοσχέδιο που βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση, “οι εθνικές και τοπικές ομοιοεπαγγελματικές και κλαδικές συλλογικές συμβάσεις είναι δυνατόν να θεσπίζουν ειδικούς όρους ή να εξαιρούν από την εφαρμογή συγκεκριμένων όρων τους εργαζομένους που απασχολούνται σε ειδικής κατηγορίας επιχειρήσεις”.
Μεταξύ αυτών των επιχειρήσεων ”ειδικής κατηγορίας”, οι οποίες μπορούν να εξαιρεθούν τόσο από τις εθνικές κλαδικές όσο και από τις τοπικές κλαδικές συμβάσεις ή να διατυπώνονται σε αυτές τις συμβάσεις ”ειδικοί όροι” για αυτές, αναφέρονται οι ακόλουθες :
*”Οι επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας”,
*”Νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού”,
*”Επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα, όπως κατ’ εξοχήν επιχειρήσεις σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή συνδιαλλαγής ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή εξυγίανσης”.
Σ’ ό,τι αφορά τις διατάξεις περί σύστασης Μητρώου Μελών των εργοδοτικών και εργατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων, προβλέπουν πως “στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δημιουργείται Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕ.ΜΗ.Σ.Ο.Ε.), στο οποίο τηρούνται τα ακόλουθα στοιχεία : α) το καταστατικό της συνδικαλιστικής οργάνωσης και οι τυχόν τροποποιήσεις αυτού, καθώς και η τυχόν πράξη διάλυσής της, β) ο αριθμός των μελών της συνδικαλιστικής οργάνωσης που έλαβαν μέρος στις εκλογές για ανάδειξη διοίκησης, γ) η σύνθεση των οργάνων διοίκησης αυτής, δ) η έδρα της συνδικαλιστικής οργάνωσης και στοιχεία επικοινωνίας και ε) οι οικονομικές της καταστάσεις, εφόσον υφίστανται κρατικές ή συγχρηματοδοτούμενες πηγές χρηματοδότησης στην ίδια την οργάνωση ή στις συνδεδεμένες με αυτή οντότητες”.
Στο ίδιο Υπουργείο, επίσης, ”δημιουργείται Γενικό Μητρώο Οργανώσεων Εργοδοτών (ΓΕ.ΜΗ.Ο.Ε.), στο οποίο εγγράφονται υποχρεωτικά όλες οι οργανώσεις εργοδοτών και στο οποίο τηρούνται τα ακόλουθα στοιχεία: α) το καταστατικό της οργάνωσης εργοδοτών και οι τυχόν τροποποιήσεις αυτού καθώς και η τυχόν πράξη διάλυσής της, β) ο αριθμός των μελών της οργάνωσης εργοδοτών που έλαβαν μέρος στις εκλογές για ανάδειξη διοίκησης, γ) η σύνθεση των οργάνων διοίκησης αυτής, δ) η έδρα της συνδικαλιστικής οργάνωσης και στοιχεία επικοινωνίας, ε) ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολεί κάθε μέλος της εργοδοτικής οργάνωσης και στ) οι οικονομικές της καταστάσεις, εφόσον υφίστανται κρατικές ή συγχρηματοδοτούμενες πηγές χρηματοδότησης στην ίδια την οργάνωση ή στις συνδεδεμένες με αυτή οντότητες”.