Αναλογιστική μελέτη θα πρέπει –πιθανότατα- να προηγηθεί πριν από οποιαδήποτε κυβερνητική παρέμβαση στις επικουρικές συντάξεις, στη βάση της περίληψης των αποφάσεων του ΣτΕ σε σχέση με τη συνταγματικότητα του νόμου Κατρούγκαλου.
Αυτό αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές του Capital.gr σε αρμόδιους κύκλους των ταμείων, επισημαίνοντας πως ο λόγος για τον οποίο το ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματικές τις διατάξεις του ν. Κατρούγκαλου για τον “επανυπολογισμό – αναπροσαρμογή” (σ.σ. μείωση) των επικουρικών συντάξεων από την 1η/6/2016, τον “αυτόματο μηχανισμού εξισορροπήσεως” αλλά και την “αύξηση των εισφορών για την επικουρική σύνταξη” (σ.σ. από 6% στο 7%) ήταν ότι “δεν εκπονήθηκε αναλογιστική μελέτη που να τεκμηριώνει τη βιωσιμότητα του κλάδου επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ“.
Με άλλα λόγια, όπως ερμηνεύουν οι ίδιοι κύκλοι τις εν λόγω δικαστικές αποφάσεις, πριν τις όποιες κυβερνητικές παρεμβάσεις στις επικουρικές συντάξεις αλλά –πιθανόν- και τις εισφορές, πρέπει, μάλλον, να προηγηθεί η σύνταξη μίας αναλογιστικής μελέτης η οποία να κρίνει τη βιωσιμότητα του επικουρικού κλάδου.
Με βάση τα συμπεράσματα της μελέτης αυτής, θα αποφασίσει η κυβέρνηση για το αν και ποιες πρέπει να είναι οι παρεμβάσεις (πχ αυξήσεις στις επικουρικές συντάξεις που κόπηκαν το 2016) της στο επικουρικό από εδώ και στο εξής, δεδομένου ότι οι αποφάσεις του ΣτΕ δεν έχουν αναδρομική ισχύ.
Σημειώνεται μάλιστα, από τους ίδιους κύκλους πως αυτές οι παρεμβάσεις δεν θα πρέπει, ίσως, να αφορούν μόνο στις 250.000 συντάξεις που “αναπροσαρμόστηκαν” (δηλ. εκείνες που αφού “επανυπολογίστηκαν”, κόπηκαν έως σχεδόν 50%) από τον Ιούνιο του 2016, αλλά και τις 750.000 που “επανυπολογίστηκαν” αλλά δεν κόπηκαν λόγω του πλαφόν “προστασίας” των 1300 ευρώ (άθροισμα κύριας και επικουρικής), διατηρώντας την (αρνητική) “προσωπική διαφορά τους”.
Η εξοικονόμηση από τις περικοπές που έγιναν τον Ιούνιο του 2016 σε 250.000 επικουρικές συντάξεις ανήλθε σε τουλάχιστον 300 εκατ. ευρώ, ενώ το κόστος της “προσωπικής διαφοράς” 750.000 συντάξεων που δεν κόπηκαν (αν και επανυπολογίστηκαν) ανέρχεται σε 650- εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Ωστόσο, η θέσπιση του “μηχανισμού εξισορρόπησης” στο επικουρικό (παράλληλα με τον επανυπολογισμό των συντάξεων) αποτέλεσε έκτοτε τη “δαμόκλεια σπάθη” ενδεχόμενων περικοπών και στις επικουρικές 750.000 που “διασώθηκαν” το 2016, επισημαίνουν οι ίδιες πηγές.
Εξάλλου, η εξοικονόμηση που έγινε από την αύξηση των εισφορών υπέρ της επικουρικής (από 6% στο 7%) έφτασε τα 365 εκατ. ευρώ. Δεδομένου ότι ήδη μειώθηκαν 0,5% οι εν λόγω εισφορές (1/7/2019), το κόστος παραπέρα μείωσης τους κατά 0,5% , θα ανερχόταν σε 180 εκατ. ευρώ.
Συνεπώς το δυνάμει δημοσιονομικό κόστος μίας – χωρίς τους όρους μίας αναλογιστικής μελέτης- αποκατάστασης του θεσμικού πλαισίου που ίσχυσε στο επικουρικό προ του Ιουνίου 2016 ξεκινά από τα περίπου 300 εκατ. ευρώ και μπορεί να φτάσει στα 1,1 δισ. ευρώ. Ανοιχτό επίσης, βάσει της περίληψης των αποφάσεων του ΣτΕ, το ζήτημα της δυνατότητας κρατικής επιχορήγησης του ΕΤΕΑΕΠ, κάτι το οποίο καταργήθηκε από το 2016 .
Το ποσό του δυνάμει κόστους ακύρωσης του ν. Κατρούγκαλου στο επικουρικό αντιστοιχεί στο 1/3 της ετήσιας δαπάνης για επικουρικές συντάξεις (1,1 δισ. ευρώ έναντι 3,4 δισ. ευρώ).
Οι ίδιες πηγές επισημαίνουν πως η σύνταξη αυτής της μελέτης δεν μπορεί να γίνει σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Εξάλλου, το ΣτΕ αφήνει ένα “παράθυρο” εξάμηνης προσαρμογής. Όπως επισημαίνεται πως “κατά τη γνώμη επτά μελών με αποφασιστική ψήφο, το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια να καθορίσει σε εξαιρετικές περιπτώσεις χρόνο επελεύσεως των συνεπειών της ακυρώσεως μεταγενέστερο και από την ημερομηνία δημοσιεύσεως της ακυρωτικής απόφασης (….) στην προκειμένη δε περίπτωση, εν όψει του επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος να υφίσταται νόμιμο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης, οι συνέπειες της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων του ν. 4387/2016 (σ.σ. νόμου Κατρούγκαλου) πρέπει να επέλθουν έξι μήνες μετά την δημοσίευση της 1889/2019 αποφάσεως, προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στο νομοθέτη, αφού λάβει γνώση του σκεπτικού της ακυρωτικής απόφασης, να προβεί σε νέα, σύμφωνη με το Σύνταγμα, ρύθμιση του ζητήματος που αφορούν οι κριθείσες ως αντισυνταγματικές διατάξεις”.
Έτσι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, η κυβέρνηση ενδεχομένως να έχει το περιθώριο να θέσει σε εφαρμογή τις όποιες αποφάσεις της σε σχέση με το επικουρικό (συντάξεις, εισφορές) έως το Μάρτιο του 2020, δηλαδή έως έξι μήνες μετά τον τρέχοντα μήνα, οπότε αναμένεται δημοσίευση των τελικών αποφάσεων του ΣτΕ.