Οι κινητές εφαρμογές (εφεξής, στα πλαίσια της παρούσης, «εφαρμογές») χρησιμοποιούνται ευρέως σε όλο τον κόσμο, κρατώντας ένα δυναμικό και κυρίαρχο ρόλο στην αγορά κινητής τηλεφωνίας.
Καθώς ο αριθμός των συνδρομητών έξυπνων συσκευών συνεχίζει να αυξάνεται, οι χρήστες γνωρίζουν και γοητεύονται από τον ισχυρό εικονικό κόσμο και οι δυνατότητες των κινητών εφαρμογών πολλαπλασιάζονται.
Τα smartphones αντιπροσώπευαν περίπου το 75% του συνόλου των κινητών τηλεφώνων που πωλήθηκαν κατά το 3ο τρίμηνο 2015, σε σύγκριση με περίπου 70% που πωλήθηκαν κατά τη διάρκεια του 3ου τριμήνου του 2014 (Ericsson Mobility Report, 11/2015) και το 89% του χρόνου που δαπανάται από τους χρήστες σε μέσα (media) είναι μέσω κινητών εφαρμογών (Nielsen, Cross Platform Report 4th Quarter 2014).
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εφαρμογών (μεγάλη ποικιλία, υψηλή λειτουργικότητα, χαμηλό κόστος, διαθέσιμες για δωρεάν και εύκολο «κατέβασμα» και εύκολη χρήση με ένα απλό άγγιγμα στην οθόνη) συνέβαλαν στην ραγδαία αυξανόμενη δημοτικότητα τους, η οποία είναι αντιστρόφως ανάλογη με τις ανησυχίες που οι χρήστες έχουν σε σχέση με τις διάφορες έννομες συνέπειες & τους κινδύνους που σχετίζονται με τα τεχνικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά τους.
Η νομική θεωρία και βιβλιογραφία δεν έχει προβεί ακόμη σε μια συστηματική και σταθερή προσέγγιση των προκλήσεων που σχετίζονται με τις εφαρμογές. Έτσι, η ασφάλεια δικαίου παραμένει ένα κρίσιμο ζήτημα τόσο για τους νομοθέτες και τους δικαστές, όσο και για τους δικηγόρους και τους βασικούς παράγοντες στην αγορά εφαρμογών.
Το ερευνητικό αυτό έργο αποσκοπεί να διαφωτίσει τις ασαφείς νομικές πτυχές των εφαρμογών, έχοντας θέσει ως κύριο στόχο την επίτευξη και ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου και της εμπιστοσύνης.
Χωρίς ενιαίο νομικό εργαλείο που θέτει σαφείς και κατανοητούς κανόνες για τα νομικά ζητήματα που σχετίζονται με εφαρμογές, υιοθετείται μια δυναμική και καινοτόμος μεθοδολογία που συνδυάζει τη νομική και τεχνολογική θεώρηση λαμβάνοντας υπόψη τα νομικά πλαίσια, τη νομολογία και τις πρακτικές στην Ελλάδα, την ΕΕ και τις ΗΠΑ.