Δημοσιεύθηκε η επικαιροποποιημένη Πολιτική διακήρυξη για τον καθορισμό του πλαισίου της μελλοντικής σχέσης μεταξύ ΕΕ και Ηνωμένου Βασιλείου
Δημοσιεύθηκε πριν λίγο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η επικαιροποποιημένη Πολιτική διακήρυξη για τον καθορισμό του πλαισίου της μελλοντικής σχέσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η διακήρυξη έχει στο επίκεντρο τα χαρακτηριστικά μίας “περιεκτικής και ισορροπημένης” συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ των δύο μερών.
Μεταξύ των διάφορων σημείων της διακήρυξης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το σκέλος για τα προσωπικά δεδομένα.
Σύμφωνα με τη διακήρυξη, η συμφωνία των δύο μερών θα πρέπει να στηρίζεται σε μακροχρόνιες δεσμεύσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα των ατόμων, συμπεριλαμβανομένης της συνέχισης της προσχώρησης και της εφαρμογής της ΕΣΔΑ και την επαρκή προστασία των προσωπικών δεδομένων, τα οποία είναι και οι δύο βασικές προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν τη συνεργασία που προβλέπεται από τα συμβαλλόμενα μέρη.
Προστασία δεδομένων
Στη διακήρυξη αναφέρεται χαρακτηριστικά:
Λόγω της σημασίας των ροών δεδομένων και των διαβιβάσεων στο πλαίσιο της μελλοντικής σχέσης, τα μέρη δεσμεύονται να εξασφαλίσουν υψηλό επίπεδο προστασίας των προσωπικών δεδομένων για να διευκολύνουν αυτές τις ροές μεταξύ τους.
Οι κανόνες προστασίας δεδομένων της Ένωσης προβλέπουν ένα πλαίσιο που επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναγνωρίσει το επίπεδο προστασίας δεδομένων μία τρίτης χώρας ως επαρκές, διευκολύνοντας έτσι τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στη εν λόγω χώρα.
Βάσει αυτού του πλαισίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ξεκινήσει τις εκτιμήσεις της όσον αφορά στο Ηνωμένο Βασίλειο το συντομότερο δυνατόν μετά την αποχώρησή του, προσπαθώντας να εκδώσει αποφάσεις έως τα τέλη του 2020, αν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.
Το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να λάβει τα ίδια μέτρα εντός του ιδίου χρονοδιαγράμματος που θα εξασφαλίζουν την αντίστοιχη διευκόλυνση των διαβιβάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προς την Ένωση, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.
Η μελλοντική σχέση δεν θα επηρεάσει την αυτονομία των συμβαλλομένων σε σχέση με τους τους αντίστοιχους κανόνες προστασίας προσωπικών δεδομένων, ενώ τα μέρη θα πρέπει επίσης να λάβουν μέτρα για την κατάλληλη συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών τους.