Το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση ενός δύσκολου ζητήματος είναι να αναγνωρίσει κανείς την ύπαρξή του. Ο Μπράιαν Τσέσκι, διευθύνων σύμβουλος της Airbnb, σηκώνει τα μανίκια και εφαρμόζει σειρά μέτρων και ασφαλιστικών δικλίδων ώστε να εξοβελίσει κακόβουλους χρήστες από την πλατφόρμα. Αυτό φαντάζει ως το ελάχιστο αυτονόητο για μια εταιρεία που προετοιμάζει την εισαγωγή της στο χρηματιστήριο. Οχι όμως και για τις αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες. Ο Τσέσκι ανακοίνωσε τα μέτρα την Τετάρτη στο συνέδριο των New York Times Dealbook ως απάντηση στην ανταλλαγή πυροβολισμών που κατέληξε στον θάνατο πέντε ανθρώπων σε οικία που είχε ενοικιαστεί μέσω της εταιρείας του. Η Airbnb υπόσχεται να έχει εξακριβώσει έως τον Δεκέμβριο του 2020 την ταυτότητα του 100% των 7 εκατομμυρίων καταχωρίσεων που υπάρχουν στην ιστοσελίδα της – δηλαδή, κάθε ιδιοκτήτη και κάθε οικίας. Επιπλέον, η Airbnb θα παρέχει τηλεφωνική γραμμή βοήθειας που θα λειτουργεί ολόκληρο το εικοσιτετράωρο και θα στελεχώνεται από πραγματικούς ανθρώπους, ενώ θα αναθέσει ρόλο συμβούλου σε δύο πρώην αρχηγούς αστυνομίας. Τέλος, ο Τσέσκι αντιλαμβάνεται ότι μια τέτοια πρωτοβουλία καθιστά αναγκαία την επιθεώρηση των πιο ριψοκίνδυνων ενοικιάσεων από πραγματικούς ανθρώπους.
Με άλλα λόγια, η κερδοφορία θα υποχωρήσει, τουλάχιστον για κάποιο διάστημα. Πρόκειται για πρωτοβουλία που είναι αντίθετη με τη λογική που χαρακτηρίζει επί χρόνια τις μεγάλες αμερικανικές ιντερνετικές εταιρείες. Επιχειρήσεις όπως η Facobook και η Twitter έχουν καλλιεργήσει μη παρεμβατική προσέγγιση, χάρη στην ύπαρξη νόμου που είχε ψηφιστεί πριν από δύο δεκαετίες και προστατεύει τις τεχνολογικές πλατφόρμες από τη νομική ευθύνη για το περιεχόμενο που εμφανίζεται στις ιστοσελίδες τους. Η Facebook, για παράδειγμα, αρνείται να ελέγξει πολιτικές διαφημίσεις που περιέχουν ψεύδη, υποστηρίζοντας ότι είναι σημαντικότερη η ελευθερία του λόγου, αν και τώρα η εταιρεία Twitter αποφάσισε να μην προβάλλει πολιτικές διαφημίσεις. Η εταιρεία Uber Technologies ακολούθησε σχετικά παρόμοιο δρόμο με την Airbnb, αποφασίζοντας να ελέγξει την ταυτότητα των οδηγών της.
Από μία άποψη ο Τσέσκι είναι τυχερός. Τα τραγικά γεγονότα που επέσπευσαν την αλλαγή πολιτικής συνέβησαν πριν και όχι μετά την εισαγωγή της εταιρείας στο χρηματιστήριο, την οποία η Airbnb τοποθετεί πιθανότατα το 2020. Το να είναι κανείς περισσότερο προσεκτικός έχει κόστος. Η αύξηση των δαπανών θα θέσει ενδεχομένως σε κίνδυνο ένα άλλο ελκυστικό στοιχείο της Airbnb: Κατά τον Τσέσκι, η εταιρεία διαθέτει στην τράπεζα περισσότερα χρήματα απ’ όσα έχει αντλήσει μέχρι σήμερα από επενδυτές. Υψηλότερες δαπάνες για μισθούς ενδέχεται να περιορίσουν στο μέλλον τα κεφάλαια της εταιρείας, αλλά σε κάθε περίπτωση η πρωτοβουλία αξίζει τον κόπο. Το να διατηρεί κάποιος τακτοποιημένο το σπίτι του δεν θα έπρεπε να είναι δύσκολη απόφαση.