Με το άρθρο 226 του νέου νόμου 4635/2019 ρυθμίζονται ζητήματα αναφορικά με τους αποδεκτούς τρόπους ή μέσα πληρωμής του τιμήματος ή μισθώματος της διάταξης του Νόμου 4251/2014 για τη μόνιμη άδεια διαμονής επενδυτή μέσω απόκτησης ακινήτου (golden visa).
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, η νέα ρύθμιση, αποσκοπεί στην απάλειψη οιασδήποτε ερμηνευτικής δυσκολίας έχει ανακύψει μέχρι σήμερα σχετικά με τους αποδεκτούς τρόπους ή μέσα πληρωμής του τιμήματος ή μισθώματος της οικείας διάταξης, για την αποτελεσματικότερη και ταχύτερη διεκπεραίωση των επενδύσεων στην χώρα, που είτε θα ανακύψουν ή έχουν ήδη ανακύψει με την χρήση τραπεζικών καρτών.
Διευκρινίζεται, ότε, στον όρο «μεταφορά πίστωσης» κατά τον ορισμό 24 του άρθρου 4 του ν. 4537/2018, συμπεριλαμβάνονται και οι καταβολές ποσών, που έλαβαν χώρα με την εισροή κεφαλαίων στη χώρα μέσω ελληνικού POS, με χρέωση (πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας) του πληρωτή, όπως η έννοια αυτή έχει ερμηνευθεί από το Νομικό Συμβούλιο της Τράπεζας της Ελλάδας της 22ας Φεβρουαρίου 2019.
Η νέα ρύθμιση, καθορίζει, σύμφωνα με το πδ 81/2019, τους αρμόδιους υπουργούς για την έκδοση σχετικής κοινής υπουργικής απόφασης, ως προς τη δυνατότητα ανακαθορισμού του ύψους του τιμήματος ή μισθώματος της παρ.2 του άρθρου 20Β του ν. 4251/2014, ενώ παρέχει και την εξουσιοδότηση για την κατάρτιση καταλόγου περιοχών, για τις οποίες δύναται να απαιτείται επένδυση μεγαλύτερου ύψους, ενόψει της αξίας αυτών, όπως αποτυπώνεται κυρίως στην αντικειμενική αξία των ευρισκόμενων σε αυτές ακινήτων.
Η διάρκεια ισχύος του καταλόγου αυτού ορίζεται τουλάχιστον πενταετής προκειμένου να διαμορφωθεί ένα σταθερό επενδυτικό περιβάλλον προς εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος και ιδίως της ασφάλειας δικαίου.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Συντονιστικής Επιτροπής Συμβολαιογραφικών Συλλόγων Ελλάδος, με το άρθρο 226 Ν. 4635/2019 (167/Α/30.10.2019) με τίτλο «Επενδύω στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις», αντικαταστάθηκε η παρ. 2 του άρθρ. 20 περ. Β’ του Ν. 4251/2014 (Α΄ 80) ως εξής:
«2. Η ελάχιστη αξία της ακίνητης περιουσίας κατά το χρόνο κτήσης της, καθώς και το συνολικό συμβατικό μίσθωμα των μισθώσεων ξενοδοχειακών καταλυμάτων ή τουριστικών κατοικιών του παρόντος άρθρου, όπως αυτή προκύπτει από τις συμβολαιογραφικές πράξεις μεταβίβασης ή τις συμβάσεις μίσθωσης, αντίστοιχα, καθορίζεται σε διακόσιες πενήντα χιλιάδες (250.000) ευρώ και πρέπει να έχει καταβληθεί ολοσχερώς έως και την υπογραφή του αντίστοιχου οριστικού συμβολαίου.
Το συμφωνηθέν τίμημα ή μίσθωμα καταβάλλεται στο σύνολό του με δίγραμμη τραπεζική επιταγή σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί στην Ελλάδα ή με μεταφορά πίστωσης, κατά τον ορισμό 24 του άρθρου 4 του ν. 4537/2018 (Α’ 84), ή μέσω POS εγκατεστημένου από πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, ο οποίος λειτουργεί στην Ελλάδα, με χρέωση τραπεζικής πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας του αγοραστή, σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου που τηρείται σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, κατά τον ορισμό 11 του άρθρου 4 του v. 4537/2018, ο οποίος λειτουργεί στην Ελλάδα. Οι ως άνω τρόποι πληρωμής δύνανται να πραγματοποιηθούν και από σύζυγο ή/και από συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι β’ βαθμού του αγοραστή.
Όλες οι ανωτέρω διατάξεις καταλαμβάνουν και τις καταβολές που έχουν λάβει χώρα με τους ως άνω τρόπους πληρωμής από 1.1.2017 μέχρι σήμερα. Όλα τα ειδικότερα στοιχεία διενέργειας της πληρωμής, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των στοιχείων ταυτοποίησης πωλητή, αγοραστή, και τυχόν τρίτου πληρωτή, του αριθμού λογαριασμών πληρωμών του πληρωτή, της διεύθυνσής του, του επίσημου αριθμού προσωπικού εγγράφου του, του αναγνωριστικού αριθμού του πληρωτή ή της ημερομηνίας και του τόπου γέννησής του, του τρόπου πληρωμής και των σχετικών λογαριασμών πληρωμών χρέωσης του πληρωτή και πίστωσης του δικαιούχου, καθώς και υπεύθυνης δήλωσης του αγοραστή για την συζυγική σχέση ή τη συγγένεια με τυχόν τρίτο πληρωτή, πρέπει να δηλώνονται και να υποβάλλονται υπευθύνως από τους συμβαλλόμενους ενώπιον του συντάσσοντος το συμβόλαιο συμβολαιογράφου και να αναγράφονται σε αυτό.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Επενδύσεων και Οικονομικών, το ύψος της ως άνω ακίνητης περιουσίας μπορεί να αναπροσαρμόζεται καθώς και να καταρτίζονται κατάλογοι περιοχών της επικράτειας, με τουλάχιστον πενταετή διάρκεια, για τις οποίες δύναται να ισχύει διαφοροποίηση ως προς το ύψος της επένδυσης της άνω παραγράφου, λαμβάνοντας υπόψη στοιχεία, όπως η αναπτυξιακή στόχευση, η τουριστική ανάπτυξη, η γεωγραφική θέση καθώς και οι εμπορικές ή αντικειμενικές αξίες των ευρισκόμενων στις περιοχές αυτές ακινήτων και να ρυθμίζεται κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων».