Από τις διατάξεις των άρθρων 1871, 1872, 1882 του ΑΚ, προκύπτει ότι ο κληρονόμος δικαιούται με την περί κλήρου αγωγή να απαιτήσει από εκείνον που κατακρατεί ως κληρονόμος αντικείμενα της κληρονομιάς, την αναγνώριση του κληρονομικού του δικαιώματος και την απόδοση της κληρονομιάς ή κάποιου αντικειμένου της, ως αντικείμενα δε της κληρονομιάς, των οποίων, κατά τα ανωτέρω, την απόδοση δικαιούται να απαιτήσει ο κληρονόμος με την περί κλήρου αγωγή, θεωρούνται και εκείνα επί των οποίων ο κληρονομούμενος κατά το χρόνο του θανάτου του είχε την κυριότητα ή τη νομή ή και απλά κατοχή τους.
Στοιχεία της περί κλήρου αγωγής, η οποία παραδεκτά στρέφεται και κατά του συγκληρονόμου που νέμεται τα κληρονομιαία αντικείμενα και αξιώνει ως κληρονόμος όλη την κληρονομιά ή μεγαλύτερη μερίδα από αυτή που πραγματικά του ανήκει, είναι: α) ο θάνατος του κληρονομουμένου, β) το κληρονομικό δικαίωμα του ενάγοντος λόγω της συγγενικής του σχέσης με τον κληρονομούμενο ή από διαθήκη, γ) ότι ο κληρονομούμενος είχε στην κυριότητα ή και μόνο στη νομή ή κατοχή του κατά το χρόνο του θανάτου του τα κληρονομιαία πράγματα. Δεν αποτελεί όμως στοιχείο της βάσης της αγωγής ο τρόπος με τον οποίο ο κληρονομούμενος απέκτησε την κυριότητα, νομή ή κατοχή αυτών (ΑΠ 1500/1999), εκτός εάν ο εναγόμενος αμφισβητήσει ότι τα εν λόγω αντικείμενα είναι κληρονομιαία, οπότε ο ενάγων θα πρέπει να εκθέσει τον τρόπο με τον οποίο ο κληρονομούμενος απέκτησε την κυριότητα, νομή ή κατοχή τους και δ) ότι ο εναγόμενος κατακρατεί pro herede τα κληρονομιαία αντικείμενα, ως κληρονόμος, δηλαδή με τη βούληση αντιποίησης κληρονομικού δικαιώματος, δηλαδή ο ενάγων οφείλει να αποδείξει πράξεις ή δηλώσεις του εναγομένου, από τις οποίες να συνάγεται ότι νέμεται τα κληρονομιαία, επικαλούμενος δικό του κληρονομικό δικαίωμα. Είναι αδιάφορο, αν αυτός είναι καλής ή κακής πίστεως, αν δηλαδή πιστεύει ότι είναι πράγματι δικαιούχος του κληρονομικού δικαιώματος ή όχι (ΑΠ 340/2000).
Αυτό σημαίνει ότι, αν κάποιος κατακρατεί αντικείμενο της κληρονομιάς επικαλούμενος όχι κληρονομικό του δικαίωμα, αλλά ότι του το πώλησε ή του το δώρισε ή του το εκμίσθωσε ή του το χρησιδάνεισε ο κληρονομούμενος ή ότι το κατέλαβε αδικαιολόγητα, τότε δεν μπορεί να εναχθεί με την περί κλήρου αγωγή, αλλά μ’ αυτήν που αρμόζει στη συγκεκριμένη έννομη σχέση. Έτσι, ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι νέμεται τα κληρονομιαία αντικείμενα, χωρίς ειδικό τίτλο ή με ειδικό τίτλο (π.χ. πώληση, δωρεά κ.λ.π., αδιάφορα αν ο τίτλος είναι έγκυρος ή όχι) ή και αυθαίρετα, δηλαδή pro possessore και όχι ως κληρονόμος, αποτελεί ανεπτυγμένη άρνηση της αγωγής που ανάγεται στην παθητική του νομιμοποίηση (ΑΠ 2147/2009, 400/2009, 1500/1999), αν δε αποδειχθεί η βασιμότητα του παραπάνω ισχυρισμού η αγωγή περί κλήρου θα απορριφθεί ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης. Κατ’ αυτού ο κληρονόμος μπορεί να ασκήσει, τόσο τις ειδικές αγωγές που θα είχε ο κληρονομούμενος (π.χ. διεκδικητική αγωγή), όσο και αγωγές για την προστασία της νομής (άρθρο 983 ΑΚ), καθώς επίσης και αναγνωριστική αγωγή για το κληρονομικό του δικαίωμα (ΑΠ 729/2011). Τέλος δεν αποτελούν στοιχείο της βάσης της περί κλήρου αγωγής η αποδοχή και η μεταγραφή της κληρονομιάς και η κυριότητα του ενάγοντος στα αντικείμενα της κληρονομιάς, εφόσον η αγωγή δεν περιέχει διεκδίκηση, έστω και εάν ζητείται η απόδοση αυτών στον ενάγοντα (ΑΠ 400/2009, 1126/2009).
Επιμέλεια: Καρανάσου Κέλλυ/Επιστημονική Συνεργάτης e-Θέμις
www,areiospagos.gr
Aν κάποιος κατακρατεί αντικείμενο της κληρονομιάς επικαλούμενος όχι κληρονομικό του δικαίωμα, αλλά ότι του το πώλησε ή του το δώρισε ή του το εκμίσθωσε ή του το χρησιδάνεισε ο κληρονομούμενος ή ότι το κατέλαβε αδικαιολόγητα, τότε δεν μπορεί να εναχθεί με την περί κλήρου αγωγή, αλλά μ’ αυτήν που αρμόζει στη συγκεκριμένη έννομη σχέση