Τρία στα τέσσερα ελληνικά νοικοκυριά ξοδεύουν άνω του 80% του εισοδήματος τους για να κάνουν τις αγορές τους , όπως προκύπτει από στοιχεία της έρευνας του Συνδέσμου Επιχειρήσεων & Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ) για τις καταναλωτικές τάσεις στο λιανεμπόριο.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τις 19 έως τις 29 Οκτωβρίου με την επιστημονική υποστήριξη του εργαστηρίου ELTRUN του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και τα αποτελέσματα της βασίστηκαν στις απαντήσεις 995 καταναλωτών από ολόκληρη την Ελλάδα.
Από την έρευνα αυτή προκύπτει, επίσης, ότι οι μεγαλύτερες δαπάνες αφορούν μηνιαίους λογαριασμούς (25%), αγορές προϊόντων (25%) και φόρους (19%) ενώ 2 στους 3 καταναλωτές «κυνηγούν» τις προσφορές και τις εκπτώσεις.
Μεταξύ άλλων ο ΣΕΛΠΕ επισημαίνει στην ανακοίνωση του ότι:
Καταρχάς, καταγράφεται η οικονομική πίεση που αντιμετωπίζει το ελληνικό καταναλωτικό κοινό. Όπως φαίνεται στο σχήμα 1, το 74% του κοινού ξοδεύει πάνω από το 80% του διαθέσιμου εισοδήματος του σε μηνιαία βάση, ενώ το 10% ξοδεύει πάνω από 100%, πρακτικά δηλαδή δανείζεται με κάποιον τρόπο για να καλύψει τις ανάγκες του. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δαπάνες για τους μηνιαίους λογαριασμούς ανέρχονται στο 25% του εισοδήματος, όσο είναι και οι δαπάνες για αγορές προϊόντων. Οι φόροι ακολουθούν με 19% και οι υπηρεσίες με 15%. Αθροιστικά οι πάγιες δαπάνες σε λογαριασμούς και φόρους ανέρχονται κατ’ εκτίμηση στο 44% του διαθέσιμου εισοδήματος. Ενώ η τάση και στις δύο αυτές κατηγορίες δαπανών είναι να αυξηθούν, όπως καταγράφεται στον δείκτη τάσης μεταβολής δαπανών, έναντι των δαπανών σε αγορές προϊόντων και υπηρεσίες για τις οποίες η τάση είναι αρνητική.
Όσον αφορά την κατανομή των λιανικών αγορών στις παραπάνω δαπάνες, όπως καταγράφεται στο σχήμα 3 η κύρια κατηγορία αγορών είναι τα τρόφιμα και ποτά με ποσοστό 41%. Ακολουθεί η εστίαση με 12%, τα είδη ρουχισμού με 10% και τα φάρμακα με 8%. Έπιπλα και παιχνίδια-είδη δώρων έχουν τα χαμηλότερα ποσοστά με 3%. Η σημασία των κατηγοριών, αλλά και γενικότερα η σημασία των αγορών στην καθημερινότητα του κοινού καταγράφεται στον μέσο αριθμό επισκέψεων για την πραγματοποίηση λιανικών αγορών ανά έτος. Συγκεκριμένα 118 ημέρες ανά έτος πραγματοποιούνται κατά μέσο όρο αγορές τροφίμων και ποτών (περίπου 3 ημέρες την εβδομάδα) και ακολουθούν 66 μέρες η εστίαση περίπου 1 ημέρα την εβδομάδα και τα φάρμακα με 15 ημέρες ανά έτος.
Σημαντικό ρόλο στην επισκεψιμότητα καταγράφεται να έχει η τάση των καταναλωτών να αναζητούν προσφορές και εκπτώσεις. Όπως φαίνεται στο σχήμα 4, το 63% του κοινού δηλώνει ότι «κυνηγάει τις προσφορές», ενώ μόλις 7% δεν το κάνει. Χαρακτηριστικό είναι ότι το 58% του κοινού περιμένει τις προσφορές και τις εκπτώσεις για να πραγματοποιήσει αγορές κάτι που δείχνει και το πόσο επηρεάζεται η πορεία του κύκλου εργασιών των εταιρειών του λιανεμπορίου μέσα στο χρόνο. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που το 64% του κοινού επιθυμεί οι περίοδοι των εκπτώσεων να διαρκούν περισσότερο μέσα στο έτος, κάτι που άλλωστε φαίνεται ότι είναι και η πρόθεση της πολιτείας.
Χαρακτηριστική είναι και η προσεχής περίοδος του “Black Friday” η οποία τα τελευταία χρόνια εξελίσσεται σε μία επιπλέον εκπτωτική περίοδος, η οποία ναι μεν αφορά κυρίως τα ηλεκτρονικά καταστήματα, αλλά πλέον φαίνεται ότι υιοθετείται ευρέως και από τα παραδοσιακά κανάλια διάθεσης. Πλέον και σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας το 9% των αγορών των καταναλωτών πραγματοποιείται μέσω διαδικτύου, το οποίο σε κάποιες κατηγορίες όπως π.χ. τα εισιτήρια ανέρχεται ακόμα και στο 42%. Στο σχήμα 5 φαίνονται αυτά τα ποσοστά με τα ηλεκτρονικά είδη και τα είδη ρουχισμού να ξεχωρίζουν με ποσοστά αγορών μέσω διαδικτύου ύψους 23% και 14% αντίστοιχα.
Βέβαια πλέον ο ρόλος του διαδικτύου στις λιανικές πωλήσεις είναι πολύ πιο πολύπλοκος από απλά ένα επιπλέον κανάλι αγορών, καθώς επηρεάζει έντονα και τις αγορές από τα παραδοσιακά καταστήματα. Το 59% του κοινού ενημερώνεται συστηματικά από το διαδίκτυο πριν κάνει αγορές ενώ το 47% πρώτα ψάχνει στο διαδίκτυο για να κάνει τις αγορές από το παραδοσιακό κατάστημα. Ποσοστό πολλαπλάσιο αυτού που ολοκληρώνει την αγορά μέσω διαδικτύου. Βέβαια καταγράφεται και η αντίστροφη τάση με το 21% του κοινού να δηλώνει ότι επισκέπτεται φυσικά καταστήματα πριν τελικά αγοράσει μέσω ηλεκτρονικού καταστήματος.
Παράλληλα τα ψηφιακά χαρακτηριστικά των παραδοσιακών καταστημάτων φαίνεται ότι αποκτούν όλο και μεγαλύτερο ρόλο στη διαδικασία επιλογής τους από τον καταναλωτή. Η βαθμολογία ενός καταστήματος στα social media είναι σημαντική για το 38% των καταναλωτών, η επικοινωνία με ψηφιακά μέσα για το 36% και η διάθεση δωρεάν wi-fi για το 38%.