Με τις διατάξεις τροπολογίας που κατατέθηκε στο σχέδιο νόμου «Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Περαιτέρω εναρμόνιση της Ελληνικής Νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008», ορίζεται ότι, τα επιπλέον ποσά που παρακρατεί ο άμισθος υποθηκοφύλακας από τα εισπραττόμενα αναλογικά δικαιώματα, για την βελτίωση και εκσυγχρονισμό των συνθηκών του υποθηκοφυλακείου και την εισαγωγή συστήματος πληροφορικής (άρθρο 20 παρ.5 του ν.2145/1993), αποτελούν εφεξής ακαθάριστα έσοδα αυτού και υπάγονται σε φόρο εισοδήματος, σύμφωνα με το ν.4172/2013 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος). Κατά τα ισχύοντα, τα εν λόγω ποσά απαλλάσσονται.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Παρακρατούμενα δικαιώματα υποθηκοφυλάκων
Με τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 20 του ν. 2145/1993 (Α’ 88) προστέθηκε στα δικαιώματα, που ήδη παρακρατούσαν οι άμισθοι υποθηκοφύλακες, επιπλέον ποσό κατά ποσοστό καθορισμένο επί της αξίας της εγγραπτέας πράξης (0,25ο/οο) για τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό των συνθηκών λειτουργίας του υποθηκοφυλακείου, καθώς και για την εισαγωγή συστήματος μηχανογράφησης. Τα εν λόγω ποσά, κατά πάγια ερμηνεία του Υπουργείου Οικονομικών (Υπ. Οικ. 1045757/929/Α0012/28.5.2002, 1086092/2174/Α0012 /27.10.2004, Γενική Διεύθυνση Φορολογίας Δ12 Α 1154162 ΕΞ2012/ 9.11.2012 και Δ12 Α 1017672 ΕΞ2014/24.01.2014), δεν υπόκειντο σε φόρο εισοδήματος. Εν όψει των αναγκών του Κρατικού Προϋπολογισμού, κρίνεται αναγκαίο τα παρακρατούμενα δυνάμει της ως άνω διάταξης ποσά να υπόκεινται, από τη δημοσίευση του παρόντος, σε φόρο εισοδήματος κατά τις γενικές διατάξεις του ν. 4172/2013 (Κ.Φ.Ε. Α’ 167).
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο τέταρτο
Παρακρατούμενα δικαιώματα υποθηκοφυλάκων
Μετά το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 20 του ν. 2145/1993 (Α’ 88) προστίθεται νέο τέταρτο εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:
«Τα εν λόγω παρακρατούμενα δικαιώματα υποθηκοφύλακα, αποτελούν ακαθάριστα έσοδα του υποθηκοφύλακα και υπάγονται σε φόρο εισοδήματος σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του ν. 4172/2013 (Α’ 167, Κ.Φ.Ε.).».