Με μία απόφαση που προκαλεί τουλάχιστον αίσθηση , το Μονομελές Εφετείο Λάρισας καλεί την Κερασία Κώτσαλη Ευαγγελοπούλου μετά το θάνατο του συζύγου της, να αποδώσει στην κόρη του θανόντα από τον πρώτο του γάμο όλη την οικοσκευή του σπιτιού στο οποίο ζούσαν ως σύζυγοι επί 18 χρόνια. Κι όχι μόνο καναπέδες ή καρέκλες αλλά ακόμη και τις κρεμάστρες και τα βάζα!
Το διαμέρισμα, όπου εξακολουθεί να μένει η 54χρονη καθώς βάση της διαθήκης του συζύγου της διαθέτει την επικαρπία αυτού, αδειάζει τις επόμενες ημέρες αφού κατά το δικαστήριο δεν προσκομίστηκαν από τη χήρα
παραστατικά αγοράς των επίπλων και των υπόλοιπων αντικειμένων που να αποδεικνύουν και τη δική της συμμετοχή στο κόστος τους. Πλην όμως, όπως υποστηρίζει η ίδια μιλώντας στην Realnews, ούτε από την άλλη πλευρά που προσέφυγε εναντίον της προσκομίστηκε κάποιο στοιχείο που να αποδεικνύει το αντίθετο.
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη απόφαση, καλούμαι να παραδώσω στην κόρη του αποβιώσαντος συζύγου μου, το σύνολο των επίπλων και αντικειμένων που χρησιμοποιούσαμε στην καθημερινότητα μας, ακόμη και τα
διακοσμητικά, ακόμη και τα δώρα φίλων, συγγενών και συνάδελφων μου. Αν και θεωρεί την κρίση του δικαστηρίου αδικαιολόγητη σημειώνει πως «Σε κάθε περίπτωση είναι σεβαστές οι αποφάσεις της δικαιοσύνης. Θα παραδώσω στην κόρη του θανόντος συζύγου μου, ικανοποιώντας έτσι την εμμονή της, το κρεβάτι που κοιμόμουν με τον πατέρα της.»
Κατά την κ.Κώτσαλη-Ευαγγελοπούλου, «Αυτό που κυρίως με άφησε άναυδη, κατάπληκτη αποσβολωμένη, δεν είναι αυτή καθαυτήν η δικαστική απόφαση, όσο το σκεπτικό, που οδήγησε στην έκδοση της. Διερωτώμαι αν αυτός είναι ο τρόπος κατά τον οποίο αντιμετωπίζεται μία εργαζόμενη γυναίκα από την ελληνική δικαιοσύνη, η θέση της μέσα στον γάμο; Έτσι σαν διακοσμητικό είδος σαν αντικείμενο προς χρήση;Την αχαριστία, εμπάθεια, κακία, απληστία των ανθρώπων, έχω ασκηθεί ώστε να τη διαχειρίζομαι. Αυτό που αδυνατώ να διαχειριστώ ως ελεύθερος άνθρωπος, είναι η δικαίωση τους και μάλιστα με τη βούλα της δικαιοσύνης!
Όπως έγραψε ο Πλάτων «η χειρότερη μορφή της αδικίας είναι να χαρακτηρίζεται δίκαιο το άδικο». Με τον όρο δικαιοσύνη νοείται από τους μυθικούς χρόνους μέχρι σήμερα η ικανοποίηση του, αποκαλούμενου γενικά, περί δικαίου αισθήματος. Απονέμεται με βάση την αρχή, πως όλα τα άτομα είναι ίσα μεταξύ τους. Η άνιση μεταχείριση όμως των ίσων και η μη ικανοποίηση του περί δικαίου αισθήματος δημιουργεί καχυποψία, οδηγεί σε δεύτερες σκέψεις και κλονίζει με τρόπο ανεπανόρθωτο την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στον θεσμό. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη απόφαση, καλούμαι να παραδώσω στην κόρη του αποβιώσαντος συζύγου μου, το σύνολο των επίπλων και αντικειμένων που χρησιμοποιούσαμε στην καθημερινότητα μας, ακόμη και τα διακοσμητικά, ακόμη και τα δώρα φίλων, συγγενών και συνάδελφων μου.
Δεν έχω στη διάθεση μου παραστατικά αγορών των συγκεκριμένων πραγμάτων, ούτε όμως και η άλλη πλευρά έχει.Ξανά αναρωτιέμαι, για τα δώρα που δέχτηκα δεκαοχτώ χρόνια της κοινής μας ζωής, πως θα μπορούσα να έχω αποδείξεις; Είχε χρήματα ο σύζυγος μου, αποφαίνεται ο δικαστής, για την αγορά των επίπλων. Εγώ δεν είχα;…Χίλια ευρώ καθαρές σε μηνιαία βάση αποδοχές, από την εργασία μου ως δημόσιος υπάλληλος και μάλιστα χωρίς υποχρεώσεις. Σύμφωνα με την απόφαση λοιπόν, στα δεκαοχτώ χρόνια της
κοινής μας ζωής, εγώ δεν αγόρασα ούτε ένα βάζο και όλα ανήκαν στον σύζυγο μου!
Σε κάθε περίπτωση σεβαστές οι αποφάσεις της δικαιοσύνης. Θα παραδώσω στην κόρη του θανόντος συζύγου μου, ικανοποιώντας έτσι την εμμονή της, το κρεβάτι που κοιμόμουν με τον πατέρα της.»