Της Lauren Slater
Αναμνήσεις είναι τα ίχνη που αφήνουμε στο πέρασμά μας από τη ζωή.
Χωρίς αυτά, κοιτάζουμε το παρελθόν και βλέπουμε μόνο μια κενή χιονισμένη έκταση ή την εντελώς διαφορετική ταυτότητα κάποιου άλλον. Η μνήμη μας είναι αυτό που μας κάνει να αισθανόμαστε ότι το είδος μας διέπεται από ιστορική συνέχεια. Ο Πλάτωνας πίστευε στη μορφή της απόλυτης ή ιδανικής μνήμης, μια σφαίρα που μπορούσε κανείς να αγγίξει, στην οποία φαινόταν να διατηρείται σε άψογη κατάσταση όλο το παρελθόν ενός ατόμου.
Ο Φρόιντ είπε πολλά πάνω σ’ αυτό το θέμα και ορισμένες φορές ισχυρίστηκε πως η μνήμη είναι ένα συνονθύλευμα ονείρου και πραγματικότητας, αν και, επίσης πολλές φορές, ισχυρίστηκε ότι η μνήμη έμοιαζε με κινηματογραφική ταινία, με αναμετάδοση ότι δηλαδή η ταινία είναι τυλιγμένη σε ένα μέρος του εγκεφάλου και ανακαλείται μέσα από ελεύθερους συνειρμούς. Η αντίληψη που έχουμε για τη μνήμη βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις ιδέες αυτών των δύο ανδρών: του Φρόυντ και τον Πλάτωνα, που αποτελούν και οι δύο μια διόλου κακή συναναστροφή για έναν αναγνώστη.
Εντούτοις, η ψυχολόγος Ελίζαμπεθ Λόφτους αποφάσισε να αμφισβητήσει το πεδίο γνώσης των μεγάλων πατέρων. Η Λόφτους υποψιαζόταν πως η μνήμη είναι ολισθηρή και αναξιόπιστη. Η Λόφτους, από τις πλέον καινοτόμες γυναίκες στο χώρο της Κλινικής Ψυχολογίας, εφηύρε ένα μάλλον ανησυχητικό και φιλοσοφικά βαθυστόχαστο πείραμα, το οποίο σχεδιάστηκε για να δοκιμάσει «το περιεχόμενο» των ενθυμήσεών μας, ώστε να καθοριστεί αν πρέπει να τις αποκαλούμε αποκυήματα της φαντασίας ή γεγονότα. Τα αποτελέσματα στα οποία κατέληξε η Λόφτους προκάλεσαν οργή.
Οι πρώτες μελέτες της Λόφτους εστιάστηκαν σε πινακίδες με στοπ, γένια, αχυρώνες και μαχαίρια. «Μήπως αυτό το σήμα οδικής κυκλοφορίας ήταν κίτρινο;», μπορεί να ρωτούσε τα υποκείμενα του πειράματος της. Κι είναι σίγουρο ότι μόλις ενστάλαζε στο λόγο της την υποψία της πιθανότητας, τα υποκείμενά της θυμούνταν ότι το σήμα ήταν κίτρινο, ενώ στην πραγματικότητα ήταν κόκκινο. Στο εργαστήριό της, πρόβαλλε ταινίες -κάποιον πυροβολημένο στο πρόσωπο κι ένα μασκοφόρο σ’ έναν άδειο δρόμο- κι έκανε ερωτήσεις, όπως για παράδειγμα: «Θυμάστε που εκείνος ο άνδρας είχε γένια;». Οι περισσότεροι ανακαλούσαν τα γένια, αλλά στην πραγματικότητα ο άνδρας φορούσε μάσκα.
Όπως λέει η Ελίζαμπεθ Λόφτους, κλινική ψυχολόγος και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, «ένα μόνο λεπτό παραπέτασμα χωρίζει την πραγματικότητα από τη φαντασία», γεγονός που απέδειξε περίτρανα η ίδια μέσα απ’ τα πολυβραβευμένα της πειράματα σχετικά με το πώς ακόμα κι ο παραμικρός υπαινιγμός μολύνει τη μνήμη. Πείτε σε κάποιον ότι είδε έναν μπλε αχυρώνα κι αυτός θα «βάψει» τον αχυρώνα μπλε. Τα δεδομένα χάνονται απ’ τον εγκέφαλο κι ο κόσμος μας μοιάζει με πίνακα ακουαρέλας, σαν αυτούς που ζωγραφίζει η κόρη μου- ασύνδετες, θολές ζωγραφιές όπου ίσως απεικονίζεται το ένα ή το άλλο’ όλα είναι ένα σύννεφο.
Πολύ προτού η Λόφτους γίνει διάσημη —ή περιβόητη, ανάλογα ποια είναι τα πιστεύω σας-, ήταν φανερό ότι τα ευρήματά της σχετικά με τη διαστρέβλωση της μνήμης ήταν εμπορεύσιμα «προϊόντα». Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980, η Λόφτους προσέφερε τη βοήθειά της σε κάποιους συνηγόρους υπεράσπισης που ήθελαν ν’ αποδείξουν στους ενόρκους μιας δίκης ότι οι περιγραφές των αυτοπτών μαρτύρων δεν ήταν το ίδιο αξιόπιστες με τις κάμερες. «Βοήθησα πολλούς ανθρώπους», λέει εκείνη. Ορισμένοι απ’ αυτούς είναι ο Στραγγαλιστής του Λόφου, οι αδελφοί Μενέντες, ο Όλιβερ Νορθ, ο Τεντ Μπάντι. «Ο Τεντ Μπάντι;», ρωτάω όταν ακούω τ’ όνομα. Η Λόφτους γελάει. «A, ναι», λέει εκείνη, «αυτό συνέβη πολύ προτού μάθουμε ότι αυτός ήταν ο Μπάντι. Τότε δεν είχε κατηγορηθεί ακόμα για φόνο. Τότε, είχε γίνει εσφαλμένη αναγνώριση από τους μάρτυρες και του είχε απαγγελθεί η κατηγορία της απαγωγής».
Είστε σίγουρη;», τη ρωτάω. «Πώς μπορείτε να είσαστε πεπεισμένη ότι οι άνθρωποι που εκπροσωπείτε είναι πραγματικά αθώοι;». Δεν απαντά άμεσα. Λέει: «Μέσα στο δικαστήριο, βαδίζω σύμφωνα με τις αποδείξεις…Έξω απ’ το δικαστήριο, είμαι άνθρωπος και δικαιούμαι να έχω ανθρώπινα συναισθήματα». Αναρωτιέμαι ποια είναι τα ανθρώπινα συναισθήματά της για την επιστολή ενός ατόμου, που όταν ήταν παιδί κακοποιήθηκε κι επέζησε, στην οποία έγραφε:
«Αν σας ενδιαφέρει μπορώ να σας πω τι κάνει το σύνδρομο εσφαλμένων αναμνήσεων σε ανθρώπους σαν εμένα’ μας κάνει ψεύτες. Το σύνδρομο των εσφαλμένων αναμνήσεων είναι πολύ κομψότερο από την κακοποίηση παιδιών… Υπάρχουν όμως παιδιά που σήμερα το βράδυ, ενώ εσείς κοιμάστε, θα βιάζονται και θα ξυλοκοπούνται. Αυτά τα παιδιά ίσως δεν μιλήσουν ποτέ, επειδή “κανείς δεν θα τα πιστέψει”». «Κι όμως, θα τα πιστέψουν πολλοί’ άνθρωποι», λέει η Λόφτους κι αφήνει ένα γελάκι.
Το γέλιο της Λόφτους είναι βραχνό κι ο τόνος της φωνής της γαλίφικος. Σκέφτομαι πως είναι παράξενη, χωρίς πολλούς φραγμούς μέσα της. Κινείται με ανησυχητική ευκολία ανάμεσα στο επαγγελματικό και το προσωπικό επίπεδο. Από τη μία ξεστόμιζε φράσεις σαν αυτές:
«Σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα του πειράματος μας, το 25% απ’ όσους απάντησαν, που στατιστικά αποτελούν αξιοσημείωτη μειονότητα, έμελλαν να…».
Κι απ’ την άλλη έκανε απότομη στροφή, περνούσε μια σύντομη στιγμή σιωπής και συνέχιζε: «Σας είπα για την κάρτα του Αγίου Βαλεντίνου που έλαβα;». Σήμερα είναι 14 Φεβρουάριου και μόλις έλαβε μια κάρτα απ’ τον πρώην σύζυγό της, τον Γκρεγκ, στον οποίον αναφέρεται ως «πρώην ζυγό» της. «Ξέρεις τι λατρεύω σε σένα;», διαβάζει η Λόφτους στην κάρτα. «Όλα αυτά τα φροϋδικά σου ολισθήματα». Η Λόφτους γελάει και λέει: «Ακόμα αγαπάω τον πρώην ζυγό μου. Κρίμα που η δεύτερη σύζυγός του είναι τόσο χαζή».
Το 1990 συνέβη κάτι σημαντικό για τη Λόφτους. Οι ζωές των περισσοτέρων ανθρώπων δεν καθορίζονται από συγκεκριμένες κρίσιμες στιγμές. Οι περισσότερες, ζωές χτίζονται σιγά σιγά’ μέσα από αλλεπάλληλες «επιχωματώσεις» που με την πάροδο του χρόνου παίρνουν κάποιο σχήμα, το οποίο εμείς βλέπουμε, αν το δούμε ποτέ, μόνο στο τέλος. Για τη Λόφτους, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Το 1990, κάποιος δικηγόρος, ο Νταγκ Χόρνγκραντ, την κάλεσε να καταθέσει σε μια ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση. Πελάτης του Χόρνγκραντ ήταν ένας άνδρας 63 ετών, ο Τζορτζ Φράνκλιν. Η Αϊλίν, η όμορφη, κοκκινομάλλα κόρη του, ισχυριζόταν ότι θυμήθηκε, είκοσι κα: πλέον χρόνια μετά το συμβάν, πως ο πατέρας της είχε βιάσει και δολοφονήσει την καλύτερή της φίλη. Πρόκειται για μακάβρια ιστορία με πέτρες και νεκροκεφαλές ό,τι έπρεπε για την Λόφτους, την ντίβα των δραματικών υποθέσεων.
Εκείνη άρπαξε την ευκαιρία. «Μα είναι δυνατόν να ξεχνάς εντελώς ότι υπήρξες μάρτυρας μιας τόσο τραυματικής εμπειρίας, και ξαφνικά, δεκαετίες μετά το γεγονός, να την ανακαλείς; Να έχεις θάψει κάθε λεπτομέρεια και μετά να τις επαναφέρεις όλες στην επιφάνεια και να φωτίζονται μία μία ανέπαφες; Δεν το πιστεύω», λέει η Λόφτους. Δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι πράγματι υπάρχουν τραυματικές εμπειρίες («και βέβαια υπάρχουν πληγωμένα παιδιά»), αλλά αμφισβητεί ότι ένα τέτοιο συμβάν μπορεί ν’ αποσπαστεί εντελώς απ’ τη συνείδηση και ν’ αποθηκευτεί άθικτο σε μια εμπρόσθια «θήκη» του εγκεφάλου’ όπως μια βυθισμένη κασέλα κρύβει θησαυρό και μια μέρα ανοίγει κι αποκαλύπτονται τα πράσινα πετράδια της κι ο λαμπερός χρυσός της. Όταν πρόκειται για τη μνήμη, εξηγεί η Λόφτους, η λάμψη ξεθωριάζει γρήγορα.
Είδε με τα ίδια της τα μάτια πώς μπορούν να μολυνθούν οι ενθυμήσεις’ τα πρώτα πειράματά της έδειξαν πως οι αναμνήσεις πάντα φθίνουν με το πέρασμα του χρόνου. Και τώρα, αυτός ο άνδρας, ο Τζορτζ Φράνκλιν, έμελλε να καταδικαστεί αποκλειστικά και μόνο βάσει των αναμνήσεων της ενήλικης κόρης του, οι οποίες ανασύρθηκαν από κάποιο ψυχοθεραπευτή νέας γενιάς που χρησιμοποίησε κάθε λογής υπαινιγμούς. Υπαινιγμός! Αυτή η λέξη είναι το προσωπικό ξωτικό της Λόφτους. Οι άνθρωποι είναι τόσο ευμετάβλητοι που το δέρμα τους μοιάζει περισσότερο με ρούχο το οποίο μετά βίας καλύπτει τα κόκαλα και τους μυς’ οτιδήποτε μπορεί να το διαπεράσει. Είναι τρομακτικό.
Κι έτσι η Λόφτους πήγε να καταθέσει υπέρ του Τζορτζ Φράνκλιν. Πήγε για να πει στους ενόρκους ότι η μνήμη της Αϊλίν δεν μπορούσε να ληφθεί σοβαρά υπόψη, όχι εξαιτίας της Αϊλίν, αλλά εξαιτίας των μηχανισμών αυτής καθαυτής της μνήμης, η οποία αχρηστεύεται με το χρόνο. Σε μια από τις πιο προβεβλημένες υποθέσεις ανάκλησης μνήμης εκείνης της δεκαετίας, η Λόφτους κατέθεσε στο δικαστήριο και μίλησε για το νου που αναμειγνύει γεγονότα με μύθους και πως αυτό το σύμφυρμα αποτελεί μέρος της φυσιολογικής πορείας του νου.
Μίλησε για τα υποκείμενα των εργαστηριακών πειραμάτων της που είχαν κάνει τα κόκκινα σήματα της τροχαίας κίτρινα, που είχαν τοποθετήσει αχυρώνες σε μέρη όπου δεν υπήρχαν καν αχυρώνες και που είχαν ανακαλέσει μαύρα γένια πάνω σε άτριχα πηγούνια. Η Αϊλίν είπε ότι είδε την πέτρα που χρησιμοποίησε ο πατέρας της για να συνθλίψει το κρανίο της Σούζαν, της καλύτερής της φίλης’ ότι είδε το δαχτυλίδι που άστραψε στο φως του ήλιου’ ότι νοερά έβλεπε και πάλι λίγο αίμα, λίγο μπλε και η Λόφτους είπε:
«Δεν είναι αλήθεια. Η Αϊλίν διάβασε όλες αυτές τις λεπτομέρειες αργότερα στις εφημερίδες». Οι ένορκοι δεν την πίστεψαν, τη Λόφτους δηλαδή, κι έτσι επέστρεψε στο σπίτι της νικημένη, ενώ ισχυρίζεται ότι εκείνη η υπόθεση διαμόρφωσε τη μετέπειτα δουλειά της. Ο Φράνκλιν, ύστερα από περισσότερες από δύο δεκαετίες μετά το συμβάν, καταδικάστηκε για το βιασμό και τη δολοφονία της καλύτερης φίλης της κόρης του, και η Λόφτους πάγωσε. Όπως μου λέει:
«Από τότε, η αποστολή μου στη ζωή είναι, και πάντα θα είναι, να βοηθώ αυτούς που κατηγορούνται άδικα. Συνειδητοποίησα ότι όλα εκείνα τα περί αχυρώνων και σημάτων οδικής κυκλοφορίας δεν επρόκειτο να χρησιμεύσουν ως αποδείξεις, ειδικά από τη στιγμή που είχε διαμορφωθεί ένα νέο κλίμα όπου επικρατούσε η φρενίτιδα της ψυχοθεραπείας ανάκλησης της μνήμης και με τους πάντες να πιστεύουν στη θεωρία της απώθησης’. Συνειδητοποίησα πως αυτό που έπρεπε ν’ αποδείξω δεν ήταν η πιθανότητα διαστρέβλωσης μιας ανάμνησης, γεγονός που, αλίμονο, έχω ήδη αποδείξει, αλλά η πιθανότητα εμφύτευσης μιας εντελώς αναληθούς ανάμνησης σ’ ένα άτομο».
Το ύφος της Λόφτους όταν μιλάει για όλα αυτά είναι χαιρέκακο – μήπως είναι κι αυτό κάποιο τέχνασμά της; Πάντα τέτοια κάνει και σε ξεγελάει, σαν μικρό ξωτικό. Έχει διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Είναι μαθηματικό μυαλό. Διαθέτει την ευφυΐα να εντοπίζει τον παλμό της λαϊκής κουλτούρας και να τον γονιμοποιεί με τους σπόρους των δικών της πεποιθήσεων. Και για να είμαστε και δίκαιοι, πολλές από τις πεποιθήσεις της είναι μια χαρά. Ορισμένες άλλες μπορεί και να μην είναι. Μήπως τελικά το πιθανότερο είναι η Λόφτους να είναι ακριβώς -αν και σε μεγαλύτερο βαθμό- σαν εμάς τους υπόλοιπους: ένα μείγμα νοημοσύνης και τύφλωσης με πολλά ευαίσθητα σημεία.