ΑΠΟΦΑΣΗ
Maltsev κ.α. κατά Ρωσίας της 17.12.2019 (αριθ. προσφ. 77335/14, 77417/14 και 77421/14)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Οι προσφεύγοντες απέκτησαν, μέσω αγοράς και διανομής, την κυριότητα σε αγροτεμάχια σε γεωργική περιοχή και ενέγραψαν τους σχετικούς τίτλους ιδιοκτησίας στο Εθνικό Κτηματολόγιο. Η μεταβίβαση ανακλήθηκε γιατί αποδείχθηκε σε εύλογο χρονικό διάστημα, πριν επενδύσουν στην γη που αγόρασαν, ότι η κυριότητα των εν λόγω αγροτεμαχίων ανήκε στο δημόσιο και όχι στην εταιρεία που τα μεταβίβασε. Τα εγχώρια Δικαστήρια απέρριψαν αμετάκλητα τις αγωγές των προσφευγόντων για στέρηση της περιουσίας τους.
Το Στρασβούργο επανέλαβε ότι η αναλογικότητα της παρέμβασης συνεπάγεται την ύπαρξη μιας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος και των επιταγών της διαφύλαξης των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων.
Στην προκείμενη υπόθεση έκρινε ότι η ακύρωση των τίτλων των προσφευγόντων στα επίμαχα οικόπεδα δεν συνεπάγεται υπέρμετρη επιβάρυνση για αυτούς, γιατί έχουν την δυνατότητα να επιτύχουν επιστροφή του τιμήματος που κατέβαλαν, δεν είχαν αρχίσει να εκμεταλλεύονται τα εν λόγω ακίνητα και είχαν επιδείξει βαριά αμέλεια κατά την αγοραπωλησία γιατί λόγω της θέσης των ακινήτων θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι ανήκαν στο δημόσιο, συνεπώς δεν διαπίστωσε παραβίαση του δικαιώματος στην ιδιοκτησία.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Αρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Οι προσφεύγοντες, Anton Maltsev, Igor Karpetov και Tansylu Safina, είναι Ρώσοι υπήκοοι οι οποίοι, αντίστοιχα, γεννήθηκαν το 1986, το 1985 και το 1956 και ζουν στο Tumen, Arsinski και Magnitogorsk.
Η υπόθεση αφορούσε την ανάκληση της εγγραφής τους στο Κτηματολόγιο ως ιδιοκτήτες γεωργικών εκτάσεων τις οποίες είχαν αποκτήσει το 2013.
Το 1995 η διοίκηση της πρώην συλλογικής γεωργικής εκμετάλλευσης Jeltinski, στην περιοχή Tcheliabinsk, παραχώρησε στα μέλη της εμπράγματα δικαιώματα που αντιστοιχούσαν σε οικόπεδα έκτασης 7,8 εκταρίων από το οικόπεδο του αγροκτήματος.
Τον Απρίλιο του 2013, οκτώ κύριοι εμπράγματων δικαιωμάτων ξεκίνησαν μια διαδικασία διανομής του ενιαίου οικοπέδου σε 10 οικόπεδα και εξουσιοδότησαν πληρεξούσιο με δικηγόρο για το σκοπό αυτό. Ο τελευταίος επέλεξε τα οικόπεδα και ένας επιθεωρητής χώρισε ανάλογα τη γη. Στη συνέχεια, τα οικόπεδα καταχωρήθηκαν στο εθνικό Κτηματολόγιο ως γεωργική γη. Τον Σεπτέμβριο του 2013 οι προσφεύγοντες αγόρασαν τα 10 οικόπεδα και καταχωρήθηκαν ως κύριοι.
Τον Οκτώβριο του 2013, το Κτηματολόγιο διαπίστωσε ότι υπήρξε μερική ταύτιση μεταξύ αυτών των οικοπέδων και ενός άλλου μεγάλου οικοπέδου, το οποίο οι τοπικές αρχές είχαν εκμισθώσει στη μεταλλουργική εταιρεία MMK από το 2009, όταν η εν λόγω γη καταγράφηκε και καταχωρήθηκε.
Οι προσφεύγοντες κατέθεσαν αγωγή κατά των αρμόδιων αρχών και της MMK. Το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε όλες τις αγωγές τους. Οι προσφεύγοντες, οι αρχές και η MMK άσκησαν έφεση. Το Περιφερειακό Δικαστήριο εν μέρει ακύρωσε την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα εν λόγω οικόπεδα δεν αποτελούν μέρος της έκτασης που ανήκει από κοινού στα μέλη της γεωργικής εταιρείας Jeltinskoye (διάδοχος της Συλλογικής γεωργικής εκμετάλλευσης Jeltinski) και ότι η μετατροπή των εμπράγματων δικαιωμάτων ήταν συνεπώς παράνομη.
Η εγγραφή στο Κτηματολόγιο οφείλεται σε τεχνικό σφάλμα λόγω μη συμμόρφωσης με τη διαδικασία καταχώρισης που προηγείται της εισαγωγής στο Εθνικό Κτηματολόγιο. Το περιφερειακό δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι συμβάσεις πώλησης ήταν άκυρες και ότι το δικαίωμα κυριότητας των πρώην ιδιοκτητών, όπως ήταν πριν από τη μετατροπή τους σε οικόπεδα, ανακτήθηκε. Το περιφερειακό δικαστήριο ακύρωσε τον τίτλο των προσφευγόντων επί των οικοπέδων και διέταξε οι σχετικές εγγραφές να διαγραφούν από το Κτηματολόγιο. Οι προσφεύγοντες άσκησαν αναιρέσεις, οι οποίες απερρίφθησαν.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι δεν αμφισβητείται μεταξύ των διαδίκων ότι τα εν λόγω οικόπεδα, τα οποία είχαν αγοράσει οι προσφεύγοντες, αποτελούσαν «περιουσία» κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης και ότι η ανάκληση του εμπράγματος δικαιώματος των ενδιαφερομένων μερών επί αυτών αναλύεται ως «στέρηση της περιουσίας», κατά την έννοια της πρώτης παραγράφου β΄ εδαφ. του παρόντος άρθρου.
Στη συνέχεια επισημαίνει ότι δεν αμφισβητείται μεταξύ των μερών ότι το μέτρο αυτό εξυπηρετεί το γενικό συμφέρον, δηλαδή την προστασία του δημόσιου τομέα και τη διαχείριση της γης από τις αρχές. Απομένει να διαπιστωθεί αν η ανάκληση των εμπράγματων δικαιωμάτων των προσφευγόντων επέφερε δίκαιη ισορροπία μεταξύ του δημοσίου συμφέροντος και των ατομικών δικαιωμάτων τους.
Η αναλογικότητα της παρέμβασης
Το Δικαστήριο επανέλαβε ότι η αναλογικότητα της παρέμβασης συνεπάγεται την ύπαρξη μιας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος της κοινότητας και των επιταγών της διαφύλαξης των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ατόμων. Η ισορροπία αυτή διαταράσσεται εάν ο ενδιαφερόμενος έπρεπε να υποβληθεί σε «ειδική και υπερβολική επιβάρυνση». Η επαλήθευση της ύπαρξης μιας δίκαιης ισορροπίας απαιτεί μια συνολική εξέταση των διαφόρων συμφερόντων των μερών και μπορεί να απαιτήσει ανάλυση της συμπεριφοράς των μερών, συμπεριλαμβανομένων των μέσων που χρησιμοποιεί το κράτος και της εφαρμογής τους, ιδίως όσον αφορά την υποχρέωση των αρχών να ενεργούν με έγκαιρο, ορθό και συνεπή τρόπο.
Όσον αφορά τη στάση των αρχών στην υπό κρίση υπόθεση, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η καταχώριση των επίδικων οικοπέδων στο Κτηματολόγιο οφείλεται σε σφάλμα και ότι αυτό οφείλεται στη δημόσια υπηρεσία του Κτηματολογίου. Η λανθασμένη εγγραφή μεταξύ του δημοτικού αγροτεμαχίου και των αμφισβητούμενων αγροτεμαχίων εντοπίστηκε στις 3 Οκτωβρίου 2013, ένα μήνα και 19 ημέρες μετά την εγγραφή του τελευταίου στο Κτηματολόγιο και μόνο μία ημέρα μετά την καταχώριση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας των προσφευγόντων. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο θεωρεί ότι οι αρχές αντέδρασαν γρήγορα.
Το Δικαστήριο επισήμανε επίσης ότι τα αγροτεμάχια που αποκτήθηκαν από τους προσφεύγοντες καταχωρήθηκαν ως τέτοια. Παρατηρεί επίσης ότι τα εδάφη αυτά βρίσκονταν δίπλα σε ένα ορυχείο που εκμεταλλεύεται η μεταλλουργική εταιρία MMK και είχαν μερικώς καταληφθεί από μεταλλεύματα. Ωστόσο, κατά την άποψη του Δικαστηρίου, εάν οι προσφεύγοντες είχαν ασκήσει τη δέουσα επιμέλεια για την απόκτηση αυτών των αγαθών, δεν θα μπορούσαν να αγνοούν τα γεγονότα αυτά.
Τέλος, όσον αφορά τις συνέπειες της παρέμβασης των προσφευγόντων, το Δικαστήριο παρατηρεί καταρχάς ότι οι προσφεύγοντες δεν είχαν αρχίσει να εκμεταλλεύονται τα εν λόγω οικόπεδα και ότι δεν προέβησαν σε καμία επένδυση σ΄ αυτά.
Παρατηρεί επίσης ότι, ανακαλώντας τα εμπράγματα δικαιώματα των ενδιαφερομένων μερών, το περιφερειακό δικαστήριο ανέφερε ότι οι συμβάσεις πώλησης ήταν άκυρες και ότι οι πρώην ιδιοκτήτες έπρεπε να επανακτήσουν το δικαίωμα κυριότητας τους επί των περιουσιακών στοιχείων του ακινήτου. Υπό τις συνθήκες αυτές, αν υποτεθεί ότι οι προσφεύγοντες κατέβαλαν πράγματι το τίμημα των αγροτεμαχίων που απέκτησαν, μπορούν να ζητήσουν επιστροφή του τιμήματος. Το ΕΔΔΑ επισήμανε σχετικά ότι οι προσφεύγοντες ουδέποτε ισχυρίστηκαν ότι είναι πρακτικά αδύνατη η επιστροφή του τιμήματος.
Κατόπιν των παραπάνω αναφερομένων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ακύρωση των τίτλων των προσφευγόντων στα επίμαχα οικόπεδα δεν συνεπάγεται υπέρμετρη επιβάρυνση για τους προσφεύγοντες, ώστε να διακυβεύεται η δίκαιη ισορροπία μεταξύ του σεβασμού τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων, όπως προστατεύονται από το άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου, και του γενικού συμφέροντος της κοινωνίας.
Κατά συνέπεια, δεν υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος της ιδιοκτησίας των προσφευγόντων (επιμέλεια echrcaselaw.com).