Τα πρόσωπα που δεν δραστηριοποιούνται ως προμηθευτές ή αγοραστές στην αγορά την οποία αφορά μια σύμπραξη μπορούν να ζητήσουν αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τη σύμπραξη
Με μία ενδιαφέρουσα απόφασή του το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι τα πρόσωπα που δεν δραστηριοποιούνται ως προμηθευτές ή αγοραστές στην αγορά την οποία αφορά μια σύμπραξη μπορούν να ζητήσουν αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τη σύμπραξη αυτή.
Με την απόφασή του, το Δικαστήριο παρέσχε σημαντικές διευκρινίσεις ως προς τη σχέση μεταξύ των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης και εκείνων του εθνικού δικαίου που διέπουν τις αγωγές αποκατάστασης ζημίας που προκλήθηκε από σύμπραξη, κρίνοντας ότι το άρθρο 101 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου το οποίο χορήγησε προνομιακά δάνεια στους αγοραστές προϊόντων τα οποία αποτελούν αντικείμενο της σύμπραξης μπορεί να ζητήσει την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τη σύμπραξη αυτή.
Ιστορικό της υπόθεσης
Αφετηρία της εκκρεμούσης υπόθεσης ενώπιον του Oberster Gerichtshof (Ανώτατου Δικαστηρίου, Αυστρία) αποτελεί αγωγή αποζημίωσης ασκηθείσα μεταξύ άλλων από το Land Oberösterreich (ομόσπονδο κράτος της Άνω Αυστρίας, στο εξής: ενάγον) κατά πέντε εταιριών δραστηριοποιούμενων στην αγορά της εγκατάστασης και της συντήρησης ανελκυστήρων καθώς και κυλιόμενων κλιμάκων, η συμμετοχή των οποίων σε αντίθετες προς τον ανταγωνισμό συμπεριφορές στο πλαίσιο σύμπραξης είχε προηγουμένως διαπιστωθεί.
Το ενάγον δεν είχε υποστεί ζημία ως αγοραστής των προϊόντων τα οποία αφορούσε η σύμπραξη. Αντιθέτως, η αύξηση του κόστους κατασκευής που προκάλεσε η σύμπραξη το ανάγκασε να χορηγήσει επιδοτήσεις, υπό τη μορφή προνομιακών δανείων με σκοπό τη χρηματοδότηση κατασκευαστικών έργων τα οποία αφορούσε η σύμπραξη, υψηλότερου ποσού απ’ ό,τι θα χορηγούσε αν η εν λόγω σύμπραξη δεν υφίστατο, στερώντας του τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει το ποσό της διαφοράς για άλλους, πιο επικερδείς σκοπούς.
Πλην όμως, κατά το Oberster Gerichtshof, οι αρχές που διέπουν, στο εθνικό δίκαιο, την αποκατάσταση αμιγώς περιουσιακών ζημιών περιορίζουν την αποκατάσταση σε εκείνες μόνον τις ζημίες των οποίων την επέλευση είχε ως σκοπό να αποτρέψει ο παραβιασθείς κανόνας, πράγμα που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αποκλεισμό της αποκατάστασης της ζημίας που υπέστησαν πρόσωπα τα οποία δεν δραστηριοποιούνται ούτε ως προμηθευτές ούτε ως αγοραστές στην αγορά την οποία αφορά η σύμπραξη.
Η απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ
Το Δικαστήριο, ερωτηθέν από το Oberster Gerichtshof περί της συμβατότητας ενός τέτοιου περιορισμού με το άρθρο 101 ΣΛΕΕ, υπενθύμισε καταρχάς ότι το άρθρο 101, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ παράγει άμεσα αποτελέσματα στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών και παρέχει μεταξύ άλλων σε κάθε πρόσωπο το οποίο έχει υποστεί ζημία που προκλήθηκε από σύμβαση ή συμπεριφορά δυνάμενη να περιορίσει ή να νοθεύσει τον ανταγωνισμό το δικαίωμα να ζητήσει αποκατάσταση, εφόσον υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημίας και της παράβασης των κανόνων του ανταγωνισμού. Επιπλέον, το Δικαστήριο επισήμανε ότι οι εθνικοί κανόνες σχετικά με τις ειδικότερες λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος αποζημίωσης δεν πρέπει να υπονομεύουν την αποτελεσματική εφαρμογή του άρθρου 101 ΣΛΕΕ.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η αποτελεσματική προστασία έναντι των ζημιογόνων συνεπειών μιας παράβασης των κανόνων του ανταγωνισμού της Ένωσης θα θιγόταν σοβαρά αν το δικαίωμα αποκατάστασης της ζημίας που προκλήθηκε από σύμπραξη περιοριζόταν εξαρχής στους προμηθευτές και στους αγοραστές της αγοράς την οποία αφορά η σύμπραξη.
Όμως, στην υπόθεση της κύριας δίκης, ο περιορισμός που προβλέπει το εθνικό δίκαιο όσον αφορά την προς αποκατάσταση ζημία οδηγεί ακριβώς σε αποκλεισμό της αποκατάστασης της ζημίας που το ενάγον ισχυρίζεται ότι υπέστη, λόγω του γεγονότος ότι δεν έχει την ιδιότητα του προμηθευτή ή αγοραστή στην αγορά την οποία αφορά η σύμπραξη. Ειδικότερα, δεν είναι αναγκαίο η ζημία που υπέστη το συγκεκριμένο πρόσωπο να συνδέεται ειδικώς με τον σκοπό προστασίας που επιδιώκει το άρθρο 101 ΣΛΕΕ, ειδάλλως οι μετέχοντες σε σύμπραξη δεν θα υποχρεούνταν να αποκαταστήσουν το σύνολο των ζημιών που θα μπορούσαν να έχουν προκαλέσει.
Κατά το Δικαστήριο, το άρθρο 101 ΣΛΕΕ επιτάσσει να παρέχεται η δυνατότητα σε κάθε πρόσωπο που δεν δραστηριοποιείται ως προμηθευτής ή αγοραστής στην αγορά την οποία αφορά μια σύμπραξη, αλλά έχει χορηγήσει επιδοτήσεις, υπό τη μορφή προνομιακών δανείων, σε αγοραστές προϊόντων που διατίθενται στην αγορά αυτή, να ζητήσει την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη εκ του γεγονότος ότι, καθώς το ποσό των επιδοτήσεων ήταν υψηλότερο απ’ ό,τι θα ήταν αν δεν υφίστατο η εν λόγω σύμπραξη, δεν μπόρεσε να χρησιμοποιήσει το ποσό της διαφοράς για άλλους, πιο επικερδείς σκοπούς.
Τέλος, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειτο να κρίνει αν το ενάγον είχε ή όχι τη δυνατότητα να επενδύσει κατά τρόπο επικερδέστερο το ποσό της διαφοράς και αν το ενάγον είχε αποδείξει την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της εν λόγω ζημίας και της επίμαχης σύμπραξης.
Το πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA