Το 2020 προμηνύεται κρίσιμη χρονιά για το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, ενδεχομένως πιο δύσκολη και από το 2016, που έφερε την επικράτηση του Brexit στο βρετανικό δημοψήφισμα και τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές. Ενα χρόνο αργότερα, οι κραδασμοί από το δίδυμο σοκ είχαν σε μεγάλο βαθμό απορροφηθεί, κυρίως χάρη στη νίκη του Εμανουέλ Μακρόν. Το φαινόμενο ντόμινο που πολλοί φοβούνταν –μετά τη Βρετανία, θα μπορούσαν να ακολουθήσουν η Ουγγαρία, η Ιταλία, ίσως η Ολλανδία, γιατί όχι και η Γαλλία– δεν ήρθε ποτέ. Τόσο η Μαρίν Λεπέν όσο και ο Ματέο Σαλβίνι απέσυραν τα συνθήματα για έξοδο από την Ε.Ε. ή έστω από την Ευρωζώνη. Εχοντας στεγανοποιήσει το σκάφος, οι ηγέτες της Ε.Ε. δύσκολα έκρυβαν την ελπίδα τους ότι το Brexit θα μπορούσε να ακυρωθεί με ένα δεύτερο δημοψήφισμα και ότι ο Τραμπ θα αποδεικνυόταν μια δυσάρεστη, αλλά σύντομη παρένθεση.
Με την εκπνοή του 2019, ο ευρωατλαντικός κόσμος μοιάζει να γυρίζει πίσω στο σημείο μηδέν όπου βρισκόταν προ τετραετίας, αν όχι και σε βαρύτερα ναρκοθετημένο έδαφος. Ο Τραμπ αποδείχθηκε ότι δεν ήταν ένα βραχύβιο ιστορικό ατύχημα, αλλά σύμπτωμα μονιμότερων ρευμάτων στην Αμερική και συνολικά στον δυτικό κόσμο. Οι Δημοκρατικοί αναζητούν απεγνωσμένα κάποιον Μεσσία να τους σώσει στην αναμέτρηση του 2020, έστω κι αν αυτός λέγεται Μάικλ Μπλούμπεργκ, κάτι που θα υποχρέωνε τους πολίτες της ισχυρότερης δημοκρατίας του πλανήτη να επιλέξουν μεταξύ δύο δισεκατομμυριούχων, στην όγδοη δεκαετία της ζωής τους. Η παραπομπή του Τραμπ από τη Βουλή των Αντιπροσώπων αποτελεί στοίχημα υψηλού πολιτικού ρίσκου για τους Δημοκρατικούς, καθώς οι δημοσκοπήσεις μαρτυρούν ότι από τη στιγμή που ξεκίνησε η όλη διαδικασία, η δημοτικότητα του προέδρου σημείωσε όχι αμελητέα άνοδο.
Αν η ευρωατλαντική συνοχή δοκιμάστηκε σκληρά τα τρία πρώτα χρόνια του Τραμπ, μια δεύτερη τετραετία του στον Λευκό Οίκο θα μπορούσε να μετατρέψει το ρήγμα του Ατλαντικού σε τεκτονική άβυσσο.
Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν έκρυψε ποτέ ότι αντιμετωπίζει την Ευρώπη λιγότερο ως γεωπολιτικό σύμμαχο και περισσότερο ως οικονομικό αντίπαλο, ότι εύχεται τη διάλυση της Ε.Ε. και ότι εννοεί να αποσπάσει για τα καλά τη Βρετανία από το βαρυτικό της πεδίο. Στη εκπνοή του 2019, κήρυξε οικονομικό πόλεμο κατά της Γερμανίας και όλης της Ευρώπης, απειλώντας με σοβαρές κυρώσεις για τον αγωγό μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου Nord Stream 2. Απολύτως δικαιολογημένα, η Αγκελα Μέρκελ καυτηρίασε την εξωφρενική επιλογή της Ουάσιγκτον να εκβιάζει με ωμό τρόπο συμμάχους, αμφισβητώντας στοιχειώδη κυριαρχικά τους δικαιώματα.
Το πιο επείγον πρόβλημα για την Ε.Ε. είναι, βέβαια, η διαχείριση του αναπότρεπτου, πλέον, Brexit. Ο ψυχολογικός-πολιτικός αντίκτυπος σε όλη την Ευρώπη θα είναι μεγάλος, καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία της ολοκλήρωσης μια χώρα-μέλος θα πάρει διαζύγιο από τους εταίρους της. Η έξοδος ενός τόσο σημαντικού κράτους όχι μόνο θα εξασθενίσει οικονομικά την Ενωση (η Βρετανία είναι από τους μεγαλύτερους χρηματοδότες της Ε.Ε. και σημαντικό τμήμα της ενιαίας αγοράς της), αλλά και θα τροποποιήσει αισθητά τους εσωτερικούς συσχετισμούς της.
Είτε με τη Θάτσερ, είτε με τον Μπλερ, είτε με τον Τζόνσον, η Βρετανία ήταν ένας από τους ισχυρότερους υποστηρικτές του οικονομικού φιλελευθερισμού μέσα στην Ευρώπη, αποκρούοντας τις πιέσεις της Γαλλίας και άλλων χωρών υπέρ του ευρωπαϊκού προστατευτισμού και της κοινωνικής συνοχής. Από την 1η Φεβρουαρίου, η Γερμανία θα αναπολεί έναν πολύτιμο, σε αυτό το πεδίο, σύμμαχο.
Η στρατιωτική ισχύς
Ταυτόχρονα, η Γαλλία θα είναι στο εξής η μόνη χώρα-μέλος της Ε.Ε. με στρατό διεθνούς εμβέλειας, πυρηνικά όπλα και δικαίωμα βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας, στοιχεία που την αναδεικνύουν στον κατεξοχήν πολιτικο-στρατιωτικό εκπρόσωπο της Ευρώπης.
Με την επίσημη έξοδο της Βρετανίας από την Ενωση θα αρχίσουν επίσημα οι διαπραγματεύσεις Λονδίνου – Βρυξελλών για τη μελλοντική εμπορική τους σχέση. Πιστός στην προεκλογική του δέσμευση, ο Τζόνσον έθεσε ως όριο για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων το τέλος του 2020, καθώς δεν θέλει να παραταθεί η μεταβατική περίοδος, κατά την οποία η χώρα του θα είναι υποχρεωμένη να υπακούσει σε ευρωπαϊκούς κανόνες χωρίς να έχει πλέον κανένα λόγο γι’ αυτούς. Εκπρόσωποι της Κομισιόν έκαναν λόγο για ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα, αμφισβητώντας κατά πόσο αρκούν 11 μήνες για να επιτευχθεί και να επικυρωθεί συμφωνία για τόσο πολλά και τόσο σύνθετα ζητήματα, από τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες μέχρι την αλιεία.
Τα τεχνικά προβλήματα μπορούν, ωστόσο, να ξεπεραστούν εάν υπάρξει πολιτική βούληση. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να συνομολογηθεί μια «μίνι» εμπορική συμφωνία μέχρι το τέλος του 2020, που θα καλύπτει τα πιο καίρια ζητήματα, αφήνοντας λεπτομέρειες και ήσσονος σημασίας τομείς της οικονομίας για αργότερα.
Το δίλημμα για τους «27» είναι πρωτίστως πολιτικό: θα επιλέξουν μια όσο γίνεται πιο στενή σχέση με τη Βρετανία (ο Μακρόν έχει προτείνει και Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ασφαλείας με τη συμμετοχή του Ηνωμένου Βασιλείου) με κίνδυνο να ενθαρρύνουν στο μέλλον μιμητές της; Ή θα επιλέξουν μια σκληρή γραμμή, διακινδυνεύοντας ένα Brexit χωρίς συμφωνία που θα βλάψει και τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα, ενώ θα σπρώξει ακόμη περισσότερο τη Βρετανία προς την αμερικανική τροχιά; Ενα δύσκολο σταυρόλεξο για πολύ δυνατούς λύτες.
«Ε.Ε. που θα προστατεύει τους λαούς της»
Γεγονός είναι ότι η Ε.Ε. των «27» συνιστά το μοναδικό μοντέλο πολυεθνικής ολοκλήρωσης σε έναν κόσμο ισχυρών, ανταγωνιστικών κρατών με επικεφαλής ηγέτες που έχουν ποντάρει στη μία ή στην άλλη μορφή εθνικισμού: Τραμπ, Σι, Πούτιν, Μόντι, Τζόνσον, Ερντογάν, Μπολσονάρο, Νετανιάχου – ο κατάλογος μπορεί να επεκταθεί σε μάκρος. Η παράλυση του Παγκόσμιου Oργανισμού Eμπορίου, οι εμπορικοί πόλεμοι και η άνοδος των αισθημάτων υπέρ της εθνικής κυριαρχίας σε πολλές χώρες καθιστούν τις προκλήσεις ισχυρότερες. Από την πρώτη στιγμή που ήρθε στην εξουσία, ο Εμανουέλ Μακρόν έδωσε τη δική του απάντηση, προβάλλοντας το σύνθημα για «ευρωπαϊκή κυριαρχία», δηλαδή για μετατροπή της Ε.Ε. σε πολιτική οντότητα. Γλώσσα Μακρόν χρησιμοποίησε την εβδομάδα που πέρασε και η νέα πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μιλώντας για «στρατηγική αυτονομία» μιας «Ευρώπης που θα προστατεύει» τους λαούς της. Το πώς, πόσο και πότε θα αποκρυσταλλωθούν όλα αυτά, παραμένει βεβαίως άγνωστο.