Ισχυρό ενδιαφέρον από Έλληνες του εξωτερικού για το καθεστώς φορολόγησης στην Ελλάδα «Νon-Dom» – Όμως οι κάτοικοι των ΗΠΑ έχουν απέναντί τους το IRS και το φάσμα απώλειας της αμερικανικής ιθαγένειας
Στις Συμπληγάδες του πανίσχυρου IRS (Internal Revenue Service), δηλαδή της αμερικανικής εφορίας, φαίνεται να σκοντάφτει η πρόθεση εύπορων Ελληνοαμερικανών να μεταφέρουν τη φορολογική κατοικία τους στη χώρα μας, ώστε να επωφεληθούν από το νέο καθεστώς του Non-Dom («διαμένοντος μη κατοίκου» ή Non Domiciled Resident), σύμφωνα με πληροφορίες του NM.
Οι ιδιαιτέρως ελκυστικές σχετικές διατάξεις οι οποίες ψηφίστηκαν πριν από μιάμιση εβδομάδα στη Βουλή έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον εύπορων ομογενών από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία, αλλά και ξένων από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Ο λόγος είναι προφανής: μεταφέροντας στην Ελλάδα τη φορολογική κατοικία τους και υλοποιώντας μέσα σε μια τριετία επενδύσεις ύψους τουλάχιστον 500.000 ευρώ σε ακίνητα, επιχειρήσεις ή κινητές αξίες στη χώρα μας, εκατομμυριούχοι από οποιαδήποτε γωνιά του πλανήτη μπορούν να φορολογηθούν εδώ για το παγκόσμιο εισόδημά τους πληρώνοντας εφάπαξ φόρο μόνο 100.000 ευρώ τον χρόνο και επιπλέον 20.000 ευρώ τον χρόνο για κάθε συγγενικό πρόσωπο που θα φέρουν μαζί τους. Ακόμα ένα πλεονέκτημα είναι ότι απαλλάσσονται από φόρο κληρονομιών ή δωρεών περιουσίας που βρίσκεται στην αλλοδαπή. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να παραμείνουν στην «ομπρέλα» του Non-Dom για διάστημα έως 15 φορολογικών ετών, χωρίς δυνατότητα παράτασης. Όπως πληροφορείται το ΝΜ, στο υπουργείο Οικονομικών δέχθηκαν ήδη τα πρώτα τηλέφωνα από το εξωτερικό για διευκρινίσεις.
Ωστόσο, εύποροι Ελληνοαμερικανοί που θέλησαν να αξιοποιήσουν τη δυνατότητα αυτή και εξέφρασαν το ενδιαφέρον τους στις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου, διαπίστωσαν στη συνέχεια πως, εάν προχωρήσουν, θα χάσουν την αμερικανική υπηκοότητά τους, γεγονός που θα δημιουργούσε σειρά προβλημάτων στη συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριοποίησής τους στις ΗΠΑ.
Η εμπλοκή δεν οφείλεται στο ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο, αλλά αποκλειστικά στην αμερικανική νομοθεσία και στην εφαρμογή της από το παγκοσμίως γνωστό για την αυστηρότητά του IRS. Όπως επισημαίνουν ειδικοί στο αμερικανικό Φορολογικό Δίκαιο, οι ΗΠΑ είναι η μοναδική ανεπτυγμένη χώρα που φορολογεί τους πολίτες της για το παγκόσμιο εισόδημά τους, ανεξάρτητα από το πού αποκτήθηκε. Μάλιστα, οι Αμερικανοί πολίτες φορολογούνται στις ΗΠΑ για οποιαδήποτε δωρεά ή κληρονομιά.
Έτσι, σύμφωνα με τους ειδικούς, Αμερικανοί πολίτες που ζουν και δραστηριοποιούνται σε άλλες χώρες έχουν τρεις επιλογές: είτε να αγνοήσουν τις φορολογικές υποχρεώσεις τους στις ΗΠΑ αλλά να βρεθούν στη συνέχεια αντιμέτωποι με κυρώσεις, είτε να συνεχίσουν να τις πληρώνουν κανονικά, είτε να αποποιηθούν την αμερικανική υπηκοότητα. Και οι τρεις επιλογές έχουν προφανή, σημαντικά μειονεκτήματα.
Στελέχη του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών ανέφεραν, πάντως, στο ΝΜ ότι, εάν οι Ελληνοαμερικανοί πολίτες διαθέτουν και ελληνικό διαβατήριο, οι αμερικανικές υπηρεσίες δεν θα πρέπει να δημιουργήσουν προσκόμματα στην ένταξή τους στο καθεστώς του διαμένοντας μη κατοίκου στη χώρα μας.
Επιπλέον τονίζουν πως, μολονότι θεωρητικά οποιαδήποτε χώρα μπορεί να διεκδικήσει έναν πολίτη της που αξιοποιεί το πλαίσιο του Non-Dom, η Ελλάδα δεν αναμένεται να αντιμετωπίσει τέτοια προβλήματα, διότι η κυβέρνηση χρησιμοποίησε ως πρότυπο το επιτυχημένο μοντέλο της γειτονικής Ιταλίας, όπου οι ενστάσεις για περιπτώσεις μεταφοράς φορολογικής κατοικίας δεν αυξήθηκαν μετά την εφαρμογή του Non Dom.
Τις επόμενες εβδομάδες το υπουργείο Οικονομικών και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) θα προχωρήσουν στην έκδοση των απαιτούμενων υπουργικών αποφάσεων και εγκυκλίων, ώστε το καθεστώς του διαμένοντος μη κατοίκου να τεθεί επισήμως σε εφαρμογή από τις αρχές του νέου έτους.
Πέρα από την Ιταλία, κίνητρα σε Κροίσους από το εξωτερικό προκειμένου να μεταφέρουν τη φορολογική κατοικία τους με αντάλλαγμα την ευνοϊκή φορολόγηση, προσφέρουν κράτη όπως η Μάλτα, η Πορτογαλία και η Κύπρος, η οποία όμως αντιμετωπίζει πλέον προβλήματα με τις ευρωπαϊκές αρχές. Το κυπριακό μοντέλο δεν θέτει ως προϋπόθεση την πραγματοποίηση επενδύσεων, γεγονός που θεωρήθηκε αθέμιτος φορολογικός ανταγωνισμός και προκάλεσε την παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.