Το δωδεκάμηνο Ιουνίου 2018 – Μαϊου 2019 τα συνόλικα έσοδα εφθασαν το 1,15 δισ Ευρώ. Τα περισσότερα καταλύματα βρίσκονται στην Αθήνα, τα πιο αποδοτικά στη Σαντορίνη και στη Μύκονο
Σε 1,15 δισ. ευρώ έφθασαν τα συνολικά έσοδα από τις μισθώσεις καταλυμάτων στην Ελλάδα μέσω των πλατφορμών Airbnb και HomeΑway, κατά το δωδεκάμηνο Ιουνίου 2018 – Μαΐου 2019.
Από τα 1,15 δισ. ευρώ των συνολικών εσόδων, η μερίδα του λέοντος, δηλαδή τα 1,08 δισ. ευρώ εισπράχθηκαν από τα αυτόνομα καταλύματα. Για τα καταλύματα αυτά, η μέση πληρότητα ανήλθε σε 53%, η μέση τιμή καταλύματος διαμορφώθηκε στα 146 ευρώ, το ημερήσιο έσοδο ανά διαθέσιμο κατάλυμα σε 77 ευρώ και το μέσο ετήσιο έσοδο ανά κατάλυμα σε 8.912 ευρώ.
Αυτά αναφέρονται σε μελέτη του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) με θέμα: «Οικονομικά στοιχεία βραχυχρόνιων μισθώσεων στην Ελλάδα, μέσω πλατφορμών Airbnb και HomeAway, η οποία δόθηκε την Πέμπτη (5/12) στη δημοσιότητα.
Αν και όπως είναι αναμενόμενο, την πρώτη θέση στα διαθέσιμα καταλύματα καταλαμβάνει η Αθήνα, την κούρσα όσον αφορά, τη ζήτηση, τις πληρότητες και τα έσοδα οδηγούν η Μύκονος και η Σαντορίνη. Ετσι, η Σαντορίνη εμφάνισε τη μεγαλύτερη πληρότητα (62%) στα ενεργά αυτόνομα καταλύματα και ακολούθησαν η Αθήνα με 60% και η Κεφαλονιά με 59%. Η μέση τιμή καταλύματος της Σαντορίνης ήταν στα 341 ευρώ, ενώ την πρώτη θέση είχε η Μύκονος με 496 ευρώ, σημαντικά υψηλότερη και από αυτήν της Αθήνας, η οποία παρά την υψηλή πληρότητα, εμφάνισε χαμηλή μέση τιμή καταλύματος μόλις στα 66 ευρώ, ενώ την πιο χαμηλή παρουσιάζει η Θεσσαλονίκη με 45 ευρώ. Το υψηλότερο ετήσιο έσοδο ανά κατάλυμα εμφάνισε η Σαντορίνη με 31.734 ευρώ και ακολούθησε η Μύκονος με 27.263 ευρώ.
170.000 καταλύματα στην Ελλάδα
Αναλυτικά, στο υπό μελέτη διάστημα διατέθηκαν προς μίσθωση στην Ελλάδα από τις δύο πλατφόρμες 170.542 καταλύματα, εκ των οποίων τα 137.484, δηλαδή το 81%, μισθώθηκαν τουλάχιστον μια φορά. Από αυτά, τα 121.287 ήταν αυτόνομα καταλύματα, ενώ στα υπόλοιπα 16.197 υπήρχαν κοινόχρηστοι χώροι εντός του ενοικιαζόμενου καταλύματος.
Αθήνα, Χανιά́ και Πολύγυρος κυριαρχούν και στο πλήθος των διαθέσιμων καταλυμάτων με 14.348, 10.909 και 8.881 αντίστοιχα και σε αυτά́ που δέχτηκαν τουλάχιστον μια κράτηση. Δεν ισχύει το ίδιο με τα έσοδα ανά ενεργό κατάλυμα, οπού πάλι η Μύκονος και η Σαντορίνη είναι πρώτες με απόσταση. Το πλήθος των καταλυμάτων που δέχθηκαν τουλάχιστον μια κράτηση, αντιστοιχεί́ στο 70-90% του συνολικού́ πλήθους διαθέσιμων καταλυμάτων, με μόνη εξαίρεση την Κω που φτάνει στο 65%.
Στην έρευνα σημειώνεται, πάντως, ότι οι πλατφόρμες αυτές καλύπτουν μόνο ένα μέρος της αγοράς βραχυχρόνιων μισθώσεων, ενώ σύμφωνα με την Euromonitor, η συνολική δαπάνη για διαμονή το 2018 εκτιμάται ότι ανήλθε σε 9,9 δισ. ευρώ.
«Πρωταθλητής» στα έσοδα ο Αύγουστος
Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, στο δωδεκάμηνο Ιούνιος 2018 – Μάϊος 2019, για τα αυτόνομα καταλύματα που μισθώθηκαν τουλάχιστον μια φορά, οι μισθώσεις μέσω Airbnb και HomeAway ακολούθησαν την εποχικότητα του τουρισμού στην Ελλάδα.
Παρατηρείται κορύφωση στην υψηλή περίοδο του καλοκαιριού και έπειτα αναμενόμενη πτώση και στασιμότητα τους χειμερινούς μήνες, με την αύξηση να έρχεται πάλι από την άνοιξη και έπειτα. Η μεγαλύτερη πληρότητα παρατηρείται τον Αύγουστο του 2018 με 68% και ακολουθούν ο Ιούλιος με 60% και ο Σεπτέμβριος με 54%.
Τη μεγαλύτερη μέση τιμή καταλύματος είχε ο Ιούλιος στα 172 ευρώ, ακολούθησε ο Αύγουστος στα 171 ευρώ και ο Ιούνιος με 153 ευρώ. Ωστόσο τα έσοδα ακολούθησαν άλλη πορεία καθώς, λόγω της υψηλότερης πληρότητας, το ημερήσιο έσοδο ανά διαθέσιμο κατάλυμα ήταν μεγαλύτερο τον Αύγουστο, στα 116 ευρώ, και ακολούθησαν ο Ιούλιος με 102 ευρώ και ο Ιούνιος με 76 ευρώ.
Προβληματισμός για τον αθέμιτο ανταγωνισμό
Στην έρευνα επισημαίνεται για ακόμα μία φορά ότι κρίνεται επιβεβλημένη η ανάγκη ρύθμισης και αυτής της αγοράς, καθώς το μέγεθός της απαιτεί πλέον κάτι τέτοιο. «Το κρίσιμο ζητούμενο είναι οι βραχυχρόνιες μισθώσεις να μην γίνονται με τρόπο που συνιστά αθέμιτο ανταγωνισμό για τις επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν νόμιμα και φυσικά να μην δημιουργεί παράπλευρα αλλά σημαντικά προβλήματα στην εξεύρεση κατοικίας, στις τιμές των ενοικίων, στην εύρυθμη λειτουργία των πολυκατοικιών, των γειτονιών, αλλά και των πόλεων» επισημαίνεται χαρακτηριστικά. Κι αυτό γιατί εκτός των ζητημάτων αθέμιτου ανταγωνισμού, όπως αναφέρει το ΙΝΣΕΤΕ, τα τελευταία χρόνια δημιουργούνται σημαντικά προβλήματα «σε πολυκατοικίες, “εκτοπίζοντας” κατοίκους από ολόκληρες περιοχές, αλλάζοντας την φυσιογνωμία περιοχών, αυξάνοντας τα ενοίκια, προκαλώντας έλλειψη στέγης σε τουριστικούς προορισμούς κ.α.»
Ενα άλλο χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης αγοράς, το οποίο επισημαίνεται στη μελέτη, είναι η συνεχώς μεταβαλλόμενη προσφορά καταλυμάτων ανάλογα με τη ζήτηση. Συγκεκριμένα – όπως τονίζεται – ενδέχεται κάποιο κατάλυμα να εμφανίζεται διαθέσιμο προς μίσθωση στις πλατφόρμες για κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδο ή ακόμα και για ελάχιστες ημέρες, αλλά μετά να αποσύρεται. Αυτό κυρίως συμβαίνει γιατί υπάρχει προσαρμογή της προσφοράς στη ζήτηση, δηλαδή σε περιόδους όπου υπάρχει μεγάλη ζήτηση (είτε εποχικά είτε για κάποιο σημαντικό έκτακτο γεγονός, πχ. αγώνες, συναυλίες, εκθέσεις) εμφανίζονται περισσότερα καταλύματα προς μίσθωση στις πλατφόρμες, ενώ σε περιόδους χαμηλής ζήτησης, πολλά αποσύρονται.
Επίσης, μπορεί ο εκάστοτε ιδιοκτήτης να κατοικεί ο ίδιος στο εν λόγω κατάλυμα και να επιχειρεί να το εκμισθώσει σε κάποιον άλλον τις ημέρες που ο ίδιος έχει προγραμματίσει να λείπει, αποκομίζοντας έτσι ένα επιπλέον εισόδημα, χωρίς να ενδιαφέρεται για περαιτέρω μίσθωση. Για το λόγο αυτό και η μεταβολή πληρότητας μεταξύ υψηλής και χαμηλής σεζόν είναι σχετικά μικρή, από 68% τον Αύγουστο 2018 σε 41% τον Ιανουάριο 2019, σε επίπεδο χώρας.
Επιπλέον, όπως είναι αναμενόμενο, η μειωμένη προσφορά παίζει κρίσιμο ρόλο σε ζητήματα πληρότητας ή εσόδων. Ετσι, αν και στην Αθήνα υπάρχει υψηλή ζήτηση, λόγω αυξημένης προσφοράς ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα καταλύματα είναι μεγάλος και συνακόλουθα οι προσφερόμενες τιμές χαμηλές.
Αντίθετα, σε νησιά όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, όπου τα διαθέσιμα καταλύματα είναι εκ των πραγμάτων πεπερασμένα εξαιτίας του οικοδομικού κορεσμού και το τουριστικό brand τους είναι ιδιαίτερα υψηλό, καταγράφεται πολύ μεγάλη πληρότητα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ζήτηση προϋπάρχει, ενώ δεν μπορούν να υπάρξουν πολλά ακόμη καταλύματα. Ως επακόλουθο της εν λόγω εξέλιξης, οι τιμές είναι ιδιαίτερα αυξημένες, καθώς ο ανταγωνισμός περνά στους υποψήφιους μισθωτές.
Η μελέτη έχει αξιοποιήσει στοιχεία από την AirDNA, ωστόσο όπως αναφέρεται, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις στις πλατφόρμες της Airbnb και της HomeΑway εκτός από́ τα καταλύματα που μισθώνονται με βραχυχρόνια αστική́ μίσθωση (πχ δωμάτια, διαμερίσματα, σπίτια κλπ.), περιλαμβάνουν και καταλύματα που είναι αδειοδοτημένα από́ τον ΕΟΤ (πχ ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, τουριστικές επαύλεις κλπ.), με τη μεταξύ́ τους κατανομή́ να μην είναι γνωστή́.