Την πλήρη εικόνα για το πώς θα εφαρμοσθεί το νέο “καθεστώς” της “μίας εισφοράς” για τους ελεύθερους επαγγελματίες με παράλληλη απασχόληση δίνει το σχέδιο του νέου Ασφαλιστικού το οποίο αποκάλυψε, κατ’ αποκλειστικότητα, το Capital.gr. To “καθεστώς” αυτό θα ισχύσει αναδρομικά από την 1η/1/2020 (αφού ψηφισθεί το σχετικό ν/σ έως τα τέλη του επόμενου μήνα) και θα αφορά τα μέλη των εταιρειών, τους ατομικούς επιχειρηματίες και τους “μπλοκάκηδες” με πάνω από 3 εργοδότες.
Το εν λόγω νομοσχέδιο περιγράφει αλλαγές σε έξι βασικά πεδία παράλληλα απασχολούμενων:
1. Σε περιπτώσεις μισθωτών που πραγματοποιούν παράλληλα περισσότερες της μίας μισθωτές απασχολήσεις σε διαφορετικούς εργοδότες, καταβάλλονται για κάθε μισθωτή απασχόληση οι εισφορές για κύρια σύνταξη που προβλέπονται (σ.σ. για τους μισθωτούς) και έως του ανωτάτου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών. Ως προς την εργοδοτική εισφορά το ανώτατο όριο ασφαλιστέων αποδοχών εφαρμόζεται χωριστά για κάθε εργοδότη. Στις περιπτώσεις αυτές, όσοι υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς επικουρικής ασφάλισης ή εφάπαξ παροχής καταβάλλουν αντίστοιχα για κάθε μισθωτή απασχόληση τις προβλεπόμενες εισφορές.
Σε περιπτώσεις αυτοτελώς απασχολουμένων που παράλληλα ασκούν και ελεύθερο επάγγελμα, καταβάλλεται με ελεύθερη επιλογή του ασφαλισμένου μία ασφαλιστική εισφορά κύριας σύνταξης από τις προβλεπόμενες έξι ασφαλιστικές κατηγορίες που αφορούν τους επαγγελματίες.
Σε περιπτώσεις αυτοτελώς απασχολουμένων που παράλληλα ασκούν και ελεύθερο επάγγελμα καταβάλλεται με ελεύθερη επιλογή του ασφαλισμένου μία ασφαλιστική εισφορά υγειονομικής περίθαλψης από τις προβλεπόμενες έξι ασφαλιστικές κατηγορίες για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Στις παραπάνω περιπτώσεις και εφόσον υποχρεούται ο ασφαλισμένος σε καταβολή εισφοράς επικουρικής ασφάλισης ή εφάπαξ παροχής, καταβάλλεται αντίστοιχα με ελεύθερη επιλογή του ασφαλισμένου μία ασφαλιστική εισφορά επικουρικής ασφάλισης από τις προβλεπόμενες τρεις ασφαλιστικές κατηγορίες και μία ασφαλιστική εισφορά εφάπαξ παροχής από τις προβλεπόμενες τρεις ασφαλιστικές κατηγορίες .
Ειδικά στις περιπτώσεις ιδιοκτητών τουριστικών καταλυμάτων και γενικά όλων των κυρίων και μη κυρίων καταλυμάτων με το ειδικό σήμα λειτουργίας του ΕΟΤ δυναμικότητας έως και 5 δωματίων σε ολόκληρη την Επικράτεια, καθώς και όλων των κυρίων και μη κυρίων καταλυμάτων με το ειδικό σήμα λειτουργίας του ΕΟΤ δυναμικότητας από 6 έως και 10 δωματίων σε όλη την επικράτεια που είναι παράλληλα εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών εκμεταλλεύσεων, οι οποίοι υπάγονται στην ασφάλιση του ΟΓΑ για άλλη δραστηριότητα, καταβάλλεται κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου μία ασφαλιστική εισφορά από τις προβλεπόμενες έξι ασφαλιστικές κατηγορίες των αγροτών. Ο χρόνος ασφάλισης θεωρείται ότι διανύθηκε στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ.
Για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλεται για τις εισφορές της κύριας σύνταξης υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά των μισθωτών, ως μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό. Για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή επάγγελμα υπαγόμενο στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλλεται για τις εισφορές της υγειονομικής περίθαλψης υποχρεωτικά η μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται.
– Η παραπάνω συνολική μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη για την κύρια σύνταξη δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας των ελευθέρων επαγγελματιών (σ.σ. 252 ευρώ/μήνα συν 10 ευρώ υπέρ ανεργίας) για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ.
Η ανωτέρω εισφορά για υγειονομική περίθαλψη δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας (σ.σ. 66 ευρώ/μήνα) για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα.
Στην περίπτωση που η συνολική εισφορά κύριας σύνταξης ως μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό υπολείπεται του ποσού της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας των επαγγελματιών (σ.σ. 252 ευρώ/μήνα κ.λπ.) για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα.
Στην περίπτωση που η εισφορά υγειονομικής περίθαλψης ως μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη υπολείπεται του ποσού της δεύτερης ασφαλιστικής κατηγορίας των αγροτών για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ή για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.
Για τον υπολογισμό της ανωτέρω εισφοράς κύριας σύνταξης των μισθωτών και υγειονομικής περίθαλψης υπολογίζονται οι συνολικές μηνιαίες εισφορές μισθωτού και εργοδότη, στις οποίες δεν συμπεριλαμβάνονται οι εισφορές μισθωτού και εργοδότη επί των δώρων και του επιδόματος αδείας των μισθωτών.
– Ειδικά για τους μισθωτούς που παράλληλα ασφαλίζονται για πρώτη φορά ως αυτοτελώς απασχολούμενοι ή ελεύθεροι επαγγελματίες, η παραπάνω συνολική μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη για την κύρια σύνταξη και για υγειονομική περίθαλψη δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας των επαγγελματιών (210 ευρώ/μήνα συν 10 ευρώ εισφορά υπέρ ΟΑΕΔ).
– Οι μισθωτοί που απασχολούνται παράλληλα ως αυτοτελώς απασχολούμενοι ή ελεύθεροι επαγγελματίες έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν, κατόπιν αιτήσεως, υψηλότερη ασφαλιστική κατηγορία εισφορών κύριας σύνταξης για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα. Σε περίπτωση που η συνολική εισφορά τους σαν μισθωτοί υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της εκάστοτε ασφαλιστικής κατηγορίας που επιλέγεται, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.
– Μισθωτοί που παράλληλα αμείβονται με δελτία παροχής υπηρεσιών από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο παρέχουν μισθωτή εργασία ή σε συνδεδεμένα με αυτά πρόσωπα, εφαρμόζονται αναλογικά ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις που διέπουν το “καθεστώς” εισφορών των μισθωτών.
– Για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα και υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς επικουρικής ασφάλισης καταβάλλεται για τις εισφορές της επικουρικής ασφάλισης υποχρεωτικά η προβλεπόμενη ασφαλιστική εισφορά ως μηνιαία εισφορά μισθωτού και εργοδότη και κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στο άρθρο αυτό. Η εισφορά αυτή δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας. Σε περίπτωση που υπολείπεται καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο. Οι ασφαλισμένοι αυτοί διατηρούν τη δυνατότητα να επιλέγουν, κατόπιν αιτήσεως υψηλότερη ασφαλιστική κατηγορία εισφορών επικουρικής ασφάλισης. Σε περίπτωση που η συνολική εισφορά υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της εκάστοτε ασφαλιστικής κατηγορίας που επιλέγεται, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.
– Για τους μισθωτούς που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα και υποχρεούνται σε καταβολή εισφοράς εφάπαξ παροχής, καταβάλλεται για τις εισφορές της εφάπαξ παροχής υποχρεωτικά η ασφαλιστική εισφορά μισθωτών. Η εισφορά αυτή δεν είναι δυνατόν να υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της πρώτης ασφαλιστικής κατηγορίας. Σε περίπτωση που υπολείπεται καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο. Οι ασφαλισμένοι αυτοί διατηρούν τη δυνατότητα να επιλέγουν, κατόπιν αιτήσεως υψηλότερη ασφαλιστική κατηγορία εισφορών εφάπαξ παροχής. Σε περίπτωση που η συνολική εισφορά μισθωτών υπολείπεται του ποσού της εισφοράς της εκάστοτε ασφαλιστικής κατηγορίας που επιλέγεται, καταβάλλεται η διαφορά από τον ασφαλισμένο.
Όλες οι ανωτέρω ρυθμίσεις των υποπεριπτώσεων εφαρμόζονται και για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή. Ειδικά για τους δικηγόρους με έμμισθη εντολή καταβάλλεται για τις εισφορές της επικουρικής ασφάλισης υποχρεωτικά η σχετική ασφαλιστική εισφορά και για τις εισφορές εφάπαξ παροχής υποχρεωτικά η σχετική ασφαλιστική εισφορά.
2. Οι ασφαλισμένοι μισθωτοί που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο επάγγελμα για υγειονομική περίθαλψη υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του φορέα, κλάδου ή τομέα που εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ και καταβάλλουν την ασφαλιστική εισφορά των μισθωτών.
3. Ασφαλισμένοι ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση, για τους οποίους προέκυπτε βάσει γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων, όπως αυτές ίσχυαν έως την έναρξη του ν. 4387/2016 για κάθε φορέα, τομέα, κλάδου ή λογαριασμό που εντάχθηκε στον ΕΦΚΑ, υποχρεωτική ασφάλιση σε δύο ή περισσότερους φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς για την αυτή απασχόληση, καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές σαν μισθωτοί.
Οι παλαιοί ασφαλισμένοι κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 2084/1992, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να έχουν προαιρετικά το δικαίωμα καταβολής δεύτερης εισφοράς στον ΕΦΚΑ, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης. Στην περίπτωση αυτή καταβάλλουν το συνολικό ποσοστό εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, σαν μισθωτοί.
4. Τα παραπάνω (βλέπε σημείο 3), εφαρμόζονται αντίστοιχα για την υγειονομική περίθαλψη, την επικουρική ασφάλιση και την εφάπαξ παροχή. Ειδικά για την εφάπαξ παροχή ό,τι προβλέπεται για τους παλιούς ασφαλισμένους, καταλαμβάνει και τους νέους ασφαλισμένους κατά την έννοια των διατάξεων του ν.2084/1992.
Σε περίπτωση μισθωτών που παράλληλα αυτοαπασχολούνται ή ασκούν ελεύθερο καταβάλλονται υπέρ ΟΑΕΔ μόνο οι προβλεπόμενες για τους μισθωτούς εισφορές. Εάν δεν προβλέπεται η καταβολή εισφοράς υπέρ ΟΑΕΔ για τη μισθωτή εργασία ή την έμμισθη εντολή καταβάλλεται η εισφορά υπέρ ΟΑΕΔ του ελεύθερου επαγγελματία και υπέρ ΛΑΕ για τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ.
5. Σε περίπτωση παράλληλης ασφάλισης για υγειονομική περίθαλψη αφενός σε εντασσόμενο στον ΕΦΚΑ φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό και αφετέρου σε μη εντασσόμενο στον ΕΦΚΑ φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό ο ασφαλισμένος διατηρεί το δικαίωμα να επιλέξει κατόπιν αιτήσεώς του, την ασφάλισή του για υγειονομική περίθαλψη στον φορέα εκτός ΕΦΚΑ καταβάλλοντας την προβλεπόμενη εισφορά του φορέα που επιλέγει.
6. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται αναλογικά και για τα πρόσωπα που είναι τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι και λειτουργοί του Δημοσίου, οι τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι και λειτουργοί της Βουλής, των Ν.Π.Δ.Δ. και των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμίδας κ.λπ.