Λύση που θα «ξεμπλοκάρει» την εξέταση των περίπου 170.000 αντιρρήσεων που έχουν κατατεθεί από πολίτες για τους δασικούς χάρτες αναζητεί το υπουργείο Περιβάλλοντος. Ομάδα εμπειρογνωμόνων που συγκροτήθηκε από το υπουργείο πρότεινε να υποστηριχθούν οι Διευθύνσεις Δασών στο έργο τους με την πρόσληψη ειδικών με σύμβαση έργου και να δοθεί οικονομικό κίνητρο στους υπαλλήλους που συμμετέχουν στις επιτροπές εξέτασης των αντιρρήσεων. Η αντιμετώπιση του ζητήματος είναι κρίσιμης σημασίας, καθώς την άνοιξη αναμένεται να ξεκινήσει σταδιακά η ανάρτηση των δασικών χαρτών του υπολοίπου 45% της χώρας, ενώ το αδιέξοδο στην υπόθεση των οικιστικών πυκνώσεων πιθανότατα θα οδηγήσει στην ίδια διαδικασία μεγάλο αριθμό πολιτών.
Από το 2017, όταν ξεκίνησε η ανάρτηση μεγάλων περιοχών στην Πελοπόννησο, οι Διευθύνσεις Δασών γέμισαν με χιλιάδες αιτήσεις πολιτών για επανεξέταση του χαρακτηρισμού των εκτάσεων που υποστήριζαν ότι κατείχαν. Σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή που έγινε από το υπουργείο, τον Νοέμβριο του 2019, οι αντιρρήσεις ήταν περί τις 165.000 – επομένως σήμερα εκτιμάται ότι θα έχουν ξεπεράσει τις 170.000-180.000.
Αργοί ρυθμοί
Για την εξέταση των αντιρρήσεων σταδιακά ιδρύθηκαν 142 επιτροπές σε όλη τη χώρα. Ωστόσο, μέχρι στιγμής το έργο τους εκτελείται με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, καθώς έχουν εξετάσει μόλις περί τις 9.000, ήτοι το 5%. Οι νομοθετικές προσπάθειες που έγιναν την τελευταία διετία δεν κατάφεραν να λύσουν το πρόβλημα και έτσι στα τέλη Οκτωβρίου το υπουργείο Περιβάλλοντος ανέθεσε σε 17μελή επιστημονική επιτροπή (με επικεφαλής τον Σταύρο Τσιλίκουνα, προϊστάμενο της Διεύθυνσης Δασικών Eργων και Υποδομών του υπουργείου Περιβάλλοντος) να καταλήξει σε κάποιες προτάσεις για την αντιμετώπιση του ζητήματος. Η πρόταση της ομάδας κατατέθηκε στον αρμόδιο γενικό γραμματέα Κωνσταντίνο Αραβώση τον Δεκέμβριο και εστιάζει σε δύο ζητήματα, τη διευκόλυνση των Διευθύνσεων Δασών στο έργο τους και την παροχή κινήτρου προς τα μέλη των επιτροπών αντιρρήσεων. Πιο συγκεκριμένα:
– Οι Διευθύνσεις Δασών ουσιαστικά προετοιμάζουν τις αντιρρήσεις, ώστε να εξεταστούν ευκολότερα από τις επιτροπές: τις κατηγοριοποιούν, τις ομαδοποιούν (εφόσον αφορούν την ίδια περίπτωση), τις τοποθετούν στο κατάλληλο χαρτογραφικό υπόβαθρο κ.λπ. Ωστόσο οι Διευθύνσεις Δασών (οι οποίες, πρέπει να σημειωθεί, υπάγονται στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και άρα στο υπουργείο Εσωτερικών, όχι στο υπουργείο Περιβάλλοντος) είναι κατά κανόνα υποστελεχωμένες, ενώ οι υπάλληλοί τους έχουν συχνά και άλλα, παράλληλα καθήκοντα. Ετσι η «τροφοδοσία» των επιτροπών με τις αντιρρήσεις καθυστερεί σημαντικά. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα, η ομάδα εργασίας προτείνει να δοθεί η δυνατότητα ανάθεσης στον ιδιωτικό τομέα για την υποστήριξη του έργου της ανάρτησης. Οπως εκτιμάται, η υπηρεσία αυτή μπορεί να επεκταθεί και στην τεχνική υποστήριξη των επιτροπών εξέτασης αντιρρήσεων, καθώς και στη διόρθωση των δασικών χαρτών προς ολική κύρωσή τους (δηλαδή το «πέρασμα» των αποφάσεων των επιτροπών στον δασικό χάρτη ώστε αυτός να οριστικοποιηθεί). Η ομάδα προτείνει την πρόσληψη προσωπικού ορισμένου χρόνου (16μηνης διάρκειας με δυνατότητα παράτασης 8 μηνών), μέσω της «Ελληνικό Κτηματολόγιο».
– Οι επιτροπές αντιρρήσεων συχνά δεν μπορούν να στελεχωθούν για δύο λόγους: είτε επειδή οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις δεν διαθέτουν το κατάλληλο προσωπικό, ή επειδή οι υπάλληλοι είναι υπερφορτωμένοι και το αποφεύγουν. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος η ομάδα εργασίας προτείνει τόσο να ορίζονται και αναπληρωματικά μέλη στις επιτροπές (ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα από την απουσία κάποιου μέλους). Οσο και να συμπληρώνονται οι ειδικότητες που «λείπουν» με τη βοήθεια των τοπικών παραρτημάτων του ΤΕΕ και του ΓΕΩΤΕΕ.
Παράλληλα, προτείνει να θεσπιστεί αμοιβή τόσο για τους δημόσιους υπαλλήλους όσο και για τους ιδιώτες που απαρτίζουν τις επιτροπές. Με έναν πρώτο υπολογισμό, το κόστος εκτιμάται στο 1,5 εκατ. ευρώ για ένα εξάμηνο, ποσό το οποίο μπορεί να καλυφθεί από το Πράσινο Ταμείο με τη χρήση του τέλους υποβολής αντίρρησης.
Να σημειωθεί ότι οι προτάσεις της ομάδας δεν είναι δεσμευτικές για την ηγεσία του υπουργείου, που αναμένεται να λάβει τις οριστικές του αποφάσεις μέσα στον Ιανουάριο ώστε να εντάξει τις όποιες νομοθετικές ρυθμίσεις στο κυοφορούμενο πολυνομοσχέδιο.
Η ενσωμάτωση της Αττικής
Οπως ήταν επόμενο, η σταδιακή ανάρτηση των δασικών χαρτών έβγαλε στην επιφάνεια πολλές καταστάσεις που «κρύβονταν κάτω από το χαλί» επί δεκαετίες: από τη μια πλευρά τις συστηματικές καταπατήσεις ή/και εκχερσώσεις προς καλλιέργεια ή οικοδόμηση, την αυθαίρετη δόμηση, την αποψίλωση μεγάλων εκτάσεων για τη μετατροπή σε βοσκότοπους. Αλλά και την άγνοια των υπηρεσιών του Δημοσίου για τις αλλαγές που έχουν στο παρελθόν συντελεστεί… από δημόσιες αρχές, όπως για παράδειγμα την ένταξη περιοχών στο σχέδιο πόλης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρείχαν στο υπουργείο Περιβάλλοντος οι Διευθύνσεις Δασών, έως τον περασμένο Νοέμβριο είχαν κατατεθεί 162.000 αντιρρήσεις και 12.400 αιτήσεις για διόρθωση προδήλων (απλών) σφαλμάτων. Ο αριθμός των αντιρρήσεων συνδέεται ευθέως με το πόσο μεγάλοι είναι οι δασικοί χάρτες που αναρτήθηκαν. Ετσι, οι περισσότερες αντιρρήσεις αφορούν εκτάσεις στην περιφερειακή ενότητα Ιωαννίνων (16.440), Λακωνίας (15.379), Μεσσηνίας (15.224), Λάρισας (15.131), Αχαΐας (11.986) και Κοζάνης (10.003).
Ομως η κατάσταση δεν πρόκειται να γίνει καλύτερη. Κατ’ αρχάς, την άνοιξη θα ξεκινήσει σταδιακά να αναρτάται το υπόλοιπο 44% των δασικών χαρτών της χώρας. Στις περιοχές που θα αναρτηθούν περιλαμβάνεται και μεγάλο τμήμα της Αττικής. Περαιτέρω, το υπουργείο πιθανότατα θα αναγκαστεί να αναρτήσει τις περιοχές που εξαιρέθηκαν ως «οικιστικές πυκνώσεις» (δηλαδή οικισμοί αυθαιρέτων), καθώς το ΣτΕ όρισε ξεκάθαρα ότι δεν νοείται αποχαρακτηρισμός δασών για οικοδόμηση.