Σε ισχύ τίθενται από την Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2020 οι διατάξεις του Νόμου 4640/2019 αναφορικά με την υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης σε υποθέσεις οικογενειακού δικαίου.
Ειδικότερα, η πρώτη αυτή φάση της υποχρεωτικότητας αφορά σε οικογενειακές διαφορές, με ορισμένες εξαιρέσεις (διαζύγιο, ακύρωση γάμου, αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας γάμου, προσβολή πατρότητας κ.α.).
Σε δεύτερη φάση, από τη 15η Μαρτίου 2020, η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης θα επεκταθεί και σε διαφορές που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και υπάγονται στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου αν η αξία του αντικειμένου της διαφοράς υπερβαίνει το ποσό των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ και του Πολυμελούς Πρωτοδικείου.
Αξίζει να σημειωθεί πως για το παραδεκτό της συζήτησης της αγωγής που τυχόν θα ασκηθεί, κατατίθεται μαζί με τις προτάσεις της συζήτησης της υπόθεσης πρακτικό της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης.
Η διαδικασία της διαμεσολάβησης
Σύμφωνα με το άρθρο 7 του νέου νόμου (4640/2019) για τη διαμεσολάβηση, το μέρος που επισπεύδει τη διαδικασία έχει τη δυνατότητα είτε να επικοινωνήσει με το άλλο ή τα άλλα μέρη της διαφοράς για τον διορισμό διαμεσολαβητή κοινής αποδοχής είτε να απευθυνθεί σε διαμεσολαβητή της επιλογής του.
Στην περίπτωση αυτή, ο διαμεσολαβητής επικοινωνεί με το άλλο ή τα άλλα μέρη με κάθε πρόσφορο μέσο, για να διαπιστώσει αν επιτυγχάνεται συμφωνία ως προς το πρόσωπό του και λαμβάνει σχετική έγγραφη έγκρισή τους.
Αν δεν καταστεί δυνατή η επικοινωνία ή αν δεν επιτευχθεί συμφωνία ως προς το πρόσωπο του διαμεσολαβητή, τότε διορίζεται διαμεσολαβητής από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης με επιμέλεια του επισπεύδοντος μέρους.
Ο χρόνος, ο τόπος και οι λοιπές διαδικαστικές λεπτομέρειες της διεξαγωγής της διαμεσολάβησης καθορίζονται από τον διαμεσολαβητή σε συμφωνία με τα μέρη.
Η υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης λαμβάνει χώρα, κατά κανόνα, το αργότερο εντός είκοσι ημερών από την επομένη της αποστολής στον διαμεσολαβητή του αιτήματος προσφυγής στη διαδικασία διαμεσολάβησης.
Μετά το πέρας της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας συντάσσεται πρακτικό από τον διαμεσολαβητή που υπογράφεται από τον ίδιο και όλους τους συμμετέχοντες και αν επακολουθήσει άσκηση αγωγής ή αν έχει ήδη ασκηθεί, αυτό κατατίθεται στο δικαστήριο επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της υπόθεσης μαζί με τις προτάσεις.
Στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία τα μέρη παρίστανται μαζί με νομικό παραστάτη, του οποίου η αμοιβή συμφωνείται ελεύθερα και για τη συμμετοχή του σε όλη τη διαδικασία της διαμεσολάβησης εκδίδεται γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών ποσού εξήντα ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας Ειρηνοδικείου, ποσού εκατό ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας Μονομελούς Πρωτοδικείου και ποσού εκατόν πενήντα ευρώ για υποθέσεις αρμοδιότητας Πολυμελούς Πρωτοδικείου.
Το δικαστήριο που επιλαμβάνεται της διαφοράς δύναται να επιβάλει στο μέρος που δεν προσήλθε στην υποχρεωτική αρχική συνεδρία διαμεσολάβησης, παρότι έχει κληθεί, χρηματική ποινή η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη από εκατό ευρώ και μεγαλύτερη από πεντακόσια ευρώ, αναλόγως της εν γένει συμπεριφοράς του και των λόγων μη προσέλευσης.