ΑΠΟΦΑΣΗ
Lacombe κατά Γαλλίας της 10.10.2019 (αριθ. προσφ. 23941/14)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Αφαίρεση επιμέλειας από πατέρα και απόδοση σε μητέρα. Ύψιστο συμφέρον του παιδιού. Στάθμιση των ισχυρισμών των διαδίκων και του συμφέροντος του παιδιού.
Ο προσφεύγων απέκτησε ένα γιο με την πρώην σύζυγο του, υπήκοο Μεξικού. Ύστερα από πολυετή δικαστική διαμάχη κατά την διάρκεια της οποίας εκδόθηκαν αποφάσεις που ανέθεταν την επιμέλεια του παιδιού πότε στον έναν γονέα και πότε στον άλλον, στις οποίες αποφάσεις αμφότεροι οι γονείς δεν υπάκουσαν αλλά αυτοβούλως «απήγαγαν» το παιδί τους στον τόπο κατοικίας τους, η επιμέλεια ανατέθηκε αμετάκλητα στη μητέρα. Ο πατέρας παραπονέθηκε για παραβίαση της οικογενειακής του ζωής.
Το Στρασβούργο διαπίστωσε ότι διαδικασία λήψης αποφάσεων από τα Εθνικά Δικαστήρια ήταν δίκαιη, επέτρεψε στον προσφεύγοντα να παρουσιάσει πλήρως τις απόψεις και θέσεις του και η απόφαση επιστροφής βασίστηκε σε σχετικούς και επαρκείς λόγους για τους σκοπούς του άρθρου 8 § 2 της Σύμβασης, υπό το πρίσμα του άρθρου 13 (β) της Σύμβασης της Χάγης και του άρθρου 3 § 1 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού και ήταν ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο θεμιτό σκοπό δηλαδή προς το ύψιστο συμφέρον του παιδιού. Συνεπώς δεν παραβιάστηκε το δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή του προσφεύγοντος (άρθρου 8).
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 8
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων Jean-Philippe Lacombe είναι Γάλλος υπήκοος που γεννήθηκε το 1968 και ζει στη Νίκαια.
Τον Απρίλιο του 1998 ο προσφεύγων παντρεύτηκε μια υπήκοο του Μεξικού στο Μεξικό, όπου και απέκτησαν ένα παιδί.
Τον Φεβρουάριο του 2004 η μητέρα πήρε το παιδί στις Ηνωμένες Πολιτείες για δύο μήνες χωρίς να τον ενημερώσει. Εκείνο το έτος εκδόθηκε διαζύγιο και η γονική μέριμνα ανατέθηκε από κοινού στους δύο γονείς. Ωστόσο, η επιμέλεια ανατέθηκε στον προσφεύγοντα και η μητέρα είχε δικαιώματα επικοινωνίας. Τον Ιούνιο του 2005 αποδόθηκε στη μητέρα η επιμέλεια, ενώ ο πατέρας έλαβε δικαιώματα επικοινωνίας.
Ένα πρώτο σύνολο διαδικασιών για διεθνή απαγωγή ξεκίνησε το 2005-2006 μετά την αναχώρηση του προσφεύγοντος για τη Γαλλία με το παιδί. Με απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 2006, το Marseilles tribunal de grande instance (TGI) (Πρωτοδικείο της Μασσαλίας) έκρινε ότι η απομάκρυνση του παιδιού ήταν παράνομη κατά την έννοια του άρθρου 3 της Σύμβασης της Χάγης. Εντούτοις, ενόψει της εκκρεμούσας διαδικασίας στο Μεξικό για την απόπειρα δολοφονίας του προσφεύγοντος, στην οποία η μητέρα φερόταν ως ύποπτη, το TGI έκρινε ότι υπήρχε σοβαρός κίνδυνος η επιστροφή του παιδιού να το εκθέσει σε βλάβη. Το δικαστήριο εφάρμοσε το άρθρο 13 (β) της Σύμβασης της Χάγης και δεν διέταξε την επιστροφή του παιδιού στη μητέρα του.
Μετά από συνεννόηση με τη μητέρα, ο προσφεύγων συμφώνησε να επιστρέψει την επιμέλεια του παιδιού σε αυτήν.
Τον Απρίλιο του 2007, ο δικαστής οικογενειακών υποθέσεων του Ομοσπονδιακού Επαρχιακού Δικαστηρίου του Μεξικού αφαίρεσε τη γονική μέριμνα του προσφεύγοντος όσον αφορά το παιδί του, λόγω του κινδύνου να διαφύγει από τη χώρα.
Τον Οκτώβριο του 2007 η μητέρα έφυγε από το Μεξικό για τις Ηνωμένες Πολιτείες, παίρνοντας το παιδί μαζί της. Ένα ένταλμα σύλληψης εκδόθηκε από τις αρχές του Μεξικού για απαγωγή παιδιών. Έχοντας βρει το παιδί του στο Τέξας τον Φεβρουάριο του 2009, ο προσφεύγων έλαβε την προσωρινή επιμέλεια από τα δικαστήρια του Τέξας εν αναμονή δίκης κατά την οποία το αμερικανικό δικαστήριο έπρεπε να αποφανθεί επί του θέματος της επιμέλειας. Ο προσφεύγων μετέφερε τον γιό του στο Μεξικό και στη συνέχεια στη Γαλλία, χωρίς να παρευρεθεί στην εκδίκαση της υπόθεσης. Οι αμερικανικές αρχές εξέδωσαν ένταλμα σύλληψης εναντίον του για απαγωγή παιδιού.
Η δεύτερη σειρά διαδικασιών για διεθνή απαγωγή ξεκίνησε το 2009-2010. Τον Οκτώβριο του 2009 η μητέρα υπέβαλε αίτηση στην Αμερικανική Κεντρική Αρχή ζητώντας την επιστροφή του παιδιού στο πλαίσιο της Σύμβασης της Χάγης. Τον Αύγουστο του 2010 τα αμερικανικά δικαστήρια της χορήγησαν την επιμέλεια του παιδιού και, κατά την ίδια περίοδο, το TGI της Μασσαλίας διέταξε να επιστραφεί το παιδί στη μητέρα του στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο προσφεύγων παρέδωσε το παιδί στη μητέρα, αλλά άσκησε έφεση κατά της απόφασης αυτής. Το Εφετείο επικύρωσε την απόφαση, διαπιστώνοντας ότι η συνήθης διαμονή του παιδιού ήταν πράγματι στο Τέξας και ότι δεν διέτρεχε κίνδυνο βρισκόμενο υπό την φροντίδα της μητέρας του. Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αναίρεσης που άσκησε ο προσφεύγων.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 8
Το Δικαστήριο σημείωσε εξ αρχής ότι οι αποφάσεις των γαλλικών αρχών που διατάσσουν την επιστροφή του παιδιού στη μητέρα του βασίζονταν στη Σύμβαση της Χάγης και αποσκοπούσαν στην προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών του παιδιού. Η παρέμβαση, η οποία ήταν σύμφωνη με το νόμο, είχε επομένως επιδιώξει θεμιτό σκοπό κατά την έννοια του άρθρου 8 § 2 της Σύμβασης.
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το βασικό επιχείρημα του προσφεύγοντος στη διαδικασία ενώπιον του TGI και του Εφετείου ήταν ότι η διαμονή του παιδιού στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν παράνομη.
Ωστόσο, τα εθνικά δικαστήρια διαπίστωσαν ότι ο νόμιμος τόπος διαμονής του παιδιού όταν έφυγε για τη Γαλλία ήταν πράγματι στο Τέξας και ότι η απομάκρυνσή του στη Γαλλία από τον πατέρα του ήταν παράνομη.
Κατά τη διαδικασία ενώπιον του TGI, ο προσφεύγων υποστήριξε ότι το παιδί κινδύνευε να κακοποιηθεί από τη μητέρα του και ότι επιθυμούσε να παραμείνει με τον πατέρα του. Ωστόσο, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το TGI είχε ρητά στηρίξει την απόφασή του στην εξέταση του παιδιού από τις κρατικές υπηρεσίες προστασίας του παιδιού. Επισήμανε, όπως και το Ανώτατο Δικαστήριο, ότι ο δικαστής είχε λάβει υπόψη τις απόψεις που εξέφρασε το παιδί, το οποίο δεν είχε εκφράσει διαφωνία ή άρνηση να επιστρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το TGI είχε ορθώς εξετάσει τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος και απάντησε ως προς αυτούς λεπτομερώς.
Στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του Εφετείου, ο προσφεύγων, όταν εκδόθηκε η απόφαση επιστροφής, υποστήριξε και πάλι ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος κακοποίησης του παιδιού τόσο από την ίδια τη μητέρα όσο και από την πλήρη αποσύνδεση των σχέσεων με τον πατέρα του. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι το εθνικό δικαστήριο, αιτιολογώντας την απόφασή του, έλαβε υπόψη και τις δύο πτυχές κινδύνου που επικαλέστηκε ο κ. Lacombe και ουδέποτε αρνήθηκε να εξετάσει τον ισχυρισμό περί σοβαρού κινδύνου. Αντιθέτως, διαπίστωσε ότι το παιδί δεν διέτρεχε κανένα κίνδυνο κακοποίησης από τη μητέρα του αφού εξέτασε τα έγγραφα της δικογραφίας.
Συνεπώς, ο ισχυρισμός περί σοβαρού κινδύνου σε περίπτωση επιστροφής του παιδιού στη μητέρα του εξετάστηκε αποτελεσματικά βάσει των εκτιμήσεων που διατύπωσε ο προσφεύγων σχετικά με το συμφέρον του παιδιού και το Εφετείο εξέδωσε αιτιολογημένη απόφαση. Το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι η διαδικασία λήψης αποφάσεων που οδήγησε στην επιστροφή του παιδιού ήταν δίκαιη. Τόσο ο προσφεύγων όσο και η μητέρα του παιδιού μπόρεσαν να παρουσιάσουν πλήρως τις θέσεις και ισχυρισμούς τους. Από την πλευρά του, το Ανώτατο Δικαστήριο διεξήγαγε αποτελεσματικό έλεγχο σχετικά με το αν το Εφετείο είχε αιτιολογήσει επαρκώς την απόφαση επιστροφής υπό το πρίσμα της Σύμβασης της Χάγης και των συμφερόντων του παιδιού.
Εν κατακλείδι, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα εθνικά δικαστήρια έλαβαν δεόντως υπόψη τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντος και ότι η εν λόγω διαδικασία λήψης αποφάσεων ήταν δίκαιη και επέτρεψε στον προσφεύγοντα να παρουσιάσει πλήρως την υπόθεσή του διασφαλίζοντας παράλληλα την υπεράσπιση των υψίστων συμφερόντων του παιδιού. Λαμβάνοντας υπόψη το περιθώριο εκτίμησης των αρχών, η απόφαση επιστροφής βασίστηκε σε σχετικούς και επαρκείς λόγους για τους σκοπούς του άρθρου 8 § 2 της Σύμβασης, υπό το πρίσμα του άρθρου 13 (β) της Σύμβασης της Χάγης και του άρθρου 3 § 1 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού και ήταν ανάλογη προς τον επιδιωκόμενο θεμιτό σκοπό.
Επομένως, δεν υπήρξε παραβίαση του δικαιώματος στην οικογενειακή ζωή του προσφεύγοντος (επιμέλεια echrcaselaw.com).