Η πρωτοποριακή τακτική του στρατηγού Μιλτιάδη, τα ρίσκα και το πλάνο της επίθεσης των Ελλήνων κατά των υπεράριθμων Περσών
Ακόμη και σήμερα διδάσκεται στις σχολές πολέμου ανά τον κόσμο η τακτική που ακολούθησαν οι Έλληνες τέτοιο καιρό πριν από 2.509 χρόνια προκειμένου να νικήσουν στο πεδίο της μάχης τους κατά πολύ περισσότερους αντιπάλους τους. Η Μάχη του Μαραθώνα κατάφερε να καταρρίψει τον μύθο της αήττητης Περσικής Αυτοκρατορίας και καθόρισε την τύχη του κλασικού ελληνικού πολιτισμού. Οι Αθηναίοι με τη βοήθεια των Πλαταιών κατήγαγαν το 490 π.Χ. μια τεράστια νίκη ενάντια σε όλες τις προβλέψεις, βάζοντας τέλος στην πρώτη και καθοριστική εισβολή των Περσών κατά της Ελλάδας. Εάν έχαναν, ο κόσμος τους επόμενους αιώνες θα ήταν δραματικά διαφορετικός.
Αιτία η Ιωνική Επανάσταση
Η εχθρότητα μεταξύ Ελλήνων και Περσών ξεκινά με το ξέσπασμα της Ιωνικής Επανάστασης (500/499 π.Χ.-494 π.Χ.). Μια σειρά από περιοχές της Μικράς Ασίας εξεγέρθηκαν κατά της περσικής κυριαρχίας, απειλώντας τη σταθερότητα της αυτοκρατορίας, αλλά καταπνίγηκαν.
Ο βασιλιάς Δαρείος Α΄ ορκίζεται να τιμωρήσει τις ελληνικές πόλεις που συμμετείχαν στην επανάσταση – και κυρίως την Αθήνα και την Ερέτρια, που είχαν στείλει τριήρεις.
Για τον σκοπό αυτό, στρατεύματα υπό την ηγεσία του στρατηγού Αρταφέρνη (ανιψιού του Δαρείου) και του Μήδου ναυάρχου Δάτη, αφού καταλαμβάνουν μια σειρά από νησιά του Αιγαίου και ακολούθως την Ερέτρια, περνούν στην Αττική και στρατοπεδεύουν στην πεδιάδα του Μαραθώνα με σκοπό να επιτεθούν και στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι όμως αντιδρούν.
Κλείνουν τις δύο εξόδους από τα στενά του Μαραθώνα και αποφασίζουν να δώσουν εκεί τη μάχη. Εάν έχαναν, ο δρόμος για την άλωση της πόλης τους ήταν ορθάνοιχτος και αυτή θα έπεφτε αμαχητί, καθώς όλοι οι άνδρες όδευαν προς τη βορειοανατολική Αττική. Ταυτόχρονα, ο κήρυκας και δρομέας Φειδιππίδης στάλθηκε στη Σπάρτη για να ζητήσει ενισχύσεις, αλλά οι Λακεδαιμόνιοι επικαλέστηκαν θρησκευτικούς λόγους και απάντησαν ότι θα στείλουν στρατό μετά την πανσέληνο.
Μόνο 1.000 οπλίτες από τις Πλαταιές έσπευσαν στον Μαραθώνα για να βοηθήσουν τους περίπου 10.000 Αθηναίους, που είχαν να αντιμετωπίσουν από 20.000 έως 100.000 Πέρσες (οι γνώμες διίστανται) συν άλλους 1.000 ιππείς. Στην καλύτερη περίπτωση η αναλογία των δύο παρατάξεων ήταν δύο προς ένα.
Η τακτική του Μιλτιάδη
Επί πέντε μέρες οι αντιμαχόμενοι είχαν στρατοπεδεύσει ο ένας απέναντι από τον άλλον και σχεδίαζαν την τακτική τους. Ο εύστροφος και ικανότατος στρατηγός Μιλτιάδης, που κατάρτισε και το τελικό σχέδιο της επίθεσης των Ελλήνων, ανησυχούσε για δύο από τους κινδύνους που έκρυβε η ευθεία αντιπαράθεση με τον εχθρικό στρατό: πρώτον, οι Πέρσες ήταν πολύ περισσότεροι αριθμητικά και δυνητικά θα μπορούσαν να σχηματίσουν ένα πολύ ευρύ μέτωπο και να κυκλώσουν τους Έλληνες από τη μία ή και από τις δύο πλευρές, με αποτέλεσμα η φάλαγγα να ηττηθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα· δεύτερον, ο μεγάλος αριθμός των Περσών τοξοτών και η άριστη τεχνική που διέθεταν ήταν πιθανόν να εξέθετε τη φάλαγγα, που θα προχωρούσε με βραδύ ρυθμό, σε μια βροχή από θανατηφόρα βέλη, η
οποία ενδεχομένως να κατάφερνε να αναγκάσει τους Αθηναίους οπλίτες να σταματήσουν ή και να τραπούν σε φυγή πριν καν συγκρουστούν.
Έπρεπε λοιπόν να λύσει και τα δύο αυτά ζητήματα Προκειμένου να αποφύγει τον κίνδυνο της κύκλωσης, έπρεπε να αυξήσει το μήκος του μετώπου της φάλαγγας.
Όπως αναφέρει και ο καθηγητής ιστορίας του Πανεπιστημίου Κολούμπια Richard A. Billows, που ειδικεύεται στην αρχαιοελληνική περίοδο, περίπου 10.000 στρατιώτες, παραταγμένοι με τη συνηθισμένη τακτική των οκτώ ζυγών, θα σχημάτιζαν μέτωπο περίπου 1.200 ανδρών.
Δεδομένου ότι κάθε άνδρας καταλάμβανε κατά μέσο όρο χώρο ενός μέτρου ή ίσως και λίγο περισσότερο, η πρώτη γραμμή θα είχε στην προκειμένη περίπτωση μήκος σχεδόν 1.300 μέτρων. Αν οι άνδρες παρατάσσονταν με έξι ή και λιγότερους ζυγούς, το μέτωπο θα επεκτεινόταν σημαντικά. Όσο μικρότερο όμως ήταν το βάθος της φάλαγγας τόσο πιο αδύναμη θα ήταν και τόσο θα αυξάνονταν οι πιθανότητες να απωθηθεί και να διαλυθεί. Οπότε, ο Μιλτιάδης αποφάσισε να μειώσει το βάθος της φάλαγγας αλλά σε ένα μόνο μέρος της.
«Εσπασε» τον στρατό στα τρία
Χώρισε έτσι τον στρατό σε τρία τμήματα: το δεξί κέρας, το αριστερό και το κέντρο. Τα δύο άκρα θα είχαν το συνηθισμένο βάθος των οκτώ ζυγών. Μόνο το κέντρο θα έμενε πιο αδύναμο καθώς θα είχε το μισό βάθος, έτσι ώστε το μέτωπο να επεκταθεί.
Ο Μιλτιάδης ήλπιζε ότι τα δύο ισχυρά άκρα θα κατάφερναν να αναχαιτίσουν τα άκρα των αντιπάλων, θα τα έτρεπαν σε φυγή και μετά θα έκαναν έναν γρήγορο ελιγμό για να περικυκλώσουν το κέντρο των Περσών.
Το αποδυναμωμένο αθηναϊκό κέντρο επομένως θα δεχόταν τεράστια πίεση από το περσικό, αλλά έπρεπε πάση θυσία να διατηρήσει τη συνοχή του και να μην διαλυθεί μέχρι να καταφέρουν τα άκρα των συμπατριωτών τους να κυκλώσουν το περσικό κέντρο και να βοηθήσουν το δικό τους κέντρο να ανασάνει.
Στο κέντρο παρατάχθηκαν στρατιώτες από δύο μόνο φυλές των Αθηνών, από τις συνολικά 10: της Λεοντίδος με επικεφαλής τον ικανότατο πολιτικό και στρατηγό Θεμιστοκλή και της Αντιοχίδας με αρχηγό τον επίσης πολιτικό και στρατηγό Αριστείδη τον Δίκαιο.
Το ρίσκο ήταν μεγάλο γιατί, αν οι Πέρσες κατάφερναν να διασπάσουν το αθηναϊκό κέντρο προτού αναχαιτιστούν τα περσικά άκρα, τότε αυτά που θα κυκλώνονταν από μέσα προς τα έξω θα ήταν τα αθηναϊκά άκρα και όχι το περσικό κέντρο. Ήταν στην κυριολεξία ζήτημα ζωής ή θανάτου να κατανοήσουν οι Έλληνες αξιωματικοί και οι οπλίτες το σχέδιο μάχης και τους ρόλους που θα είχαν αυτοί που θα βρίσκονταν στα άκρα και εκείνοι που θα παρατάσσονταν στο κέντρο.
Οποιοδήποτε λάθος θα απέβαινε μοιραίο. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η απειλή των εχθρικών τοξοβόλων, ο Μιλτιάδης σκέφτηκε να αλλάξει τον ρυθμό βηματισμού της φάλαγγας. Μόλις οι άνδρες του έφθαναν σε απόσταση βολής από τους Πέρσες (το βεληνεκές που είχαν τα περσικά βέλη ήταν γύρω στα 150 μέτρα), θα έπρεπε να αρχίσουν να τρέχουν, ώστε να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η έκθεσή τους στα βέλη.
Βάδιζαν προς τον εχθρό τραγουδώντας
Οι μελετητές εκτιμούν ότι η μάχη θα πρέπει να ξεκίνησε μεταξύ 08:00 και 09:00 το πρωί της 12ης Σεπτεμβρίου 490 π.Χ. (αν και υπάρχουν αρκετοί που υποστηρίζουν ότι ενδεχομένως να έγινε τον Αύγουστο). Ο πολέμαρχος Καλλίμαχος από τις Αφίδνες πρέπει να διέταξε τους σαλπιγκτές να σημάνουν την εκκίνηση.
Έπειτα, ολόκληρη η φάλαγγα, μήκους ενάμισι χιλιομέτρου, θα άρχισε να προχωρά με αργό βήμα. Οι άνδρες λογικά έβαλαν τα δυνατά τους προκειμένου να παραμείνουν στοιχισμένοι, καθώς κινούνταν σε ανώμαλο και βαλτώδες έδαφος. Ενώ βάδιζε το στράτευμα θα άρχισε να τραγουδά τον παιάνα, έναν ύμνο αφιερωμένο στον θεό Απόλλωνα, ο οποίος προστάτευε τους πολεμιστές.
Στόχος ήταν να σφυρηλατηθούν ανάμεσα στους οπλίτες που βάδιζαν προς τον θάνατο συνεκτικοί δεσμοί, μια αίσθηση ομοψυχίας ώστε να καταλαγιάσει ο φυσιολογικός φόβος που υπήρχε και να αντλήσουν κουράγιο.
Σκεφτείτε 10.000 άνδρες να βαδίζουν αργά τραγουδώντας. Καθώς πλησίαζαν τον εχθρό, ο ήχος του παιάνα έσβηνε και οι στρατιώτες άρχιζαν να βγάζουν πολεμικές ιαχές, συνήθως κραυγές χωρίς νόημα, για να τρομοκρατηθεί ο αντίπαλος. Στα επόμενα λεπτά, χιλιάδες οπλίτες θα έβλεπαν για τελευταία φορά το φως της ημέρας…
Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό All About History (10/2018)