Το paper αυτό εξετάζει τις αντιπαραθέσεις γύρω από την υιοθέτηση του Παγκοσμίου Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών για τη Μετανάστευση (CGM) και τις επιδράσεις τους για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από τη μια πλευρά η ΕΕ έχασε το momentum να μιλήσει ενωμένη στην τελική διάσκεψη στο Μαρακές και στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, καθώς τρία κράτη-μέλη ψήφισαν εναντίον της GCM και πέντε απείχαν (ένα μέλος δεν παραβρέθηκε στη διάσκεψη).
Από την άλλη πλευρά, 19 κράτη-μέλη της ΕΕ υπέγραψαν την GCM. Δείχνει μια θετική πολιτική δέσμευση μεταξύ εκείνων των κρατών-μελών, για την ανάπτυξη μελλοντικών πολιτικών σε επίπεδο ΕΕ.
Αυτό το paper προσφέρει μια γενική εικόνα του ρόλου της ΕΕ στην εφαρμογή της GCM, και συγκεκριμένα στη δέσμευση της ΕΕ να δημιουργήσουν “διαθεσιμότητα και ευελιξία των μέσων για τη νόμιμη μετανάστευση (στόχος 5).
Υποστηρίζει ότι ενώ ορισμένες πολιτικές νόμιμης μετανάστευσης της ΕΕ είναι γενικώς ευθυγραμμισμένες με την GCM, κάποιες τρέχουσες οδηγίες της ΕΕ για την εργασιακή μετανάστευση, δεν πληρούν τα πρότυπα που θέτουν τα μέσα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας και την αρχή της μη διάκρισης μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών εργαζομένων.
Επιπλέον, οι πολιτικές παράτυπης μετανάστευσης της ΕΕ, όπως η προσφάτως προταθείσα οδηγία της ΕΕ για Επιστροφές, είναι ασύμβατες με την GCM, για παράδειγμα σε σχέση με τον στόχο 13 αναφορικά με την “χρήση της κράτησης ως το ύστατο μέτρο” ή τον στόχο 7 που επίσης προτείνει να διευκολύνει την πρόσβαση για τους μη μετακινούμενους μετανάστες “σε μια μεμονωμένη αξιολόγηση που ίσως οδηγήσει σε ένα κανονικό status”.
Το paper καταλήγει θέτοντας ορισμένα ερωτήματα για τις μελλοντικές αξιολογήσεις του ρόλου της ΕΕ στην εφαρμογή της GCM. Θα εκμεταλλευτούν οι νομοθέτες της ΕΕ την GCM ως μια ευκαιρία για την ανάπτυξη μιας μακροχρόνιας και περιεκτικές στρατηγικής στον τομέα της μετανάστευσης; Ή θα συνεχίσουν να ψάχνουν για συναίνεση μεταξύ όλων των κρατών-μελών και να θέτουν τις πολιτικές της Ένωσης σε “διακυβερνητισμό” και τον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή;