Θα συμβάλουν τα επαπειλούμενα πρόστιμα στην αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και, κατά συνέπεια, στην πάταξη της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα; διερωτάται η Handelsblatt.
«Η ελληνική κυβέρνηση καθιστά μη ελκυστικές τις πληρωμές με μετρητά» είναι ο τίτλος εκτενούς δημοσιεύματος της οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt που αναφέρεται στην νέα νομοθεσία που ισχύει στην Ελλάδα από την 1η Ιανουαρίου για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές. «Για να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών θέλει να αναγκάσει τους πολίτες να μην χρησιμοποιούν ρευστό. Μέχρι στιγμής οι προσπάθειες έχουν αποτύχει». Σχολιάζοντας τα πρόστιμα που προβλέπονται για όσους πολίτες δεν πραγματοποιούν τουλάχιστον το 30% των δαπανών τους σε ηλεκτρονική μορφή, η εφημερίδα επισημαίνει πως «[…] πρόκειται μάλλον για το αυστηρότερο μέτρο περιορισμού της χρήσης μετρητών σε χώρα της Ευρωζώνης. Με τον τρόπο αυτό ο συντηρητικός πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας θέλουν να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή. Το εύρος της παραοικονομίας στην Ελλάδα υπολογίζεται σε τουλάχιστον 20% του επίσημου ΑΕΠ».
Τα φορολογικά βάρη υπονομεύουν τη φορολογική συνείδηση
Όπως σημειώνει η εφημερίδα «[…] η φοροδιαφυγή θεωρείται ένα από τα αίτια της ελληνικής κρίσης χρέους του 2009. Ειδικοί εκτιμούν ότι το ελληνικό δημόσιο χάνει κάθε χρόνο περί τα 16 δισ. ευρώ. Αυτό αντιστοιχεί σε σχεδόν 1/3 των φορολογικών εσόδων των τελευταίων χρόνων. Η φοροδιαφυγή έχει εν μέρει διαρθρωτικά αίτια, όπως το υψηλό ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων που στην Ελλάδα είναι διπλάσιο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ένας ακόμη λόγος είναι τα μικρά μεγέθη των επιχειρήσεων. Το 60% περίπου των μισθωτών εργάζονται σε μικρές επιχειρήσεις με λιγότερους από 10 υπαλλήλους. Σε τέτοιες μίνι επιχειρήσεις η παράνομη εργασία είναι πιο σύνηθες φαινόμενο απ΄ ότι στις μεγάλες. Και οι αυξανόμενες εισφορές και οι φόροι υπονομεύουν όμως τη φορολογική συνείδηση. Κατά τη διάρκεια της θητείας του μεταξύ 2015-2019 ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας αύξησε ή εισήγαγε εκ νέου 29 συνολικά φόρους […]. Οι πρόσθετοι φόροι δεν άγγιξαν όμως καν τα προσδοκώμενα έσοδα. Το ότι οι υψηλότεροι φόροι μπορεί εν τέλει να είναι αντιπαραγωγικοί κατέδειξε στην Ελλάδα και το παράδειγμα του ΦΠΑ».
Αναφερόμενη στην υποχρεωτική έκδοση αποδείξεων που ισχύει στην Ελλάδα εδώ και χρόνια,σε αντίθεση με τη Γερμανία όπου καθιερώθηκε μόλις από τις αρχές του 2020, αλλά και στα κίνητρα που έδωσε η κυβέρνηση Τσίπρα για τη χρήση πλαστικού χρήματος, η Ηandelsblatt επισημαίνει: «[…] Μέχρι στιγμής όλες οι προσπάθειες για να απομακρυνθούν οι Έλληνες από τα μετρητά απέτυχε. Η εμμονή στο ρευστό είναι βέβαια και μια συνέπεια της εμπειρίας από το 2015, όταν οι πολίτες υπό το φόβο κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος και κατάργησης του ευρώ άδειασαν τους λογαριασμούς τους. Η κυβέρνηση αντέδρασε επιβάλλοντας κεφαλαιακούς ελέγχους. […] Οι περιορισμοί έχουν μεν αρθεί, ωστόσο η δυσπιστία έναντι των τραπεζών και η αγάπη για μεγάλα αποθέματα σε ρευστό παρέμεινε. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019 ο αριθμός των πιστωτικών και χρεωστικών καρτών αυξήθηκε μεν κατά 4%, οι συναλλαγές που έγιναν όμως με αυτές μειώθηκαν κατά 16%. Το υποχρεωτικό όριο χρήσης του 30% έχει στόχο να φέρει τώρα την ανατροπή».