Τη δυνατότητα να εξαιρούνται από τις κλαδικές συμβάσεις, ώστε να καταβάλλουν μικρότερους μισθούς (π.χ. τον κατώτατο μισθό) δίνει ο πρόσφατος αναπτυξιακός νόμος ν.4635/2019 σε επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με το ethnos.gr αναμένεται:
- Υπουργική απόφαση που θα εξειδικεύει τα κριτήρια για τις επιχειρήσεις που θα εξαιρούνται από εθνικές και τοπικές κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις. Η ίδια απόφαση θα πρέπει να καθορίζει και τις κατηγορίες όρων των συλλογικών συμβάσεων από τις οποίες θα εξαιρούνται οι επιχειρήσεις αυτές. Στην νομοθετική διάταξη (άρθρο 53 ν. 4635/2019) αναφέρονται ενδεικτικά ειδικής κατηγορίας επιχειρήσεις, όπως επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού σκοπού και επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα όπως επιχειρήσεις σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή εξυγίανσης.
- Υπουργική απόφαση που θα εξειδικεύει τις περιπτώσεις εκείνες των επιχειρήσεων, για τις οποίες η επιχειρησιακή σύμβαση θα υπερισχύει της κλαδικής. Στην διάταξη νόμου (άρθρο 55 ν. 4635/2019) αναφέρεται ρητά πως μπορούν να συνάπτονται επιχειρησιακές συμβάσεις με χαμηλότερους μισθούς και αυτοί να υπερισχύουν των κλαδικών μισθών – που προφανώς θα είναι υψηλότεροι – σε επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βρίσκονται σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή εξυγίανσης.
- Υπουργική απόφαση που θα εξειδικεύει τις περιπτώσεις εκείνες των επιχειρήσεων που θα εξαιρούνται από κλαδικές συμβάσεις οι οποίες θα κηρύσσονται γενικώς υποχρεωτικές από τον υπουργό Εργασίας (επέκταση της σύμβασης σε όλη την Ελλάδα). Στην διάταξη νόμου (άρθρο 56 ν.4635/2019) αναφέρεται ρητά πως επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βρίσκονται σε καθεστώς προπτωχευτικής ή παραπτωχευτικής ή πτωχευτικής διαδικασίας ή εξωδικαστικού συμβιβασμού ή εξυγίανσης μπορούν να εξαιρούνται από την υποχρεωτική εφαρμογή του συνόλου ή μέρους της σύμβασης.