Βλαστάρης κατά Ελλάδας της 20.2.2020 (αρ.προσφ. 43543/14)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Αναγκαστική απαλλοτρίωση υπέρ Δήμου και υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης.
Με απόφαση του Δημοτικού Συμβούλιο του Δήμου Αιγάλεω εκδόθηκε απόφαση περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης της ιδιοκτησίας του προσφεύγοντος για δημόσια ωφέλεια . Κατά τα οριζόμενα στο Σύνταγμα ( άρθρο17), ορίστηκε η τελική τιμή μονάδας της αποζημίωσης από τα πολιτικά Δικαστήρια. Υπεύθυνοι για την καταβολή αποζημίωσης ήταν ο Δήμος Αιγάλεω και οι όμοροι ιδιοκτήτες, ωστόσο ουδέποτε καταβλήθηκε και ουδέποτε αποδόθηκε το ακίνητο στον προσφεύγοντα.
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει τη νομολογία του, σύμφωνα με την οποία η αδυναμία για έναν διάδικο να εκτελεστεί μία απόφαση που εκδόθηκε υπέρ του, συνιστά παραβίαση του δικαιώματός του για ειρηνική απόλαυση των περιουσιακών του στοιχείων.
Στην υπό κρίση περίπτωση το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι η αποζημίωση δεν καταβλήθηκε αλλά και ότι καμία αρχή δεν προέβη σε άρση της απαλλοτρίωσης προκειμένου ο προσφεύγων να αναλάβει την ιδιοκτησία του.
Το Δικαστήριο τόνισε ότι η έλλειψη πόρων μιας τοπικής αρχής και επομένως ενός κρατικού φορέα δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την έκδοση οριστικής απόφασης εναντίον του και έκρινε ότι η με την έλλειψη αποκατάστασης στην περιουσία του προσφεύγοντα, διαταράχθηκε η σωστή ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος της κοινότητας και των επιταγών της διαφύλαξης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου. Παραβίαση του άρθρου 1 του 1ου πρόσθετου πρωτοκόλλου.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 1 του 1ου πρωτοκόλλου
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων, Νικόλαος Βλαστάρης, είναι Έλληνας υπήκοος που γεννήθηκε το 1939 και ζει στην Αθήνα.
Η υπόθεση αφορούσε απόφαση απαλλοτρίωσης σχετικά με την ιδιοκτησία του και τη χορήγηση της αποζημίωσης , η οποία δεν είχε καταβληθεί.
Ο προσφεύγων διαθέτει οικόπεδο 1.154 τ.μ., που περιλαμβάνει ένα παλιό οικογενειακό σπίτι, έναν κήπο και επαγγελματικές εγκαταστάσεις, το οποίο βρίσκεται στην περιοχή του Δήμου Αιγάλεω. Το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Αιγάλεω έλαβε την απόφαση, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως τον Μάιο του 1992, για να δημιουργήσει ένα πράσινο χώρο. Με την απόφαση της 6ης Ιουνίου 1995, το αρμόδιο όργανο της Αθήνας που είναι υπεύθυνο για τα θέματα σχεδιασμού ταυτοποίησε δεκατέσσερις ιδιοκτήτες παρακείμενων ακινήτων οι οποίοι, εκτός από τον δήμο, έπρεπε να πληρώσουν αποζημίωση στον προσφεύγοντα. Στις 30 Απριλίου 2010, το Εφετείο Αθηνών εξέτασε τον τελικό ποσό της αποζημιώσεως, το οποίο καθόρισε σύμφωνα με τον προσφεύγοντα στο ποσό των 1.264.327,48 ευρώ από τα οποία το ποσό των 799, 200 ευρώ έπρεπε να καταβληθεί από τους ιδιοκτήτες των όμορων οικοπέδων και το ποσό των 465.127,48 ευρώ από το Δήμο Αιγάλεω. Ωστόσο, η αποζημίωση δεν καταβλήθηκε εντός της δεκαοκτάμηνης περιόδου που προέβλεπε ο νόμος, με αποτέλεσμα να θεωρείται ότι επρόκειτο για άκυρη απαλλοτρίωση.
Στις 24 Φεβρουαρίου 2012 ο προσφεύγων ζήτησε από τον Δήμο να προβεί στην απαλλοτρίωση, έτσι ώστε να μπορέσει να λάβει τα ποσά αποζημίωσης που καθόρισε το εφετείο. Το αίτημά του απορρίφθηκε. Στη συνέχεια κατέθεσε πολλές καταγγελίες σχετικά με τη μη καταβολή της αποζημίωσης.
Βασιζόμενος στο άρθρο 1 του Πρώτου πρωτοκόλλου (προστασία της περιουσίας), ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι δεν είχε λάβει αποζημίωση για την απαλλοτρίωση της έκτασής του, παρά το γεγονός ότι το ποσό αυτό είχε επιδικαστεί από το Εφετείο Αθηνών.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ….
Το Δικαστήριο υπενθυμίζει τη νομολογία του σύμφωνα με την οποία η αδυναμία για έναν διάδικο να εκτελεστεί μία απόφαση που εκδόθηκε υπέρ του συνιστά παραβίαση του δικαιώματός του για ειρηνική απόλαυση των περιουσιακών του στοιχείων, όπως ορίζεται στην πρώτη πρόταση της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1 της Σύμβασης . Υπενθυμίζει επίσης ότι μια «απαίτηση» μπορεί να αποτελεί «περιουσία» κατά την έννοια του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1, εφόσον είναι επαρκώς αποδεδειγμένη για να είναι απαιτητή .
Εν προκειμένω, το Δικαστήριο σημειώνει ότι, μετά την έκδοση της απόφασης της 30ής Απριλίου 2010, η οποία ήταν τελεσίδικη, με την οποία το Εφετείο Αθηνών είχε καθορίσει το τελικό ποσό της αποζημίωση για την απαλλοτρίωση, ο προσφεύγων είχε συγκεκριμένη απαιτητή αξίωση που θα έπρεπε να του καταβληθεί εντός δεκαοκτώ μηνών από τη δημοσίευση της απόφασης της 3ης Ιουλίου 2008 από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που είχε καθορίσει το προσωρινό ποσό αυτής της αποζημίωσης, δηλαδή εντός περιόδου που εκτείνεται μέχρι την 1η Νοεμβρίου 2011. Ωστόσο, κατά την τελευταία αυτή ημερομηνία, ούτε ο δήμος ούτε οι ιδιοκτήτες της παρακείμενης γης είχαν καταβάλει στον προσφεύγοντα την καθορισμένη αποζημίωση, οπότε η επίδικη απαλλοτρίωση άρθηκε αυτοδικαίως σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις στο εσωτερικό δίκαιο.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι, κάνοντας χρήση της δυνατότητας που του παρέχει το άρθρο 11 του κώδικα περί απαλλοτριώσεων, ο προσφεύγων ζήτησε τότε από τον Δήμο Αιγάλεω να διατηρήσει την απαλλοτρίωση, η οποία, σε περίπτωση θετικής από την πλευρά της αρχής αυτής, θα του είχε δώσει το δικαίωμα να λάβει την ήδη καθορισθείσα αποζημίωση. Σημειώνει επίσης ότι ο Δήμος απέρριψε σιωπηρά αυτό το αίτημα. Εντούτοις, μέχρι σήμερα, ο δήμος του Αιγάλεω δεν δημοσίευσε πράξη που να πιστοποιεί την άρση της (όπως απαιτείται από το άρθρο 11 § 3 του κώδικα απαλλοτρίωσης), ούτε επέβαλε νέα απαλλοτρίωση, ούτε τροποποίησε, μετά την άρση της απαλλοτρίωσης, τη διάταξη του αστικού σχεδίου ώστε να μην ορίζεται πλέον η ιδιοκτησία του προσφεύγοντος ως «πράσινος» χώρος.
Είναι αληθές ότι ο Δήμος θα μπορούσε να άρει την απαλλοτρίωση και να επανατοποθετήσει άλλη, τροποποιώντας την κατανομή της περιουσίας του προσφεύγοντος αλλά στην περίπτωση αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 32 § 11 του νόμου 4067 / 2012 θα έπρεπε επίσης να έχει προωθήσει το μέρος της αποζημίωσης που υπέχει η ευθύνη των ιδιοκτητών των παρακείμενων εκτάσεων. Εντούτοις, προκύπτει ότι ούτε οι ιδιοκτήτες των παρακείμενων ακινήτων , που ήταν υπεύθυνοι για το μεγαλύτερο μέρος της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση, ούτε ο δήμος είχαν τα μέσα να πληρώσουν τα οφειλόμενα ποσά. Ωστόσο, το Δικαστήριο έχει ήδη κρίνει ότι η έλλειψη πόρων μιας τοπικής αρχής και επομένως ενός κρατικού φορέα δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την έκδοση οριστικής απόφασης εναντίον τους.
Τέλος, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι μέχρι στιγμής ο προσφεύγων δεν έλαβε ούτε την παραμικρή καταβολή της αποζημίωσης που του είχε επιδικαστεί από το Εφετείο, αλλά ούτε και η γη του αποδεσμεύτηκε από την αρμόδια υπηρεσία της πολεοδομίας του Δήμου. Με μία τέτοια κατάσταση διαταράχθηκε η σωστή ισορροπία μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος της κοινότητας και των επιταγών της διαφύλαξης των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου.
Κατά συνέπεια, υπήρξε παραβίαση του άρθρου 1 του Πρωτοκόλλου αριθ. 1 της Σύμβασης.
Δίκαιη ικανοποίηση: Το Δικαστήριο έκρινε ότι το εναγόμενο κράτος πρέπει να προχωρήσει στην αποκατάσταση των δικαιωμάτων κυριότητας του προσφεύγοντος αναφορικά με το οικόπεδό του. Εναλλακτικά, και σε περίπτωση αποτυχίας η Ελλάδα πρέπει να καταβάλει στον κ. Βλαστάρη το ποσό των 620.020,30 ευρώ ως αποζημίωση. Το Δικαστήριο επίσης χορήγησε στον προσφεύγοντα 20.000 ευρώ για ηθική βλάβη. ( επιμέλεια echrcaselaw).